Η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας της Προυσιώτισας –έργο, κατά την παράδοση, του Ευαγγελιστή Λουκά που ήταν και ζωγράφος- είναι αναμφισβήτητα ένα από τα σπουδαιότερα Προσκυνήματα της Δυτ. Ελλάδος, φυλάσσεται δε στην Ι. Μ. Προσού, όπου εκτίθεται για προσκύνηση. Η εικόνα αυτή έχει στενή σχέση με το Αγρίνιο, γιατί δυο φορές έσωσε την πόλη από θανατηφόρο επιδημία, τη μια φορά απ’τη χολέρα (1854) και την δεύτερη από τη γρίπη (1918), όπως αναφέρει η παράδοση και ο Αγρινιώτης εκπαιδευτικός συγγραφέας Γ. Πάστρας. Και στις δυο περιπτώσεις η εν πομπή άφιξη της θαυματουργής εικόνας στο Αγρίνιο σταμάτησε απότομα τους δεκάδες θανάτους που συνέβαιναν καθημερινά.
Αυτή την εικόνα προστρέχουν στην Ι.Μ. Προυσού οι πιστοί να προσκυνήσουν και να ζητήσουν την προστασία της Παναγίας. Οι προσκυνητές πυκνώνουν ιδιαίτερα τον Αύγουστο και μάλιστα στην «Απόδοση» της κοιμήσεως της Θεοτόκου (23 Αυγούστου), ημέρα που πανηγυρίζει το Μοναστήρι. Εκεί, συνεπαρμένοι από την άγρια φυσική ομορφιά του τοπίου από τη μεγαλοπρέπεια και την ευταξία του Μοναστηριού, από τις ιερές ακολουθίες και από την όλη ιεροπρεπή ατμόσφαιρα, γονατίζουν μπροστά στην ιερή εικόνα της Κυράς της Ρούμελης και καταθέτουν δακρυσμένοι τα προβλήματα και τα αιτήματά τους. (κλικ στις φωτο για μεγένθυση)
Πριν ολοκληρωθούν οι αμαξιτοί δρόμοι που οδηγούν στο ιερό Προσκύνημα, οι πιστοί πεζοπορούσαν ώρες, ημέρες, ίσως και εβδομάδες για να κάνουν το τάμα τους. Όσοι κατάγονται από τα γύρω από το Μοναστήρι χωριά και έχουν παραπάνω από πέντε δεκαετίες στην πλάτη τους, αναπολούν τις συγκινητικές εικόνες που αφήναν οι ομάδες προσκυνητών καθώς όδευαν κατάκοποι, αλλά και χαρούμενοι προς τον Προυσό. Ο συντάκτης τούτου του κειμένου θυμάται με νοσταλγία το μελισσολόϊ των πιστών (από Κόνισκα, από την Ναυπακτία, ακόμα και απ’ το Μοριά) που πέρναγαν κατά ομάδες από το χωριό του την Αμβρακιά Θέρμου. Κι ο ίδιος πολλές φορές πήγε με τους συγχωριανούς του πεζή στο Προσκύνημα ως τι 1970 περίπου, τη χρονιά δηλαδή που μπορούσε πια να πηγαίνει με αυτοκίνητο. Εντούτοις –παρά την άνεση του αυτοκινήτου – τα τελευταία χρόνια μια γλυκιά επιθυμία φώλιασε μέσα του να ξαναδεί τέτοιες συγκινητικές εικόνες πίστης, ευλάβειας, ανθρώπινης συντροφικότητας και πολιτισμού.
Υπήρχαν όμως μεγάλες δυσκολίες: Οι νέοι κάτω των 50 δεν είχαν τέτοιες παραστάσεις και ειρωνεύονταν κάθε σχετική συζήτηση. Οι δρόμοι (μονοπάτια) είχαν κλείσει από τους θάμνους, τις σάρες και γενικά από την εγκατάλειψη. Κάπου η διάνοιξη αυτοκινητόδρομων «έσφαξε» τα μονοπάτια και τα μετέτρεψε σε γκρεμούς. Αλλού υπήρξαν κατολισθήσεις. Κάθε πρόταση για αποκατάσταση των μονοπατιών απορρίπτονταν ως πολυέξοδη. Όλα τα παραπάνω έπρεπε να αντιμετωπιστούν. Για τούτο δημιουργήθηκε άτυπη ομάδα εθελοντών προς αποκατάσταση του δρόμου των προσκυνητών από την Αμβρακιά ως τον Προυσό (γύρω στα 16 χιλιόμετρα). Ζητήθηκε και η συμπαράσταση των όμορων χωριών, της Ι. Μ. Προυσού, του Tόρνου και του δήμου Προυσού. Γενικά υπήρξε ανταπόκριση. Σε δυο – τρία χρόνια με την βοήθεια των εθελοντών των τοπικών πολιτιστικών συλλόγων Αμβρακιάς, Νεροχωρίου και Τόρνου καθώς και του δήμου Προυσού, το πανάρχαιο αυτό μονοπάτι (που στα αρχαία χρόνια κατέβαζε τους προσκυνητές στο Θέρμο για τις γιορτές του Απόλλωνα και της Αρτέμιδας αλλά και για τη σύνοδο των Αιτωλών, το μονοπάτι που ένωνε την Ευρυτανία με τα χωριά του Θέρμου, το μονοπάτι που πέρασε η σορός του Μάρκου Μπότσαρη φορτωμένη, κατά την τοπική παράδοση, στο άλογό του για να ταφεί στο Μεσολόγγι, ήταν έτοιμο να περπατηθεί από τους τωρινούς προσκυνητές της Μεγαλόχαρης. Είναι αλήθεια ότι χύθηκε πολύς ιδρώτας, ξοδεύτηκαν κάποια χρήματα των Συλλόγων, αλλά χάρη στην επιμονή των εθελοντών που αψήφησαν μάλιστα τους κινδύνους και με τη γενναία συμβολή των παιδιών από το Νεροχώρι και τον Τόρνο, το έργο ολοκληρώθηκε με τη βοήθεια και προς τιμήν της Προυσιώτισσας.
Απόμενε να οργανωθεί το πρώτο πεζοπορικό προσκύνημα, που θα διάσχιζε το Χαλίκι (το αφιλόξενο παραβούνι του Παναιτωλικού). Έγιναν ανακοινώσεις και προσκλήσεις για συμμετοχή. Τόπος εκκίνησης ορίστηκε η τοποθεσία Λάκες της Αμβρακιάς. Ημερομηνία 1/8/2009 ώρα 6 π.μ. Άφιξη ως εκεί με Ι.Χ. Ξεκινήσαμε 26 προσκυνητές από Αμβρακιά, Αργυροπηγάδι, και Νεροχώρι. Στη διαδρομή μας πρόφθασε στη Λάκα του Ακρίδα και ο φίλος Θανάσης από το Δρυμώνα. Ο δρόμος ανηφορικός. Οι βιαστικοί φουσκώνουν. Οι πεπειραμένοι τους συμβουλεύουν να βαδίζουν αργά. Η φύση μοσχοβολάει από αρώματα του βουνού, ρίγανη, φλισκούνι, μέντα, ρετσίνι Το πρωινό αγιάζι μας τσιμπάει.
Καθώς ανεβαίνουμε, αριστερά μας προς τα δυτικά υψώνονται αγέρωχα τα παραβούνια του Παναιτωλικού και στην αγκαλιά τους τα χωριά Χαλίκι, Νεροσύρτης, Λαδικού. Λίγο ποιο κάτω από το δρόμο τα ερείπια των Κατσαουνέϊκων κονακιών στη γυμνή πλαγιά. Η κούραση από την ανηφόρα μας υπαγορεύει να καθίσουμε για λίγη ξεκούραση αλλά η ψύχρα του βουνίσιου κατεβατού μας αναγκάζει να σηκωθούμε. Κι’ όλο ανεβαίνουμε. Ένα ποικιλόχρωμο ανθρώπινο κομπολόϊ αργοσέρνεται στη γυμνή και απότομη πλαγιά. Σε λίγο φτάνουμε σε1567μ. ύψος, στην αρχή του οροπεδίου του Χαλικιού. Το έδαφος στρωμένο με αλπική βλάστηση. Πάνω δεξιά ο φαλακρός όγκος της Τριανταφυλλιάς. Δεν αργούμε να φτάσουμε στη Χαλικόβρυση που την προηγούμενη μέρα ο Γιώργος από το Νεροχώρι με τους άλλους της ομάδας αναγνώρισης είχε καθαρίσει και επιδιορθώσει. Υψόμετρο 1557μ. Τρώμε ό,τι έχουμε μαζί μας. Οι ζεστές ακτίνες του ήλιου μας ανακουφίζουν. Οι ψάλτες της παρέας μας ψέλνουν το τροπάριο της Προυσιώτισσας «Της Ελλάδος απάσης συ προϊστασαι πρόμαχος…» Η απαγγελία ενός εξαιρετικού ποιήματος κάποιας πονεμένης ψυχής για το ιερό Προσκύνημα μας συγκινεί και δίνει το σύνθημα να ξεκινήσουμε πάλι.
Βαδίζουμε άνετα διασχίζοντας τον αυχένα που χωρίζει Αιτωλία και Ευρυτανία. Αφήνοντας αριστερά τη Φλώρα και το Ξεροβούνι παίρνουμε τον κατήφορο προς το Μετόχι. Ευτυχώς οι φίλοι Τορνιώτες έχουν καλά συντηρήσει και σηματοδοτήσει το μονοπάτι. Μπροστά και δεξιά μας απλώνεται η πανέμορφη Ευρυτανία. Δεν ξέρουμε τι να πρωτοθαυμάσουμε. Τα ψηλά βουνά, τα απέραντα σκιερά δάση, τις βαθιές χαράδρες, τα χωριά σκαρφαλωμένα στις απότομες πλαγιές; Κι όλο κατεβαίνουμε. Φτάνουμε στα λιβάδια του Τόρνου, πριν το Μετόχι. Τα χόρτα ψηλά ως μισό μπόϊ. Με τα μπαστούνια τα παραμερίζουμε για να περάσουμε και να προγκήξουμε τυχόν κρυμμένα φίδια. Μετά μπαίνουμε στο πυκνό τορνιώτικο ελατοδάσος. Τώρα βαδίζουμε στη σκιά των ελάτων. Μας ξαφνιάζει ευχάριστα μια παρέα Τορνιωτών που κάνουν την ορειβασία τους χρησιμοποιώντας τα μονοπάτια που οι προοδευτικοί ντόπιοι συγχωριανοί τους έχουν χαράξει και συντηρούν.
Παίρνουμε δώρο τον 4σέλιδο οδηγό του Τόρνου που έχουν φτιάξει οι φιλοπρόοδοι μπροστάρηδές του, ευχαριστούμε για τη φιλοξενία τους και συνεχίζουμε την πορεία μας, πρώτα στο δασικό αμαξιτό δρόμο κα μετά στη σκιερή κατηφοριά με τα πολλά καγκέλια. Πολλοί σκέπτονται ότι η σημερινή πορεία ήταν μεγάλη ευκαιρία και τύχη. Έτσι νομίζουν! Γιατί μια απροσεξία ξεστρατίζει την ομάδα και κάποιοι αρχίζουν να δειλιάζουν. Ευτυχώς επεμβαίνουν οι ψύχραιμοι, ξαναβρίσκουμε το σωστό δρόμο και το κουράγιο, και κατά τη μια και μισή φτάνουμε κατάκοποι – αλλά και περήφανοι που τα καταφέραμε- στο πάρκιν του Μοναστηριού. Δροσιζόμαστε βιαστικά στη βρύση και οδηγούμε τα βήματά μας μπρος στη θαυματουργή εικόνα, γονατίζουμε, προσκυνάμε και ψελίζουμε στη Μεγάλη μας Μάνα τον πόνο και τα προβλήματά μας.
Τρέχοντας για το λεωφορείο που μας περιμένει για να επιστρέψουμε, νοιώθουμε μια ανείπωτη χαρά και μια πληρότητα εσωτερική που κάναμε αυτό το προσκύνημα με αυτόν τον δύσκολο τρόπο, που απολαύσαμε τη μαγεία της διαδρομής, που δοκιμάσαμε τις δυνάμεις μας, που υπηρετήσαμε και αναβιώσαμε την παράδοση, που ζητήσαμε τη χάρη της Προυσιώτισσας «εν κόποις και μόχθοις». Το ίδιο κάναμε και το 2010 (12-8-2010) με συμμετοχή 70 προσκυνητών και το 2011 με ακόμη μεγαλύτερη συμμετοχή.
Θερμές ευχαριστίες στην Υπεραγία Θεοτόκο για το κουράγιο και την προστασία που μας χάρισε. Επίσης στον ακούραστο Γιώργο από το Νεροχώρι που ήταν επικεφαλής στις ιερές πορείες μας και μας βοήθησε πολύ στη συντήρηση του μονοπατιού των προσκυνητών. Ακόμη στο Γεράσιμο από τον Τόρνο και τους συνεργάτες του, σ’ολους τους συμπροσκυνητές για τη συμμετοχή και την αγάπη τους καθώς και στους μπροστάρηδες από το Αργυροπηγάδι, το Δρυμώνα και την Αμβρακιά. Είθε η προσπάθεια μας να βρει μιμητές στις τοπικές κοινωνίες του αδικημένου νομού μας.
Αθανάσιος Β. Πυρπύλης – Αγρίνιο, Αμβρακιά