Του Δημήτρη Παπαδάκη
Όχι, δεν είναι το τρίτο μνημόνιο που καθιστά το ίδιο το ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ, ή αν προτιμάτε τα μνημονιακά και τα “αντιμνημονιακά” κόμματα. Είναι η πεισματική άρνησή τους στις ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η χώρα.
Το προχθεσινό παράδειγμα από τη διαδικασία της ψήφισης της δεύτερης φάσης των προαπαιτούμενων για τη συμφωνία είναι ενδεικτικό. Καταλαβαίνει κανείς γιατί αποφάσισαν να πάνε πίσω τα μέτρα για τη φορολογία των αγροτών, γιατί όμως πήγαν πίσω και τα μέτρα για την κατάργηση των πρόωρων συντάξεων; Δεν το καταλαβαίνουν ότι για να πληρώνει το χρεοκοπημένο κράτος και τα φαλιρισμένα ασφαλιστικά ταμεία σύνταξη σε ένα 50άρη ή 55άρη, μένουν άνεργοι 3-4 τουλάχιστον νέοι; Είναι δε εντυπωσιακό πως στη χρονική -τουλάχιστον- μετάθεση αυτού του μέτρου δεν αντέδρασαν ούτε τα δήθεν μεταρρυθμιστικά κόμματα (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι). Είδαμε εξάλλου από την προηγούμενη κυβέρνηση ήταν η “κοσμογονία μεταρρυθμίσεων” έμεινε στα λόγια. Από το ΣΥΡΙΖΑ φυσικά δεν θα μπορούσε να περιμένει κανείς κάτι περισσότερο.
Και αυτό το παράδειγμα είναι ενδεικτικό για το πόσο μνημονιακά είναι όλα αυτά τα κόμματα. Από το 2010 μέχρι σήμερα κανείς δεν θέλει να κυβερνήσει τη χώρα εκτός μνημονίου. Για να γίνει οτιδήποτε, εκτός αν πρόκειται βόλεμα φίλων ή επαγγελματικών ομάδων, πρέπει να είναι μέσα σε ένα μνημόνιο. Τι εμπόδιζε τη συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ να περιορίσει τις πρόωρες συντάξεις; Τι εμπόδιζε τον ΣΥΡΙΖΑ πριν στη διάρκεια της πολύμηνης διαπραγμάτευσης να ψηφίσει από μόνος του -χωρίς να περιμένει τη συμφωνία- κάποια μέτρα που πράγματικά χρειάζεται η κοινωνία και η οικονομία; Δεν θέλουν να κυβερνήσουν! Αυτή είναι η ουσία. Θέλουν να λένε για όλα τα περιοριστικά μέτρα ότι μας τα επιβάλλουν οι ξένοι.
ΥΓ1: Αν πρόκειται βόλεμα φίλων ή επαγγελματικών ομάδων, τότε ο Σαμαράς βαφτίζει μεταρρύθμιση το ξεπούλημα του ΟΠΑΠ στο Μελισσανίδη για λιγότερα από τα κέρδη μιας χρονιά του ΟΠΑΠ και Τσίπρας βαφτίζει δημοκρατία το άνοιγμα κομματικής προπαγάνδας (λέγε με ΕΡΤ).
ΥΓ2: Προφανώς το νούμερο ένα πρόβλημα της χώρας δεν είναι οι πρόωρες συντάξεις, αλλά από τη στιγμή που καμία συγκυβέρνηση δεν μπορεί και δεν θέλει να φέρει πίσω τα πάσης φύσεως κλεμμένα, από κάπου πρέπει να ξεκινήσουμε.