Tης Αντιγόνης Κατσαδήμα
Πότε, τελικά, το κείμενο τελειώνει;
Είναι γνωστή η δεξιότητα του Χρήστου Στέργιογλου επί σκηνής σε όσους βλέπουν θέατρο, οπότε -πιθανότατα- θυμούνται τον ηθοποιό και από Τον βίο του Γαλιλαίου στο Εθνικό. Πράγματι, η αφηγηματική ικανότητά του να παραδίδει στο κοινό το κείμενο, με τρόπο απλό, καλοδουλεμένο και διαπεραστικό, κινείται σε δύο άξονες: από το ιερό της προσευχής, προσωπογραφικά, για να φτάσει το καίριο του αξιοθέατου θεατρικά. Έστω ότι ο ίδιος έλειπε, οι Διάφορες επιλογές Πέτρος, πριν ή μετά τις μουσικές παρεμβολές, θα εκτυλίσσονταν αλλιώς μπροστά μας. Ίσως και αδιάφορα.
Είναι καλό που η ιστορία της αφήγησης αρχίζει με την κοινοποίηση του εγκλήματος, ότι αδελφός σκοτώνει αδελφό. Συγκεντρώνει την προσοχή μας. Δεν είναι, ωστόσο, ξεκάθαρη η καταγωγή αυτής της απαγορευτικής-παραβατικής επιθυμίας. Αν ήταν φίλος που θα σκότωνε φίλο, στο κείμενο δεν θα άλλαζαν και πολλά πράγματα. Κατά τη διάρκεια της παράστασης, οι μουσικές επιλογές έρχονται για να ξεμπλοκάρουν το θέμα, τι έπεται και τι πρόκειται να φανεί στην συνέχεια. Ειρωνικά, ως η εκδίκηση του βρικόλακα, και κατά βάση μηχανικά, αφού γίνεται λόγος για την πλευρά Α και Β μιας κασέτας. Ενώ το κείμενο, με τις ακριβείς, λεπτομερείς περιγραφές και σε άλλα σημεία ταυτολογίες, ανασύρει στους θεατές εικόνες, το περιεχόμενο των οποίων τους είναι ήδη γνωστό μεν από την ζωή ή την ειδησεογραφική καθημερινότητα, αλλά πλέον διεκδικεί μια θέση στο θέατρο, εκτοπιστικά. Η πληροφορία ότι ο Ευθύμης Φιλίππου είναι ο συνεργάτης του Λάνθιμου, πάντως, συνδέεται με τα παραπάνω και έχει τη σημασία της, όσον αφορά στον υφολογικό αέρα του κειμένου.
Σκηνοθετικά, το λιγότερο είναι πιότερο, οι ελάχιστες κινήσεις του Χ. Στέργιογλου, που είναι όρθια καθιστός και στα μαύρα επί σκηνής, μέσα σε ένα λιτό γκρι μικρο-σκηνικό σε διαγώνιο άξονα με τον πιανίστα, Θανάση Τσαουσέλη, προσθέτουν στο χαρακτήρα του κειμένου. Όμως, η επισήμανση, κάθε φορά, του ηθοποιού, ότι αυτό είναι το τάδε κομμάτι της πλευράς Α, σκηνοθετικά θα μπορούσε να έχει μιαν άλλη –κινησιολογική-εκφορά, εφόσον είναι εξωστρεφές στοιχείο, την ώρα που μας απευθύνεται. Από τις φορές αυτές, μόνο μία σηκώθηκε, όταν το υπαγόρευε το κείμενο. Και, προσωπική εκτίμηση πάλι, η παράσταση λήγει κάπως απότομα, ‘‘μηχανικά’’. Αν αυτό ήταν το ΄΄φρένο΄΄ αντί η ‘‘τελεία’’ της, και ακολουθούσαν μια-δυο φράσεις, η εικόνα θα ήταν πιο άρτια. Μαζί και με ένα αντικείμενο οπτικό που θα παρέπεμπε στον νεκρό, σε αντίστιξη με το ηχητικό, την κασέτα.
Κείμενο: Ευθύμης Φιλίππου
Σκηνοθεσία: Αργυρώ Χιώτη
Πιάνο: Θανάσης Τσαουσέλης
Σκηνικός Χώρος: Μπάμπης Χιώτης
Κοστούμια: Χριστίνα Κάλμπαρη
Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας
Βοηθός Σκηνοθέτη: Αντώνης Αντωνόπουλος
Φωτογραφίες: Κική Παπαδοπούλου
Παίζει ο Χρήστος Στέργιογλου
Θέατρο Τέχνης Κάρολου Κουν, Φρυνίχου 14, Αθήνα