Γράφει ο Β.Μ.
Η βιομάζα αποτελεί την τέταρτη μεγαλύτερη πηγή ενέργειας μετά τον λιγνίτη (coal), το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο και σταδιακά γίνεται η σημαντικότερη εναλλακτική επιλογή για καύσιμο στην Ευρώπη, (συνεισφέροντας 60% της συνολικής παραγωγή ανανεώσιμής ενέργειας εντός της Ε.Ε).
Με τον όρο βιομάζα αποκαλείται οποιοδήποτε υλικό παράγεται από ζωντανούς οργανισμούς (όπως είναι το ξύλο και άλλα προϊόντα του δάσους, υπολείμματα καλλιεργειών, κτηνοτροφικά απόβλητα, απόβλητα βιομηχανιών τροφίμων κ.λπ.). Η ενέργεια που είναι δεσμευμένη στις φυτικές ουσίες προέρχεται από τον ήλιο. Με τη διαδικασία της φωτοσύνθεσης, τα φυτά μετασχηματίζουν την ηλιακή ενέργεια σε βιομάζα. Οι ζωικοί οργανισμοί αυτή την ενέργεια την προσλαμβάνουν με την τροφή τους και αποθηκεύουν ένα μέρος της. Αυτή την ενέργεια αποδίδει τελικά η βιομάζα, μετά την επεξεργασία και τη χρήση της. Είναι μια ανανεώσιμη πηγή ενέργειας γιατί στην πραγματικότητα είναι αποθηκευμένη ηλιακή ενέργεια που δεσμεύτηκε από τα φυτά κατά τη φωτοσύνθεση.
Η ευρύτερη έννοια του όρου περιλαμβάνει πληθώρα πηγών σχετικά με την πρώτη ύλη με κυρίαρχο υλικό της πελέτες για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Οι πελέτες (pellets) παράγονται με την ξήρανση και συμπίεση ακατέργαστου ξύλου, αρχικά μειώνεται η υγρασία στο 10% και στην συνέχεια συμπιέζονται για να μειωθεί ο όγκος και να αυξηθεί η πυκνότητα. Τα πλεονεκτήματα έναντι των άλλων μορφών βιομάζας όπως τα ρινίσματα ξύλου, τα γεωργικά και δασικά υπολείμματα έγκειται στην ευκολία αποθήκευσης και διαχείρισης καθώς και στην υψηλή θερμική – ενεργειακή απόδοση (της τάξεως του 85%).
Στην Ελλάδα υπάρχει μεγάλη διαθεσιμότητα pellets βιομάζας καθόσον λειτουργούν 5 εργοστάσια παραγωγής πελετών, ενώ εντός του 2010 άρχισε παραγωγή και ένα έκτο στο Νευροκόπι που είναι και το μεγαλύτερο στη χώρα. Συγκεκριμένα η ζήτηση για συσσωματώματα ξύλου (pellets) στην Ευρώπη προβλέπεται να φθάσει 29 εκατομμύρια τόνους μέχρι το 2020, εκ των οποίων περίπου 19 εκατ. τόνους ή 66% θα πρέπει να εισάγονται από χώρες εκτός της ηπείρου
“Αν κλιμακωθεί εντός πλαισίων, η βιομάζα μπορεί να γίνει οικονομικά ανταγωνιστική σε σχέση με άλλες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και οι τεχνολογίες ορυκτών καυσίμων και να συνεχίσει να είναι μια σημαντική πηγή ανανεώσιμης ενέργειας πέρα από το 2020″ – Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Κλίματος (European Climate Foundation,2010)
Μεγάλο μέρος της βιομηχανικής ζήτησης βιομάζας στην Ευρώπη έχει προωθηθεί από το Εθνικό Σχέδιο για την ανανεώσιμη ενέργεια (NREAP) με δεσμεύσεις, οι οποίες ορίζουν ότι τουλάχιστον το 20% της συνολικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ πρέπει να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μέχρι το 2020 (δεύτερη φάση του πρωτοκόλλου του Κιότο). Με βάση τον στόχο που ορίστηκε , οι εταιρείες κοινής ωφέλειας είναι υποχρεωμένες να παράγουν ένα ορισμένο ποσοστό της ηλεκτρικής ενέργειας με τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Γι ‘αυτούς τους παραγωγούς μεγάλης κλίμακας, η βιομάζα παρέχει μια λύση για την κάλυψη μείωσης των εκπομπών και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Στην παραγωγή ενέργειας σε μικρότερη κλίμακα η χρήση της βιομάζας φαίνεται να επιτυγχάνει ευκολότερα το πολυπόθητο ισοζύγιο. Υπάρχουν αρκετές εγκαταστάσεις και εφαρμογές στην Ελλάδα όπου απόβλητα της γεωργικής παραγωγής χρησιμοποιούνται για την θέρμανση θερμοκηπίων αντικαθιστώντας αντίστοιχα συστήματα θέρμανσης ορυκτών καυσίμων. Πρόσφατα (2011) άρχισε να δραστηριοποιείται ο τομέας της ηλεκτρικής παραγωγής με χρήση βιομάζας, αρκετές εταιρίες και ιδιώτες στρέφονται στην βιομάζα ως επένδυση, με αιτήσεις που αγγίζουν τα 304ΜW (στοιχεία 2010 – 2013).
Μηδενικό ισοζύγιο CO2 αλήθεια ή μύθος
Ένα από τα σημαντικά σημεία διαφωνίας των επιστημόνων είναι το αν τελικά η χρήση βιομάζας για την παραγωγή ενέργειας έχει πραγματικά μηδενικό ισοζύγιο διοξειδίου του άνθρακα. Εάν δηλαδή πράγματι το CO2 που απελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα κατά την αξιοποίηση της βιομάζας είναι στα ίδια επίπεδα με το CO2 που απορροφάται από τις καλλιέργειες που παράγουν βιομάζα. Η καύση της βιομάζας καθεαυτή δεν έχει ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα, αλλά εκπέμπει πολύ λιγότερο άνθρακα από την καύση ανάλογου ποσού ορυκτών καυσίμων. Τα ορυκτά καύσιμα αποδεσμεύουν διοξειδίου του άνθρακα που δεσμεύτηκε πριν από εκατομμύρια χρόνια, ενώ η βιομάζα επιστρέφει άνθρακα που έχει απορροφηθεί πιο πρόσφατα.
Σε μεγάλο βαθμό η απάντηση εξαρτάται από το είδος της βιομάζας και τις συνθήκες παραγωγής της. Η μεγαλύτερη πηγή βιομάζας στην παραγωγή ενέργειας παγκοσμίως αποτελεί αυτή τη στιγμή η δασική ξυλεία. Για να καλυφθεί κάποια στιγμή στο μέλλον σημαντικό μέρος των ενεργειακών αναγκών μιας χώρας χρησιμοποιώντας την δασική ξυλεία απαιτείται παράλληλα ένα εκτενές πρόγραμμα ελεγχόμενης υλοτομίας και αναδάσωσης. Για να επιτευχθεί το μηδενικό ισοζύγιο πρέπει ο ρυθμός αναδάσωσης να είναι τέτοιος που να αγγίζει το ρυθμό καύσης και κατανάλωσης των μονάδων παραγωγής εγχείρημα μάλλον δύσκολο.
Χαρακτηριστικό είναι επίσης το παράδειγμα του Κέντρου Επεξεργασίας Λυμάτων της Ψυτάλλειας που αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό βιοαερίου προερχόμενου από επεξεργασία λυμάτων και διαθέτει την μεγαλύτερη εγκατεστημένη ισχύ (49,15MWth) σε εγκαταστάσεις ενεργειακής αξιοποίησης βιοαερίου στην Ελλάδα.
Η παραγωγή του βιοαερίου πραγματοποιείται κατά τη διεργασία της αναερόβιας χώνευσης της ιλύος που προέρχεται από την επεξεργασία των εισερχομένων λυμάτων στο ΚΕΛ Ψυττάλειας. Η αναερόβια χώνευση της ιλύος πραγματοποιείται σε 8 χωνευτές, συνολικού όγκου 80.000 κ.μ. Το βιοαέριο στο ΚΕΛ Ψυττάλειας αποτελείται κυρίως από μεθάνιο (61-65%) και διοξείδιο του άνθρακα (34-38%), είναι χρήσιμο καύσιμο και αποτελεί ανανεώσιμη πηγή ενέργειας. Είναι σαφώς καθαρότερο από τους ορυκτούς άνθρακες και εκπέμπει λιγότερο διοξείδιο του άνθρακα. Η μέση παραγόμενη ποσότητα βιοαερίου στο ΚΕΛ Ψυττάλειας ανέρχεται σε περίπου 75.000 κ.μ./ημέρα και αξιοποιείται ως καύσιμο για την θέρμανση των χωνευτών, για την θερμική ξήρανση της ιλύος, καθώς στις αεριομηχανές των μονάδων για την παραγωγή ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας.
Το παραγόμενο βιοαέριο, που αποτελεί ανανεώσιμη πηγή ενέργειας, αξιοποιείται στην λειτουργία των εγκαταστάσεων του ΚΕΛ Ψυττάλειας και παράλληλα, με την ελεγχόμενη καύση του στην μονάδα θερμικής ξήρανσης και στις μονάδες ΣΗΘΕ, επιτυγχάνεται σημαντική μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα έναντι της καύσης του σε δαυλούς. Επιπλέον, επιτυγχάνεται εξοικονόμηση καυσίμου για την παραγωγή θερμικής ενέργειας για τη θέρμανση των χωνευτών και την ξήρανση της ιλύος έναντι της καύσης ορυκτών καυσίμων, καθώς και παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Το ετήσιο οικονομικό όφελος, που προέρχεται από τη μείωση των αναγκών αγοράς, τόσο φυσικού αερίου για την ξήρανση της ιλύος, όσο και ηλεκτρικής ενέργειας λόγω της παραγωγής και ιδιοκατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας ανέρχεται σε περίπου 2,5 εκατομμύρια ευρώ.
Πανάκεια υπό όρους.
Η χρήση βιομάζας για την παραγωγή ενέργειας αποδεικνύεται περισσότερο ή λιγότερο αποδοτική και περιβαλλοντικά φιλική ανάλογα με το είδος βιομάζας που χρησιμοποιείται, την τεχνολογία που θα χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή ενέργειας καθώς και τις συνθήκες που επικρατούν στα σημεία παραγωγής και χρήσης της. Οι επιστήμονες φαίνεται να συμφωνούν πως ορισμένες εφαρμογές παρουσιάζουν σημαντικά προβλήματα. Ωστόσο, οι τεχνολογικές εξελίξεις και η εμπειρία που αποκομίζεται από την διαχείριση των υπαρχόντων έργων αφήνουν σημαντικές ελπίδες για το μέλλον.
Πηγή:ecoskepsis.gr