Του Δημήτρη Παπαδάκη
Καθώς οι τράπεζες μέσω του «σχεδίου Ηρακλής» επιταχύνουν την προσπάθεια για απομείωση των «κόκκινων» δανείων από τους ισολογισμούς τους, οι πλειστηριασμοί αναμένεται να πολλαπλασιαστούν έτι περαιτέρω το επόμενο διάστημα και φυσικά στην διάρκεια του 2020. Σύμφωνα με στοιχεία που έγιναν γνωστά, τον Σεπτέμβριο που πέρασε διενεργήθηκαν 2.195 πλειστηριασμοί, ενώ μέχρι το τέλος του έτους θα γίνουν τουλάχιστον άλλες 5.000. Συνολικά από την αρχή του χρόνου έχουν διενεργηθεί 11.999 πλειστηριασμοί.
Τα funds που αποκτούν πακέτα στεγαστικών ή και επιχειρηματικών δανείων δεν θα διστάσουν να προχωρήσουν σε εκποιήσεις. Και προφανώς θα βγουν στο σφυρί και πρώτες κατοικίες. Το όλο ζήτημα αργά ή γρήγορα θα αποκτήσει και κοινωνικές διαστάσεις και πιθανότατα η κυβέρνηση θα κληθεί, όπως συμβαίνει πάντα με αυτόν που σκάει στα χέρια του η βόμβα, να επωμιστεί το πολιτικό κόστος αναλόγως του μεγέθους των κοινωνικών επιπτώσεων που θα λάβει το φαινόμενο.
Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την πρώτη κατοικία, θα πρέπει η κυβέρνηση να λάβει μέτρα, προκειμένου να μην υπάρξει περαιτέρω κοινωνικό πρόβλημα. Και η λύση βεβαίως δεν μπορεί να δοθεί με… εκ νέου απαγόρευση των πλειστηριασμών. Θα πρέπει επιτέλους να διδαχθούμε από το λαϊκισμό του νόμου Κατσέλη! Ένας νόμος που αποσύρει την απειλή της κατάσχεσης σε όποιον δεν πληρώνει παρασύρει και αυτούς που μπορούν να πληρώσουν να μην το κάνουν. Έτσι παραβιάστηκε ένας βασικός νόμος της αγοράς που λέει πως δεν είναι δυνατόν αυτός που δεν πληρώνει τα χρέη του να μην έχει συνέπειες. Ο νόμος Κατσέλη δεν κατάφερε ούτε καν να «συγκρατήσει» τα «κόκκινα» δάνεια. Το ύψος των «κόκκινων» στεγαστικών στο τέλος του 2018 έφτασε στα 27,1 δισ. ευρώ! Ο νόμος Κατσέλη έχει σημαντικό μερίδιο ευθύνης για το γεγονός πως η Ελλάδα έκανε εννιά χρόνια να βγει από τα μνημόνια (όπως βγήκε τέλος πάντων). Δεν επιτρέπεται ξανά να πέσουμε σε αυτό το λαϊκισμό που οδήγησε σε γιγάντωση του προβλήματος με τη γεωμετρική αύξηση των «κόκκινων» δανείων, που ακόμη και σήμερα αποτελεί «βόμβα» στα θεμέλια της οικονομίας, μη αφήνοντας τις τράπεζες να παίξουν το ρόλο τους χρηματοδοτώντας την πραγματική οικονομία.
Αυτό που πρέπει να γίνει είναι βεβαίως να ξεχωρίσει η ήρα από το στάρι, δηλαδή αυτοί που θέλουν να πληρώσουν τα δάνειά τους και δεν έχουν να τα πληρώσουν από αυτούς που έχουν αλλά δεν θέλουν. Οι λεγόμενοι στρατηγικοί κακοπληρωτές κατάφεραν να κρυφτούν μέσα στο νόμο Κατσέλη. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν ήρθη το τραπεζικό απόρρητο για τους δανειολήπτες που είχαν υπαχθεί στο καθεστώς του νόμου Κατσέλη, κάμποσοι με πρωτοβουλία δική τους και όχι των τραπεζών, έσπευσαν να… αποχωρήσουν από το προστατευτικό πλαίσιο του νόμου Κατσέλη.
Είναι λοιπόν εκτός από θέμα ηθικής και θέμα κοινωνικής προστασίας των πραγματικά αδύναμων και όσων επλήγησαν τόσο από την κρίση με αποτέλεσμα να μην μπορούν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους, σε κάποιους να κολληθεί η στάμπα του στρατηγικού κακοπληρωτή. Για όλους τους υπόλοιπους η κυβέρνηση θα πρέπει να ετοιμάσει ένα δείκτη κοινωνικής προστασίας (π.χ επιδότηση ενοικίου), ώστε να μην βρεθεί στο δρόμο κάποιος που το σπίτι του θα βγει στο σφυρί. Και δεν θα πρέπει να διστάσει η κυβέρνηση προς αυτή την κατεύθυνση όχι μόνο για να μην επωμιστεί το πολιτικό κόστος της κοινωνικής αντίδρασης, αλλά γιατί μπροστά στα δισεκατομμύρια που στερεί το πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων από την πραγματική οικονομία, δεν αξίζει να λυπηθεί κανείς μερικές δεκάδες εκατομμύρια για κάποια μέτρα κοινωνικής προστασίας.