Οινιάδες : το αρχαίο θέατρο και η πόλη

Το αρχαίο θέατρο Οινιαδών

Η αρχαία πόλη

Η αρχαία πόλη Οινιάδες είναι κτισμένη στη βόρεια όχθη του ποταμού Αχελώου 4 χλμ. δυτικά του σημερινού χωρίου Κατοχή. Υπήρξε η δεύτερη σε μέγε­θος και σπουδαιότητα πόλη των Ακαρνάνων μετά τον Στράτο. Κατείχε στρατη­γική θέση από την οποία ελεγχόταν τόσο η είσοδος προς τον Πατραϊκό κόλπο όσο και η θαλάσσια αρτηρία μεταξύ της Ακαρνανίας και των νησιών Λευκάδας, Ιθάκης και Κεφαλονιάς. Παράλληλα βρισκόταν κοντά στις εκβολές του Αχε­λώου και ως εκ τούτου σε θέση κατάλληλη για δημιουργία λιμανιού και για εμπορική δραστηριότητα. Για τους λόγους αυτούς σημείωσε μεγάλη οικονομική και πολιτισμική ακμή.Αν και το όνομα της υποδηλώνει τόπο ή περιοχή παραγωγής οίνου, ορισμέ­νοι μελετητές υποστηρίζουν ότι έχει σχέση με τον μυθικό βασιλιά της Καλυδώ­νας τον Οινέα. Πάντως μυθικός ιδρυτής της θεωρείται ο μητροκτόνος Αργείος Αλκμαίων, ο οποίος μετά από χρησμό του μαντείου των Δελφών ήλθε εδώ προκειμένου να ξεφύγει από τις Ερινύες. Ο Στράβων μας πληροφορεί ότι το παλιότερο όνομα της πόλης ήταν Ερυσίχη. Πολλοί μελετητές υποθέτουν πως πρωτοϊδρύθηκε τον 6° αι. π.Χ. ως αποικία των Κορινθίων.

Οι Οινιάδες, ήδη από τον 5ο αι. π.Χ., ήταν μια πόλη με ισχυρή οχύρωση. Αν και επί ακαρνανικού εδάφους, συνδέεται συχνά με την Αιτωλία, αφού παρέμενε για μεγάλα χρονικά διαστήματα κάτω από την αιτωλική κατοχή. Ενώ τα πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου είχε φιλικές σχέσεις με τους Σπαρτιάτες, το 424 π.Χ. προσχώρησε στην Αθηναϊκή Συμμαχία.

Από το τέλος του 4ου έως το τέλος του 3ου αι. π.Χ. καταλήφθηκε αρκετές φορές (τρεις) από τους Αιτωλούς, από τους οποίους ελευθερώθηκε δύο φορές, από τους Μακεδόνες και μία από τους Ρωμαίους.

Μετά την ίδρυση της Νικόπολης οι κάτοικοι της, όπως και οι κάτοικοι άλλων περιοχών της Ακαρνανίας και της Ηπείρου, αναγκάζονται να μετοικήσουν στη νεοϊδρυθείσα πόλη.

Η οχύρωση δεσπόζει πάνω σε κατάφυτο από βελανιδιές λόφο, ο οποίος είναι γνωστός με την ονομασία Τρίκαρδος τουλάχιστον από τον 15ο αι. Η διατήρηση της είναι εντυπωσιακή και αποτελεί ένα από τα πλέον χαρακτη­ριστικά δείγματα της αρχαίας οχυρωματικής τέχνης. Στην κορυφή του λόφου βρίσκεται η Ακρόπολη με ξεχωριστό περίβολο.

Τα τείχη, πλάτους περίπου 2,60 μ., μέγιστου σωζόμενου ύψους 6 μ. και περιμέτρου 6,5 περίπου χλμ., είναι κτισμένα σε όλο το μήκος τους κατά το πολυγωνικό σύστημα. Χωριστή οχύρωση περικλείει το λιμάνι της και τα νεώρια της, η λεγόμενη «οχύρωση ή ακρόπολη του λιμανιού». Οι πύργοι που απαντούν κατά διαστήματα πιθανόν αποτελούν μεταγενέστερες προσθήκες, ενώ οι πολλαπλές γωνιώσεις κατασκευάστηκαν εξαρχής. Περιλαμβάνει δώδεκα πύλες και πυλίδες διαφορετικών τύπων με πιο αξιόλογο τον τύπο της καμαρωτής πύλης. Σε ό,τι αφορά στους πύργους, άλλοι ήταν κτισμένοι κατά το πολυγωνικό σύστημα και άλλοι κατά το ψευδοϊσόδομο τραπεζιόσχημο. Το στοιχείο αυτό της συνύπαρξης πολυγωνικού τείχους με πύρ­γους πολυγωνικής και ψευδοϊσόδομης τραπεζιόσχημης τοιχοποιίας συναντάται στις περισσότερες οχυρώσεις της Ακαρνανίας.Εντός της οχύρωσης είναι σήμερα ορατά τα δημόσια κτίρια της Αγοράς (βουλευτήριο, στοά, «οικοδόμημα με οίκους», ναός, Ηρώο), τα οποία ερευνήθηκαν τα τελευταία χρόνια από την Ελ. Σερμπέτη, καθηγήτρια του Πανε­πιστημίου Αθηνών, το λεγόμενο «Οικοδόμημα στο λόφο», το οποίο ανασκά­φτηκε από τον αμερικανό αρχαιολόγο B. Powell στις αρχές του προηγουμένου αιώνα (1900-1901), το λουτρό του τέλους της ελληνιστικής περιόδου, καθώς επίσης το θέατρο. Εκτός των τειχών έχουν ερευνηθεί τάφοι από το ανατολικό νεκροταφείο της πόλης.Μοναδικό μνημείο του χώρου και ένα από τα επιβλητικότερα της αρχαιότη­τας λόγω της πολύ καλής διατήρησης τους αποτελούν οι νεώσοικοι ή τα νεώρια 1.

Είχαν προορισμό την ανάσυρση των πλοίων στο εσωτερικό τους, την επισκευή και παραμονή τους για ορισμένο διάστημα του χειμώνα. Οι νεώσοικοι βρίσκονται στο νοτιοδυτικό άκρο της οχύρωσης του λιμανιού, στην οποία δεσπόζουν ο «κοκκινόπυργος», σωζόμενου ύψους 10,90 μ., και η λοξή τοξωτή πύλη, η αποκαλούμενη «αυλόπορτα», καθώς και τα ερείπια ενός δευτέρου επίσης μεγάλου σε μέγεθος και λοξού στην κάτοψη πύργου που την προστατεύει.

Πρόκειται για στεγασμένο οικοδόμημα με κάτοψη σχήματος m, διαστάσεων 41 μ. χ 47 μ. περίπου, του οποίου η ανατολική πλευρά, ύψους 11 μ. περίπου, είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου λαξευμένη κατακόρυφα στο φυσικό βρά­χο. Στο φυσικό βράχο είναι επίσης λαξευμένο το δάπεδο του. Το εσωτερικό του οικοδομήματος διαιρούσαν συμμετρικά πέντε κιονοστοιχίες από δεκαεπτά αρράβδωτους κίονες. Τα ανοίγματα μεταξύ των κιονοστοιχιών κάλυπταν δίρριχτες επιμήκεις στέγες με λακωνική κεράμωση. Μεταξύ των κιονοστοιχιών ανα­πτύσσονταν έξι ισόχωρα «κλίτη» με λαξευτά σκαφοειδή και ανηφορικά προς το βάθος των νεωσοίκων δάπεδα. Πρόκειται για τις ράμπες μέσα στις οποίες τα πλοία σύρονταν στον υπόστεγο χώρο. Στην ανατολική πλευρά του μνημεί­ου υπήρχαν, λαξευμένες κατακόρυφα στο βράχο, έντεκα συνολικά ορθογώνιες πεσσοειδείς προεξοχές (ύψους 7 μ. περίπου), οι οποίες δημιουργούσαν δώδεκα θαλαμίσκους. Οι πεσσοί χρησίμευαν για τη στήριξη, αγκύρωση και στεγάνωση της στέγης του μνημείου στην πλευρά αυτή. Το μνημείο, που χρονολογείται στον 4° αι. π.Χ., έχει πολλά αρχιτεκτονικά στοιχεία συγγενή προς τους νεώσοικους του λιμανιού της Ζέας στον Πειραιά. Ήταν σε πλήρη λειτουργία έως και τα τέλη του 3ου αι. π.Χ., όταν, για άγνωστο λόγο, η στέγη υποχώρησε, οι κιονοστοιχίες κατέρρευσαν και οι σφόνδυλοι γέμι­σαν τις ράμπες καθιστώντας αδύνατη πλέον τη χρήση τους.

Το θέατρο

Το θέατρο των Οινιάδων είναι κτισμένο κοντά στην Αγορά σε θέση που προσφέρει εκπληκτική θέα προς τις γύρω πεδινές εκτάσεις, την παλιά κοίτη του Αχελώου ποταμού και τις παράκτιες περιοχές. Η πρώτη έρευνα πραγ­ματοποιήθηκε το 1900 από τον Αμερικανό αρχαιολόγο B. Powell, οπότε αποκα­λύφθηκε η σκηνή, η ορχήστρα και περίπου το ήμισυ του κοίλου. Τον Μάιο του επόμενου έτους αποκαλύφθηκαν οι ενεπίγραφες λιθόπλινθοι με τις απελευθε­ρωτικές επιγραφές στο νοτιοδυτικό τμήμα του κοίλου. Βασική και μάλλον σημα­ντικότερη συμβολή της πρώτης αρχαιολογικής έρευνας στις αρχές του 20ου αι. αποτελούν οι καταγραφές, περιγραφές και φωτογραφήσεις της τότε κατάστασης του θεάτρου, οι οποίες μας βοηθούν να ταυτίσουμε και να συμπληρώσουμε όσο το δυνατόν καλύτερα όλα εκείνα τα αρχιτεκτονικά στοιχεία που είτε δεν υπάρ­χουν σήμερα, είτε δε βρίσκονται πλέον στην αρχική τους θέση.

Έκτοτε ο χώρος παρέμεινε μερικώς επιχωσμένος έως το έτος 1987, οπότε η ΣΤ’ Ε.Π.Κ.Α. Πατρών ανέλαβε την πλήρη αποκάλυψη του.

Κατά τη διάρκεια των εργασιών αυτής της περιόδου πραγματοποιήθηκε πλήρης και μεθοδικός καθαρισμό του θεάτρου, στο πλαίσιο του οποίου αποκαταστάθηκε σε μεγάλο βαθμό η κλίση της τεχνητής διαμόρφωσης του δυτικού τμήματος του κοίλου και αποκαλύφθηκαν έξι καλυπτήριες πλάκες του αποχετευτικού αγωγού γύρω από την ορχήστρα. Η έρευνα συνεχίστηκε το 1991 και ολοκληρώθηκε το 1993.2 Κατά τη δεύτερη περίοδο εκτός από τον επιμελημένο καθαρισμό των αρχιτε­κτονικών του στοιχείων και την αποτύπωση του κοίλου, της ορχήστρας με τον αποχετευτικό αγωγό ομβρίων υδάτων και της σκηνής του θεάτρου, οι εργασίες περιελάμβαναν σχεδιαστικές τομές σε όλα τα βασικά σημεία του θεατρικού οι­κοδομήματος και αποτυπώσεις (κατόψεις, όψεις, τομές) αρχιτεκτονικών μελών, κυρίως από το επιστύλιο του προσκηνίου, τα οποία βρέθηκαν σε διάφορα μέρη του θεατρικού χώρου. Επίσης αποτυπώθηκαν τα αναλήμματα του κοίλου και οι τοίχοι της σκηνής. Τέλος, πραγματοποιήθηκαν δοκιμαστικές τομές σε επιλεγ­μένα σημεία του σκηνικού χώρου, του αποχετευτικού αγωγού και του κοίλου με στόχο τη συγκέντρωση συμπληρωματικών στοιχείων χρονολόγησης της κε­ραμικής. Από το 2002 έως το 2006 πραγματοποιήθηκαν εργασίες συντήρησης και ανάταξης επιμέρους τμημάτων του μνημείου (εδώλια, αναλημματικοί τοίχοι, κ.α.).3

Το κοίλο του θεάτρου, το οποίο είναι λαξευμένο στον γκρίζο τοπικό ασβεστόλιθο της περιοχής, είναι μεγαλύτερο από ένα ημικύκλιο και απο­τελείται από εικοσιοκτώ σειρές εδωλίων, εκ των οποίων διατηρούνται μόνο δε­καεννέα (αρχικά θα πρέπει να ήταν 29 ή 30). Η νοτιοδυτική πλευρά του είναι διαμορφωμένη με τεχνητό χωμάτινο πρανές πάνω στο οποίο υπήρχαν κτιστεί σειρές εδωλίων, ορισμένα από τα οποία φέρουν απελευθερωτικές επιγραφές. Οι θεατές προσέγγιζαν τις θέσεις τους μέσω δώδεκα κλιμάκων ανόδου (σήμερα είναι ορατές μόνο εννέα) οι οποίες χώριζαν το κοίλο σε έντεκα κερκίδες χωρίς διάζωμα. Οι απολήξεις του κοίλου νοτιοανατολικά και βορειοδυτικά συμπληρώ­νονται με αναλημματικούς τοίχους, οι οποίοι είναι κτισμένοι ο ένας κατά το πο­λυγωνικό και ο άλλος κατά το ψευδοϊσόδομο σύστημα. Η ορχήστρα, διαμέτρου 16,14 μ., είναι επιστρωμένη με σκληρό πατημένο χώμα και πλαισιώ­νεται με λίθινο κράσπεδο, πλάτους 0,46 μ., που σώζεται σε άριστη κατάσταση. Μεταξύ της ορχήστρας και της πρώτης σειράς εδωλίων υπάρχει αποχετευτικός αγωγός με καλυπτήριες πλάκες, οι οποίες δημιουργούσαν ένα είδος διαδρόμου πρόσβασης των θεατών προς τις θέσεις του κοίλου.

Σε κακή κατά­σταση διατηρείται η σκηνή, από την οποία είναι ορατά μόνον τα θεμέλια του προσκηνίου, συνο­λικού μήκους 21,89 μ., και των παρασκηνίων, διαστάσεων 5 μ. χ 5,62 μ. το καθένα. Το θέατρο των Οινιάδων, όπως και άλλα θέατρα της αρχαιότητας, παρου­σιάζει ορισμένες αρχιτεκτονικές ιδιαιτερότητες, όπως η απόκλιση της συμβολής των αξόνων του κοίλου και των κλιμάκων ανόδου από το κέντρο της ορχήστρας.Στο θέατρο αναγνωρίζονται δύο οικοδομικές φάσεις που κυρίως σχετίζονται με ανακατασκευές του σκηνικού οικοδομήματος και λιγότερο με άλ­λες παρεμβάσεις στα υπόλοιπα μέρη του.

Φάση Ι: κατά τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. το θέατρο λειτουργεί με τη βοήθεια ενός μονώ­ροφου ορθογώνιου σκηνικού οικοδομήματος με πέντε μεγάλα ανοίγματα στην πρόσοψη του, τα οποία ορίζονται από τέσσερις πεσσούς που έφε­ραν επίκρανα δωρικού τύπου με άβακα και εχίνο.

Τα μεταξύ των πεσσών ανοίγματα φράζονταν με ζωγραφικούς πίνακες (σκηνογραφία) που αντα­ποκρίνονταν στις σκηνοθετικές ανάγκες.

Φάση II: Το πρώτο μισό του 3ου αι. π.Χ. στην πρόσοψη της αρ­χικής σκηνής προστέθηκε προσκήνιο, το οποίο λαμβάνει πια τη θέση του κύριου δομικού στοιχείου. Ανατολικά και δυτικά της σκηνής κτίστηκαν επίσης δύο μι­κρά παρασκήνια που περικλείουν το προεξέχον προσκήνιο. Στην πρόσοψη των πεσσών που στήριζαν την επίπεδη οροφή του προσκηνίου υπήρχαν σύμφυτοι ημικίονες με ιωνικά κιονόκρανα.

Το αρχικό ορθογώνιο σκηνικό οικοδόμημα επεκτείνεται καθ’ ύψος και από μονώροφο μετατρέπεται σε διώροφο. Στην άνω ταινία του επιστηλίου, του λεγόμενου θριγκού, ανήκει και η χορηγική επιγρα­φή [ΤΗ]Ν ΟΡΧΗΣΤ[ΡΑΝ], που αναφέρεται στην κατασκευή του. Ταυτόχρο­να με τις παρεμβάσεις στην πρόσοψη έγινε διαμόρφωση και της παλαιότερης ορχήστρας με την προσθήκη και την κατασκευή σε αυτή λίθινου περιμετρικού κρηπιδώματος, καθώς και την κατασκευή κτιστού αγωγού στο χώρο μεταξύ του κοίλου και του κρηπιδώματος για τη συγκέντρωση και απορροή των ομβρίων υδάτων.

Το θέατρο είχε πολύ καλή ακουστική και χωρητικότητα που άγγιζε τους 4.600 θεατές.

1Η πρώτη ανασκαφή του μνημείου έγινε στις αρχές του 20ου αιώνα από τον B. Powell και η πλήρη αποκάλυψή του έγινε το 1995 από τον Δρ. Κολώνα, διευθυντή της ΣΤ΄ Ε.Π.Κ.Α. κατά το έτος αυτό.

2 Οι εργασίες του έτους 1987 πραγματοποιήθηκαν από τον τότε προϊστάμενο της ΣΤ΄ Ε.Π.Κ.Α. Πατρών, Δρ. Λ. Κολώνα και οι αντίστοιχες των ετών 1991 – 1993 από τον ίδιο σε συνεργασία με τον καθηγητή Σ. Γώγο.

3 Οι εργασίες αυτές ήταν μέρος του έργου ‘Προστασία, έρευνα & ανάδειξη τριών (3) αρχαίων πόλεων του Νομού Αιτωλοακαρνανίας: Πλευρώνα – Οινιάδες – Πάλαιρος’ του Τ.Δ.Π.Ε.Α.Ε. και πραγματοποιήθηκαν υπό την επίβλεψη Επιστημονικής Επιτροπής της οποίας ήταν ο Δρ. Λ. Κολώνας.

………………………………

Από την έκδοση

Τα αρχαία θέατρα της Αιτωλοακαρνανίας

Εκδόσεις «Διάζωμα» Σειρά: Αρχαία Θέατρα

Λ. Κολώνας, Μ. Σταυροπούλου – Γάτση, Γ. Σταμάτης

Τα αρχαία θέατρα στην Αιτωλοακαρνανία

Σελιδοποίηση: Κ. Τσιρίκος

Παραγωγή arte creative team

Επιμέλεια Έκδοσης Χ.Γ. Λάζος

Αθήνα, Σεπτέμβριος 2009-12-10

Copyright © 2009

Διάζωμα Νομαρχία Αιτωλοακαρνανίας ΛΣΤ’ Ε.Π.Κ.Α.