Κάθε γωνιά και μια πόρτα, κάθε πόρτα και μια ιστορία… Σε κάθε σοκάκι, σε κάθε στροφή, σε κάθε μας βήμα και μια πόρτα! Πόρτες πολλές, άλλες μοντέρνες, άλλες κλασικές, άλλες παγερές και ανέκφραστες και κάποιες άλλες παραδομένες στο χρόνο μετρούν τους διαβάτες έχοντας φυλάξει για τα καλά τα παλιά μυστικά τους, στέκουν ακόμη όρθιες αφήνοντας το χρόνο να δείχνει τα σημάδια του πάνω στο ξύλινο ή μεταλλικό καλούπι τους.
Όλες τους όμως έχουν κάτι κοινό! Έχουν να µας πουν µια ιστορία, µια ιστορία που κανείς δεν θα την δει στο σινεμά ή τυπωμένη σε κάποιο βιβλίο, µια ιστορία που το µόνο που χρειάζεται για να πάρει πνοή και να γίνει αληθινή είναι η φαντασία του διαβάτη και πολλές φορές η νοσταλγία του. Θαρρεί κανείς πως αν κλείσει για λίγο τα µάτια, θα δει μπροστά από τις παλιές αυτές πόρτες να εκτυλίσσονται κάθε λογής νοσταλγικές ιστορίες! Μπορεί ίσως να ακούσει από μακριά τα μικρά κοντοκουρεμένα παιδιά, ξυπόλυτα, φορώντας κοντά παντελονάκια και φανελάκια να τρέχουν ξοπίσω από µια πάνινη κουρελιασμένη µπάλα, μπορεί να τα δει να τρέχουν και να προσπερνούν την παλιά αυτή πόρτα, μπορεί ίσως να οραματιστεί τον γέροντα με το μπαστούνι του να στέκεται στο κατώφλι και χαμογελαστός να καμαρώνει το εγγονάκι του που μόλις περπάτησε, μπορεί να δει τις γενιές που πέρασαν και συναντήθηκαν. Τον πατέρα που γύριζε το σούρουπο από τη δουλειά και τη γυναίκα του να τον περιμένει μετά από µια κουραστική μέρα, πόσες ιστορίες μπορεί κανείς να οραματιστεί μπροστά από µια παλιά πόρτα!
Οι καιροί όμως άλλαξαν. Τα μικρά παιδιά δεν παίζουν πια µπάλα στις γειτονιές, ο γέροντας δεν στέκεται στο κατώφλι της παλιάς πόρτας ο πατέρας και η μητέρα κατοικούν σε µια σύγχρονη φυλακή πολυτελείας που λέγεται διαμέρισμα και όλα φαίνεται πως έχουν αλλάξει! Οι παλιές πόρτες μοιάζουν πια ξοφλημένες, άλλες κατεστραμμένες, άλλες διατηρημένες σε γυάλινα κουτιά και κάποιες άλλες ξεχασμένες και ρυτιδιασμένες, κρατούν γερά τις μεγάλες τους αλυσίδες µε τα λουκέτα σε κάθε γωνιά της πόλης και θαρρεί κανείς πως έχουν κατεβάσει τα βλέφαρα σε µια σύγχρονη εποχή που τρέχει µε ιλιγγιώδεις ρυθμούς και αναπολούν τα χρόνια τα παλιά, εποχές απλέ; και συνάμα μαγικές, εποχές που έφυγαν αλλά δεν ξεχάστηκαν!
Σε αυτές τις πόρτες, σε αυτές τις εποχές θέλησε ο ζωγράφος Γιώργος Ξευγένης να δώσει πνοή και χρώμα µε τα πινέλα του, αγγίξτε λοιπόν ένα χερούλι, μυρίστε το ξύλο, πλάστε την δική σας ιστορία και ταξιδέψτε μαζί του!
Έως 30 Νοεμβρίου στο Παπαστράτειο Μέγαρο – Αγρίνιο