Του Δημήτρη Παπαδάκη
Η διαπραγμάτευση ήταν αίτημα παλλαϊκό. Σε μια χώρα που η δικαιοσύνη δεν υπάρχει, στις πρώτες εκλογές που έγιναν μετά τη χρεοκοπία του 2012 το αίτημα ήταν η επαναδιαπραγμάτευση. Με αυτή την υπόσχεση εκλέχθηκε ο Σαμαράς. Αντ΄ αυτού όμως μαζί με το Βενιζέλο, ψήφιζαν ό,τι έρχονταν από τις Βρυξέλλες με ένα άρθρο. Έτσι προέκυψε ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας. Εκλέχθηκαν για να κάνουν διαπραγμάτευση και να χαλαρώσουν τη “θηλιά”… Αν νομίζουν ότι ήρθαν στην εξουσία επειδή οι Έλληνες έγιναν αριστεροί, ή αν νομίζουν ότι εκλέχθηκαν για ρήξη και… “Κούγκι”, θα το πληρώσουν ακριβά και δυστυχώς μαζί τους και η χώρα.
Παρά τα λάθη, παρά τη απειρία, παρά την ενδεχόμενη άγνοια κινδύνου, η κυβέρνηση κατάφερε να διαπραγματευτεί και να μην πει αμέσως ναι σε όλα. Όμως τα πλαίσια, κυρίως τα χρηματοδοτικά, είναι ασφυκτικά. Ήταν πριν τις εκλογές ασφυκτικά και έγιναν ακόμη περισσότερο μετά από αυτές. Στη συνείδηση των περισσότερων πιστώνεται σε σχέση με την προηγούμενη κυβέρνηση η διάθεση για διαπραγμάτευση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, όμως δεν φτάνουν οι προθέσεις… Το αποτέλεσμα είναι εκείνο που κρίνει τα πάντα. Και υπάρχει τεράστιος κίνδυνος το αποτέλεσμα να είναι πολύ κακό, ολέθριο σε σχέση με τις προσδοκίες. Ήδη αυτούς τους σχεδόν τέσσερις μήνες η διαπραγμάτευση έχει κουράσει τον κόσμο ψυχολογικά με όλα αυτά τα αντιφατικά μηνύματα (τη μια είμαστε κοντά σε συμφωνία, την άλλη πάμε για ρήξη) και έχει στεγνώσει την αγορά η αβεβαιότητα. Ένας μήνας αβεβαιότητας μεταξύ των εκλογών του 2012 δημιούργησε bank run και έκανε τα πράγματα πολύ οριακά. Τώρα διανύουμε τον τέταρτο μήνα αβεβαιότητας και το μαρτύριο της σταγόνας δεν λέει να τελειώσει.
Η κυβέρνηση πρέπει να το τελειώσει το θέμα. Ιδίως από τη στιγμή που μέχρι τώρα δεν μπόρεσε (ή δεν επιδιώξε) να έχει κάποια απτά αποτελέσματα σε θέματα δικαιοσύνης – διαφθοράς – διαπλοκής, που θα πρόσθεταν στο πολιτικό της κεφάλαιο. Το πολιτικό της κεφάλαιο όμως φθίνει… Πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι μπορούσαν να φανταστούν και οι αντίπαλοί της.