Ένας μαυροτσικνιάς (Egretta ardesiaca), είδος ερωδιού που ζει αποκλειστικά στην υποσαχάρια Αφρική, εθεάθη για πρώτη φορά στην ηπειρωτική Ευρώπη και συγκεκριμένα στην περιοχή Βαλτί, βόρεια των εκβολών του Αχελώου, στο Εθνικό Πάρκο των υγροτόπων Μεσολογγίου-Αιτωλικού.
Στις 3 Ιουνίου, δύο μέλη της Ορνιθολογικής Εταιρείας, ο Νίκος Μπούκας και ο Θόδωρος Κομηνός, παρατήρησαν έναν μαύρο ερωδιό μαζί με λευκοτσικνιάδες (Egretta garzetta). Αρχικά νόμισαν ότι επρόκειτο για θαλασσοτσικνιά (Egretta gularis), έναν σκούρο ερωδιό του οποίου η εξάπλωση φτάνει έως την Αίγυπτο και έχει εμφανιστεί αρκετές φορές στη Νότια Ευρώπη. Η αποκάλυψη έγινε όταν το πτηνό άρχισε να τρέφεται. Τα μέλη της οργάνωσης παρατήρησαν ότι αντί για το φυσιολογικό «περπάτημα και κάρφωμα» των κοινών ερωδιών, αυτός, με μια απότομη κίνηση, έφερνε τις φτερούγες του μπροστά, καλύπτοντας κεφάλι και λαιμό. Από μακριά, έμοιαζε με ολοστρόγγυλη μαύρη ομπρέλα πάνω από την επιφάνεια του νερού. Αυτό κρατούσε λίγα δευτερόλεπτα και μετά έπαιρνε και πάλι τη φυσιολογική του στάση, περπατούσε λίγα μέτρα και ξανά τα ίδια.
Το νέο μεταδόθηκε σαν αστραπή στους παρατηρητές πουλιών και ήδη πολλοί έχουν καταφθάσει στην περιοχή από όλη την Ελλάδα αλλά και από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ο μαυροτσικνιάς φαίνεται να έχει εγκατασταθεί σε μια αποικία λευκοτσικνιάδων. «Πάντα υπάρχει ιδιαίτερη χαρά όταν βλέπουμε νέα είδη πουλιών στην Ελλάδα. Φέτος έχουμε ήδη δύο: έναν σκουφοπετρόκλη (Oenanthe monacha) στο Νέστο τον περασμένο Μάιο, είδος που το περιμέναμε αφού απαντά τυχαία σε γειτονικές μας χώρες, και τώρα ο μαυροτσικινιάς, μια οπωσδήποτε εντυπωσιακή καταγραφή που κανείς δε φανταζόταν», λέει ο γραμματέας της Επιτροπής Αξιολόγησης Ορνιθολογικών Παρατηρήσεων (ΕΑΟΠ) Νίκος Προμπονάς.
Από την πλευρά του, ο Κώστας Παπακωνσταντίνου, επίσης μέλος της EAOP, επιχειρεί να δώσει μια εξήγηση για το πώς βρέθηκε ο μαυροτσικνιάς στην Ελλάδα: «Πιθανώς τον περασμένο χειμώνα ο μαυροτσικνιάς να συνάντησε μια ομάδα λευκοτσικνιάδων που διαχείμαζαν στην Αφρική και τους ακολούθησε όταν αυτοί επέστρεψαν στην Ευρώπη. Σε αυτή την επιλογή ίσως να συντέλεσαν και τοπικές αρνητικές περιβαλλοντικές συνθήκες, όπως ξηρασία». Στην πραγματικότητα, όμως, ποιος ξέρει τι έγινε;
πηγή : in.gr (Φωτογραφία: Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία)