Η νηπιαγωγός Λένα Ντζούρβα σε ρεσιτάλ ερμηνείας ως «Λα Πουπέ» του ΔΗΠΕΘΕ
πηγή : Της Σαντρας Bουλγαρη / news.kathimerini.gr
Εδώ και μια εβδομάδα το σαλόνι μυρίζει τριαντάφυλλα. Τρία κόκκινα κι ένα κίτρινο που ήρθαν στο σπίτι μου από έναν όμορφο κήπο στο Παναιτώλιο Αιτωλοακαρνανίας. Αντεξαν ένα ολόκληρο ταξίδι (τυλιγμένα προσεκτικά από τον κύριο Γιαννούλη σε αλουμινόχαρτο), τη διαδρομή Αγρίνιο – Αθήνα με το ΚΤΕΛ. Εκεί στο Παναιτώλιο, ένα ήσυχο χωριό δέκα λεπτά από το Αγρίνιο και πολύ κοντά στη λίμνη Τριχωνίδα, ζει η Λένα Ντζούρβα. Μια νηπιαγωγός, μητέρα δύο μεγάλων παιδιών (ο γιος της αστυνομικός στην Αθήνα, η κόρη της στη Β΄ Λυκείου) η οποία, αν και εντελώς ερασιτέχνης στον χώρο του θεάτρου, διέπρεψε ως πρωταγωνίστρια στη «Λα Πουπέ» του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη, φετινή παραγωγή του ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου σε σκηνοθεσία Βασίλη Νικολαΐδη.
Η παράσταση, κυρίως η Λένα Ντζούρβα αφού το έργο είναι μονόλογος, εντυπωσίασε τους Αγρινιώτες οι οποίοι μέσα στα χρόνια ειδικά επί θητείας του Νικολαΐδη οικειοποιήθηκαν το θέατρο, έχοντας δει αρκετές «προχωρημένες» παραστάσεις. Προσωπικά είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω σε dvd τη «Λα Πουπέ» με την Ντζούρβα που μου έστειλε ο Βασίλης Νικολαΐδης λίγες μέρες πριν ανέβω στο Αγρίνιο (η παράσταση παρουσιάστηκε έως τις 25 Απριλίου στο ΔΗΠΕΘΕ της πόλης και πρόκειται να πάει στην Πάτρα με πιθανότητα να έρθει τον χειμώνα στην Αθήνα) και ένιωσα κι εγώ πως η Λένα Ντζούρβα ήταν όπως μου τα έλεγε εκείνος: ένα σπάνιο ταλέντο.
Αυτή η εντύπωση δεν ήταν τίποτα μπροστά στη φυσιογνωμία που συνάντησα να με περιμένει στην είσοδο του ΔΗΠΕΘΕ, Τετάρτη μεσημέρι, σε ένα Αγρίνιο που έβραζε από τη ζέστη. Η «Λα Πουπέ» αυτοπροσώπως.
Η Λένα Ντζούρβα μάς καθοδήγησε σαν απόλυτη επαγγελματίας στον χώρο του θεάτρου, όπου ανέβηκε στη σκηνή για να φωτογραφηθεί με τα ρούχα της «Λα Πουπέ». Αξιαγάπητη, αθώα, ανεπιτήδευτη, και όμως είχες την αίσθηση ότι το θέατρο είναι το δεύτερο σπίτι της.
Της ζητήσαμε με τον φωτογράφο να θυμηθεί από την αρχή. «Μου είπε ο κύριος Νικολαΐδης να το κάνουμε και είπα ναι. Οταν ήρθε η ώρα να ανέβω στη σκηνή για την παράσταση τότε κατάλαβα. Ωραία, να το κάνουμε, αλλά τώρα τι θα κάνω που σβήνουν τα φώτα; Εδώ μόνη μου στο σκοτάδι, ποιος θα μου κρατάει το χέρι; Θα θυμηθώ τις ατάκες μου;». Αμέσως μου ζητάει συγγνώμη. «Μα μην προσβάλω κανέναν, ποια είμαι εγώ, μήπως αυτά που λέω ακούγονται απλοϊκά;». Τη διαβεβαιώνω πως όλα πάνε καλά και στριμωχνόμαστε σε ένα ταξί για να πάμε στο Παναιτώλιο να δούμε τον χώρο όπου εργάζεται και ζει. «Ας κάτσουμε εμείς πίσω, εγώ δεν θα χωρέσω μπροστά» μου λέει με χιούμορ που αφοπλίζει.
Το βάπτισμα του πυρός
Φτάσαμε στο νηπιαγωγείο που διδάσκει λίγο μετά τις 3 το μεσημέρι σε ένα γαλήνιο, κοιμισμένο Παναιτώλιο. Εχω αρχίσει και χαλαρώνω από τους ρυθμούς της Αθήνας και ζηλεύω αυτή τη γαλήνη, αυτή την ομορφιά που με περιβάλλει. Κήποι με τριαντάφυλλα παντού, ησυχία, πράσινο.
Στη δροσερή αίθουσα του νηπιαγωγείου, ανάμεσα στα χάρτινα λουλούδια που έχουν φτιάξει οι μαθητές της για να καλωσορίσουν την άνοιξη, η Λένα Ντζούρβα, ως άλλη «Λα Πουπέ», μου διηγήθηκε πώς ξεκίνησαν όλα.
«Ξεκίνησα θέατρο στον ερασιτεχνικό θίασο του χωριού μας» μου είπε. «Πριν από περίπου δέκα χρόνια κάναμε μια ομάδα. Δύο φίλοι εκπαιδευτικοί είχαν πάει στη Γερμανία όπου γνώρισαν ένα ερασιτεχνικό συγκρότημα Ελλήνων δασκάλων που ζούσαν εκεί και όταν γύρισαν ήθελαν να κάνουν κάτι αντίστοιχο στο Παναιτώλιο. Με όλη τη δύναμή μου να σας στηρίξω αλλά πάνω στη σκηνή δεν ανεβαίνω, ντρέπομαι, τους είχα πει τότε όταν μου πρότειναν συνεργασία. Πώς με έπεισαν τελικά και ανέβηκα. Παρουσιάσαμε πολλά έργα, ένα τη χρονιά εδώ στο προαύλιο του δημοτικού τον Ιούλιο. Το χωριό μας το δέχτηκε πάρα πολύ καλά παρά τους δικούς μας φόβους ότι θα σκέφτονταν “πώς ανέβηκαν στη σκηνή άνθρωποι της διπλανής μας πόρτας, το παίζουν ηθοποιοί;”. Το φθινόπωρο του 2007 ο Βασίλης Νικολαΐδης με επέλεξε να παίξω την υπηρέτρια στην “Εντα Γκάμπλερ”, μετά μου έδωσε έναν ρόλο στη “Λοκαντιέρα”, το καλοκαίρι του 2008. Κρατήσαμε επαφή μέχρι που με πήρε το φθινόπωρο που μας πέρασε για να μου προτείνει τη Λα Πουπέ. Με την αφέλεια του ερασιτέχνη, χωρίς να σκεφτώ ότι έπαιρνα πάνω μου το κεντρικό έργο του ΔΗΠΕΘΕ, είπα ναι».
Στον δρόμο προς το σπίτι, με οδηγό τον κύριο Γιαννούλη τον άντρα της, η Λένα Ντζούρβα μου μίλησε για το τρακ που ένιωσε πριν από την πρεμιέρα της Λα Πουπέ. «Δεν πίστευα ότι μπορούσα να σταθώ πάνω στη σκηνή. Πήγα λίγο στα τυφλά στην αρχή στην Εντα Γκάμπλερ, ζούσα σε ένα όνειρο δεν είχα την αίσθηση της ευθύνης μου, στη Λοκαντιέρα ήταν ένα πανηγύρι, είχαμε πάει και περιοδεία, ήταν πολύ ωραία. Στη Λα Πουπέ είπα Παναγία μου, το θράσος μου, τι κάνεις εδώ, αλλά δεν γινόταν. Νομίζω ότι αυτό που αγαπάς πρέπει να το σπουδάζεις. Κι εγώ χρωστώ πολλά στους καταξιωμένους ηθοποιούς με τους οποίους είχα την τύχη να συνεργαστώ, κυρίως όμως στον κύριο Νικολαΐδη. Ηταν σε όλα από πίσω, εγώ έκανα απλώς τις κινήσεις».
Λίγο πιο μετά, στον κήπο του σπιτιού της φωτογραφίζεται κάτω από τα δέντρα ενώ την ίδια ώρα μας μιλάει. «Κάπως έτσι δεν την ψωνίζουν;» λέει και γελάμε όλοι. Τη ρωτάω εάν το περιβάλλον της, η οικογένεια, οι συνάδελφοί της την υποστήριξαν. «Από την οικογένειά μου είχα την μεγαλύτερη στήριξη, η μητέρα μου ήταν fan, ο άντρας μου (ο καλύτερος του χωριού, εγώ τον πήρα!) με ενθάρρυνε πάντα να κάνω ό,τι μου άρεσε, ασχολήθηκε με το σπίτι και τα παιδιά όταν έλειπα σε πρόβες. Και από τους προϊσταμένους και τις συναδέλφισσές μου είχα μεγάλη βοήθεια, ήμουν τυχερή».
Το θέατρο
Πριν φύγουμε πήγαμε μια μικρή βόλτα στις όχθες της λίμνης Τριχωνίδας. «Ηρθαμε την Πρωτομαγιά το βράδυ, φέραμε κεράκια και καθήσαμε». Βλέπω την εικόνα μπροστά μου και νιώθω πως δεν θέλω να φύγω από αυτόν τον γαλήνιο χώρο.
«Να σας πω κάτι. Στο βάθος η δουλειά μου ως νηπιαγωγός και το θέατρο έχουν ομοιότητες» ακούω τη φωνή της Λένας Ντζούρβα, σαν από μακριά. «Κι εγώ ως δασκάλα παίζω ρόλους, γίνομαι παιδάκι με τα παιδιά, τους διαβάζω παραμύθια και γίνομαι κι εγώ ήρωας για να το ζήσουν, γενικά πρέπει να παίζω τη χαρούμενη για να τα κρατήσω, όπως στο θέατρο πρέπει να πλησιάζεις το κοινό. Πώς να το πω; Για μένα το θέατρο είναι άλλος ένας χώρος που μπορώ να κάνω αυτό που αγαπάω, να δίνω συναισθήματα και να παίρνω συναισθήματα…».
Ο Β. Νικολαΐδης για τη Λένα Ντζούρβα και το ΥΠΠΟΤ
«Ενα από τα σημαντικότερα έργα ενός περιφερειακού φορέα είναι η αξιοποίηση του εγχώριου υλικού, το άλλο είναι ο τρόπος με τον οποίο μπορεί να επηρεάσει ζωές, κατευθύνσεις» μας λέει από την πλευρά του, σε τηλεφωνική συνομιλία με την «Κ», ο Βασίλης Νικολαΐδης σχετικά με τη συνεργασία του με τη Λένα Ντζούρβα. «Την πρωτογνώρισα όταν είχα ζητήσει το 2007 μια κυρία να παίξει μια υπηρέτρια στην “Εντα Γκάμπλερ” του Ιψεν.
Η Λένα είχε ένστικτο στο διάβασμα. Αυτό πάντως που μου έκανε εντύπωση ήταν το ανεπιτήδευτο της υποκριτικής της. Κάναμε φωτισμούς για την Πουπέ και μου είπε ότι ήθελε τα φώτα της πλατείας ανοιχτά. Οταν τη ρώτησα γιατί, μου είπε μα γιατί θέλω να τους βλέπω. Χωρίς καμία σπουδή στο θέατρο είχε καταλάβει τη βάση της τέχνης του, που είναι να μιλάς σε κάποιον, να απευθύνεσαι σε αυτόν.
Πολύ σπάνια βρίσκονται τέτοια ταλέντα»
Με αφορμή τις παραστάσεις της «Λα Πουπέ» με πρωταγωνίστρια τη Λένα Τζούρβα, η κουβέντα γύρισε σε ένα «καυτό» θέμα: την κατάσταση των ΔΗΠΕΘΕ σήμερα.
«Είναι δύσκολα τα πράγματα» λέει ο Βασίλης Νικολαΐδης. Το ΥΠΠΟΤ μας έχει σαν ξεγραμμένους. Παρόλο που έχουν υπογραφεί οι συμβάσεις, τα χρήματα δίνονται όποτε και εάν. Από το 2007 που είμαι καλλιτεχνικός διευθυντής στο Αγρίνιο έχω δει μια συνεχή υποβάθμιση και συρρίκνωση.
Πρώτα καθυστέρησαν έξι μήνες να πληρώσουν, μετά άρχισαν οι πολύ χαμηλές επιχορηγήσεις. Πρέπει να πω ότι εδώ στο Αγρίνιο ο δήμαρχος κάνει ό,τι μπορεί να μας βοηθήσει. Επειδή όμως κανείς δεν θα πάρει την ευθύνη να τα κλείσει, νομίζω ότι το ΥΠΠΟΤ θα τα αφήσει στη μοίρα τους.
Εμείς φέτος κάναμε πολύ λίγα, δύο μονολόγους και ένα παιδικό. Ηταν μία πάρα πολύ οικονομική χρονιά».