Του Δημήτρη Παπαδάκη
Η Ελλάδα σύρεται για τρίτη φορά μέσα σε λίγους μήνες στις κάλπες και το διακύβευμα αυτής της εκλογικής αναμέτρησης παραμένει εν πολλοίς άγνωστο… Αυτή φορά δεν ψηφίζουμε μνημόνιο ή αντιμνημόνιο. Αυτή τη φορά ψηφίζουμε για το ποιος θα το εφαρμόσει. Το μνημόνιο είναι δεδομένο, υπογεγραμμένο. Δεν θα μπορούσε βέβαια να γίνει διαφορετικά με ένα πολιτικό σύστημα που φοβάται να πει την αλήθεια στο λαό και αρκείται στη ψηφοθηρία μέσω αλλεπάλληλων ψεμάτων.
Με τον τρόπο που σκέφτονται τα περισσότερα, αν όχι όλα, τα κόμματα δεν χρειάζεται πολύ σκέψη για να καταλάβει κανείς ότι κανείς δεν θέλει να κερδίζει αυτές τις εκλογές. Αν το τζίνι εμφανίζονταν σε κάθε πολιτικό αρχηγό χωριστά και του πρόσφερε αυτοδυναμία στη βουλή, όλοι τους θα το διαολόστελναν. Μια νέα συγκυβέρνηση θα προκύψει αναγκαστικά μετά τις εκλογές. Είτε μια κεντροαριστερή συγκυβέρνηση (ΣΥΡΙΖΑ, Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ), είτε ο μεγάλος συνασπισμός (ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ).
Το ζητούμενο όμως για τον τόπο δεν είναι να σχηματιστεί μια κυβερνητική πλειοψηφία που θα ψηφίζει φοροκαταιγίδες στη βουλή. Το ζητούμενο είναι -και στη βουλή αλλά και στη κοινωνία- να υπάρξει μια πλειοψηφία που θα ξεπεράσει το δίλλημμα μνημόνιο- αντιμνημόνιο ή το δίλλημμα ευρώ – δραχμή. Ο τόπος χρειάζεται και το μνημόνιο και το αντιμνημόνιο, χρειάζεται μια βελούδινη ανατροπή του κακού μνημονίου που έφερε ο Τσίπρας. Για να μείνει η χώρα στο ευρώ, να μην γίνουν οι πλούσιοι πλουσιότεροι με τη δραχμή και να μην γίνει η χώρα ουραγός της Βαλκανικής.
Από το 2010 σε αυτή τη χώρα τίποτε δεν γίνεται, αν δεν το προβλέπει το μνημόνιο. Η εκ των έσω ανατροπή του μνημονίου, θα γίνει με ένα δικό μας ελληνικό μνημόνιο, με το οποίο η χώρα θα πάρει μπρος. Χρειάζονται για παράδειγμα θεσμικές αλλαγές που δώσουν ένα αίσθημα πραγματικών αλλαγών και δικαιοσύνης στους πολίτες. Αλλαγές στη δικαιοσύνη και στην αντιμετώπιση της διαφθοράς, κατάργηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών, να επιβληθεί επιτέλους φόρος στις τηλεοπτικές διαφημίσεις που είναι το μόνο πράγμα που όλα τα μνημόνια προέβλεπαν και ποτέ δεν εφαρμόστηκε. Χρειάζεται να μειωθεί ο αριθμός των βουλευτών (με απλό νόμο το Σύνταγμα προβλέπει ότι ο αριθμός των βουλευτών μπορεί να γίνει 200). Και κυρίως χρειάζεται πρώτον να μην πάψει η αντιμετώπιση του δημόσιου τομέα ως ιερή αγελάδα και δεύτερον να καθιερωθεί ένας ετήσιος στόχος είσπραξης από τη διαφθορά και τη διαπλοκή, από τα λεφτά που θα πληρώσουν οι κλέφτες για να γλιτώσουν τη φυλακή. Έτσι και ο ΕΝΦΙΑ μπορεί να καταργηθεί και πολλά άλλα…