Κείμενο-Φωτογραφίες: Διονύσης Μαμάσης M.Sc.
Περιβαλλοντολόγος-Χαρτογράφος
Δημοσιεύθηκε στο http://oikipa.gr/
Στο φύλλο της “εν αιθρία” Σεμπτεβρίου 2011 δημοσιεύσαμε άρθρο με τίτλο “Δυναμίτες και υπεραλίευση πλήττουν την Τριχωνιδα!”. Ένα θέμα πραγματικά που μαστίζει το υγροτοπικό οικοσύστημα της λίμνης και το ταλανίζει εδώ και πολλά χρόνια δίχως να ληφθούν μέτρα και να παρθούν σημαντικές αποφάσεις από τους αρμοδίους. Παρόλο που η Τριχωνίδα ανήκει στο οικολογικό δίκτυο Natura 2000 η λίμνη παρουσιάζει σημαντικό θεσμικό και νομοθετικό κενό ως προς την προστασία και τη διαχείριση της.
Προσφέρει πολλαπλές υπηρεσίες και αγαθά στους κατοίκους των παραλίμνιων οικισμών και οι συχνές καταγγελίες από τους ενεργούς πολίτες παρατριχώνιων κοινοτήτων και τους τοπικούς συλλόγους της περιοχής τονίζουν για τις ασύνετες δραστηριότητες με την παράνομη χρήση δυναμίτη και την υπεραλίευση του λιμνιαίου οικοσυστήματος. Τα παραπάνω οδηγούν όχι μονο στην υποβάθμιση του υδάτινου πλούτου αλλά και στην αλλοίωση του φυσικού περιβάλλοντος επιβαρύνοντας το υδατικό οικοσύστημα και τα ιχθυοαποθέματα.
Η Τριχωνίδα γνωστή και ως «Πέλαγος της Αιτωλίας» είναι από τις πιο πλούσιες λίμνες της Ευρώπης σε είδη ψαριών. Έχουν καταγραφεί είκοσι είδη από τα οποία τα δέκα οχτώ είδη ψαριών ζουν στη λίμνη και τα δυο διαβίουν στα ρέματα της. Διακρίνονται σε οχτώ οικογένειες ενώ εννιά παρουσιάζουν ενδημισμό και έντεκα από αυτά είναι βρώσιμα και αποτελούν αντικείμενο αλιευτικής εκμετάλευσης.
Ο νανογωβιός (Economidychtthys trichonis) είναι καθαρά ενδημικό της λίμνης και δεν υπάρχει πουθενά αλλού στον κόσμο. Το δε όνομα του το έλαβε προς τιμήν του καθηγητή Ζωολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Π. Οικονομίδη, ο οποίος το ανακάλυψε. Ο νανογωβιός είναι το μικρότερο ψάρι της Ευρώπης και από τα μικρότερα σπονδυλωτά στον κόσμο. Τα ώριμα και ενηλικιωμένα άτομα δε ξεπερνούν σε μήκος τα 35 χιλιοστά. Διακρίνεται από το λεπτό και ωχροκίτρινο σώμα του, με κάθετες σκοτεινόχρωμες λωρίδες, που είναι πολύ χαρακτηριστικές και εμφανίζονται στα δυο φύλα.
Από τα σημαντικά ενδημικά ψάρια είναι και το γλανίδι (Silurus aristotelis). Έλαβε το όνομά του προς τιμήν του μεγάλου μας φιλόσοφου Αριστοτέλη. Ήταν ο πρώτος που το περιέγραψε στο βιβλίο του «Ιστορίες των ζώων». Η γλανιδόπιτα μάλιστα είναι από τις αγαπημένες γαστρονομικές σπεσιαλιτέ της Τριχωνίδας.
Τα κουνουπόψαρα (Gambusia affinis) είναι επίσης πολύ ιδιόμορφα μικρά ψάρια. Κυνηγούν έντομα στην επιφάνεια κοντά στα υδρόφυτα που ονομάζουμε μυριόφυλλα. Το γνωστότερο ψάρι όμως είναι η αθερίνα (Atherina boyeti) που γεννά τα αβγά της νωρίς την Άνοιξη. Το Μάη τα νεαρά ψαράκια τρέφονται κατά κοπάδια στα πλούσια σε πλαγκτόν νερά των βάλτων. Η Τριχωνίδα αποτελεί τη μοναδική γνωστή υδατοσυλλογή γλυκού νερού όπου ζει και αναπαράγεται η αθερίνα. Το είδος αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση θαλασσινού ψαριού που, σε άγνωστη γεωλογική εποχή, εισήλθε στη λίμνη και προσαρμόστηκε απόλυτα στο γλυκό νερό. Ο αξιόλογος πληθυσμός της είναι αντικείμενο ιδιαίτερα αποδοτικής αλιείας με μεγάλη εμπορική αξία ενώ πουλιέται και στην αγορά της Αθήνας.
Το χέλι (Anquilla anquilla) κατά τη μεγαλύτερη διάρκεια της ζωής του διαβίει στα γλυκά νερά και για την αναπαραγωγή του διέρχεται στη θάλασσα. Μάλιστα στα Αμπάρια Παναιτωλίου είχε αναπτυχθεί από πολύ παλιά εμπόριο χελιών και άλλων ψαριών. Άλλωστε το τοπωνύμιο Αμπάρια πιστεύεται ότι διασώζει παραφθαρμένη τη λέξη “εμπόριο”.
Οι τσερούκλες (Scardinius acarnanicus) είναι κοινό κυπριονοειδές ψάρι που ψαρεύεται συχνά με καλάμι στην όχθη και μαγειρεύεται από τους ντόπιους με παραδοσιακό τρόπο.
H ποταμοσαλιάρα της Τριχωνίδας (Salaria Economidisi) το μικρό αυτό ενδημικό είδος, διακρίνεται από το σχήμα του κεφαλιού του, το ενιαίο ραχιαίο πτερύγιο και τις 3-5 σειρές από μικρές μαύρες κουκκίδες στο μάγουλο.
Στη λίμνη επίσης υπάρχουν η δρομίτσα (Rutilus ylikiensis) γνωστή για το τηγάνι της που συνοδεύεται με βραστά άγρια χόρτα της εποχής, η τριχωβελονίτσα (Cobitis trichonis), ο λουρογωβιός (Economidichthys pygmaeus), το στροσίδι (Barbus albanicus), η ντάσκα (Pseudiphoxius stymphalicus), η γουρνάρα (Tropidophoxinus hellenicu), η λίαρα (Phoxinellus pleurobipuncratus), κτλ.
Κάτω από το σημερινό καθεστώς αλιευτικής εκμετάλλευσης και χρήσεων του νερού, κανένα από τα αυτόχθονα είδη της λίμνης δεν μπορεί να θεωρηθεί σαν απειλούμενο, έστω και αν η αλιεία και ορισμένες δραστηριότητες επηρεάζουν την αφθονία τους. Αναγνωρίζοντας την οικολογική, βιολογική και αισθητική αξία, η λίμνη ζωής Τριχωνίδα αποτελεί ένα από τους σημαντικότερους οικολογικούς πλούτους και από τα πιο αξιόλογα υγροτοπικά σύστημα πανελληνίως.
Για το λόγο αυτό επιβάλλονται σημειακά οι πλωτές περιπολίες με την συστηματική αστυνόμευση και παρακολούθηση της λίμνης παράλληλα και της γειτονικής λίμνης Λυσιμαχίας που αποτελούν ένα ενιαίο οικοσύστημα. Είναι επιτακτική ανάγκη η διαφύλαξη της ιχθυοπανίδας, η διατήρηση των αποθεμάτων μέσω της ορθής διαχείριση της αλιευτικής παραγωγής θεσπιζοντας βιολογικά ορθές τεχνικές για τη μεγαλύτερη λίμνη της Ελλάδας.