Του Δημήτρη Παπαδάκη
Δεν είναι κεραυνός εν αιθρία, το γεγονός ότι η χώρα είναι εξαιρετικά απίθανο να μπορέσει να δώσει απάντηση στο κυριότερο ίσως πρόβλημά της. Μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος το κύριο ζήτημα για τη χώρα δεν είναι άλλο από το επιτόκιο που μπορεί να πετύχει από τις αγορές για να αναχρηματοδοτήσει το χρέος της. Για να πετύχει η χώρα κάτι τέτοιο θα πρέπει να δώσει και ικανοποιητικές απαντήσεις σε μια σειρά από θέματα που ταλανίζουν την οικονομία. Τα “κόκκινα” δάνεια, το ασφαλιστικό, η γραφειοκρατία, η διαφθορά, η ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης, τα αντικίνητρα για επενδύσεις κ.α. Όλα μα όλα τα προβλήματα υφίστανται ακόμη.
Η εκτίμηση λοιπόν της Citigroup πως για τα επόμενα τέσσερα χρόνια τα ελληνικά ομόλογα θα συνεχίσουν να βρίσκονται εκτός «επενδυτικής βαθμίδας» και πως η αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ θα επιβραδυνθεί και πάλι τα επόμενα τέσσερα χρόνια (2019-2022) είναι αναμενόμενη. Αναμενόμενη όχι μόνο γιατί δομικά προβλήματα της οικονομίας δεν επιλύονται, αλλά και γιατί η διεθνής οικονομική συγκυρία αλλάζει (αύξηση τιμών ενέργειας, ολοκλήρωση προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης, εμπορικοί πόλεμοι κτλ). Μετά την κρυάδα του πρώτου “μεταμνημονιακού” διαστήματος, το τραπεζικό sell-off στο χρηματιστήριο και την άνοδο των επιτοκίων δανεισμού, ο Υπουργός Οικονομικών επισήμανε ότι η επιστροφή σε εκδόσεις ομολόγων είναι στόχος σε “μεσοπρόθεσμο” ορίζοντα. Κάτι που σημαίνει ότι η έξοδος στις αγορές μετατίθεται στην καλύτερη για τα μέσα του 2019…
Το ζήτημα όμως είναι ότι οι αγορές ξέρουν πόσο αντέχει η χώρα. Το «μαξιλάρι ρευστότητας» για τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας μέχρι και το 2022 είναι συγκεκριμένο. Άρα οι αγορές ξέρουν πότε μας τελειώνουν τα λεφτά. Εμείς δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει δυστυχώς. Γιατί, όσο πιο κοντά σε αυτό το χρονικό όριο (αναγκαστεί να) δανειστεί η χώρα, τόσο υψηλότερο θα είναι το επιτόκιο. Όσο πιο μακρυά από αυτό το χρονικό όριο καταφέρει η χώρα να επιτύχει ένα βιώσιμο επιτόκιο, τόσο καλύτερα για την ίδια. Όσο όμως νομίζουμε ότι δεν επείγει η έξοδος στις αγορές, με τόση ραθυμία αντιμετωπίζονται τα δομικά προβλήματα της οικονομίας και όσο τα δομικά προβλήματα της οικονομίας δεν αντιμετωπίζονται, με τόση δυσπιστία και ανάλογο επιτόκιο θα αντιμετωπίζεται η χώρα από τις αγορές. Αυτό το πολιτικό σύστημα δεν φαίνεται να το έχει καταλάβει. Και αν δεν αλλάξει κάτι, θα ξυπνήσουμε όταν «μαξιλάρι» αδειάσει… Ίσως όμως τότε να είναι πολύ αργά!