Γράφει η Ηρώ Κ. (iroka@agrinioculture.gr)
Σε συνάντησα και πάλι χτες με την ίδια αφορμή
Δεν άλλαξες καθόλου
Δώσαμε πάλι δυνατά τον ίδιο όρκο
«όσο κι αν χτίζουν φυλακές κι αν ο κλοιός στενεύει ο νους μας είναι αληταριό πάντα θα δραπετεύει»
Ακολούθησε το γνωστό σύνθημα, αυτή τη φορά με πιο πολύ πάθος
«λευτεριά σ’ όσους είναι στα κελιά».
Ποιούς εννοείς; Ή καλύτερα ποια κελιά ακριβώς;
Χαμογέλασα συγκαταβατικά δεν ήθελα να στο χαλάσω, ποτέ δεν θέλω
Έπειτα το γνωστό εκείνο που λέει για την Αμερική, όπου επαναλαμβάνεις πάντα τους ίδιους στίχους «σα στρείδια στο κατάστρωμα οι μετανάστες όλοι» και μετά
«θα τους στοιβάξουν στη σειρά οι ξένοι πολισμάνοι»
Δεν άκουσα όμως να φωνάζεις
«άλλοι θα βρουν τον τρόπο τους και θα ευδοκιμήσουν
και άλλοι ως να πεθάνουνε τη δίψα δε θα σβήσουν»
Φοβάσαι μήπως δεν είσαι στους πρώτους, έτσι δεν είναι;
Αυτή τη φορά είχε κι άλλα συνθήματα που δεν σ’ είχα ακούσει ποτέ να λες
«φασίστες μπιιιιιιιιιπ έρχονται κρεμάλες»
Αυτό με ‘κανε να νιώσω άβολα για να είμαι ειλικρινής.
Εσύ; Εσύ που απεχθάνεσαι τη βία;
Ντροπή
Άκουσα να τραγουδάς δυνατά, πιο δυνατά από ποτέ,
«κοίτα οι άλλοι έχουν κινήσει έχει η πλάση κοκκινίσει …
αν ξυπνήσεις, μονομιάς θα ‘ρθει ανάποδα ο ντουνιάς»
Γύρισα και σε κοίταξα. Τι ξέρεις από κόκκινο εσύ; Τι ξέρεις από αίμα; Μόνο απ’ αυτό έχει ώς τώρα κοκκινίσει η πλάση.
Σε ποιον φωνάζεις; Ποιος είν’ αυτός που πρέπει να ξυπνήσει;
Τέλειωσε η «παράσταση» και μαζί κι οι φωνές σου. Ποιος ξέρει τώρα πότε θα σε ξαναδώ;
Πού «τραγουδάς» τις μέρες;
Περπάτησα μέχρι το σπίτι και σιγοτραγουδούσα κάτι που δεν ακούστηκε
Καληνύχτα μ@λ@κ@, η ζωή έχει πλάκα