Η Ελλάδα, που δεν γονατίζει, μήπως τελικά είναι παρελθόν;

Του Δημήτρη Παπαδάκη
Το πολυαναμενόμενο μήνυμα για την φετινή επέτειο του «Όχι» ήρθε στην στρατιωτική παρέλαση της Θεσσαλονίκης από τον επικεφαλής της Ομάδας Αεροπορικών Επιδείξεων της Πολεμικής Αεροπορίας. «Τούτος εδώ ο λαός δεν γονατίζει, παρά μονάχα μπροστά στους νεκρούς του» είπε ο επισμηναγός Δημήτρης Βολακάκης από τον ασύρματο… Και όλοι ένιωσαν αυξημένη δόση εθνικής υπερηφάνειας.

Μόνο που η πραγματικότητα είναι πως ένα μεγάλο μέρος αυτού του λαού έχει… συνθηκολογήσει προ πολλού. Βεβαίως ο επισμηναγός πολύ καλά έκανε και χρησιμοποίησε τον ενεστώτα χρόνο, γιατί η ιστορία του λαού και οι ένδοξες στιγμές του δεν ξεγράφονται. Υπάρχουν για να εμπνέουν! Η πρόσφατη Ιστορία όμως μας έχει δείξει πως η Ελλάδα, που δεν γονατίζει, παρά μονάχα μπροστά στους νεκρούς της, αγνοείται…

Από τη Μεταπολίτευση έως σήμερα, στην καλύτερη περίοδο της νεοελληνικής ιστορίας, από άποψη πολιτικής σταθερότητας και οικονομικής ευημερίας, οι Έλληνες είχαν όλες τις προϋποθέσεις να μεγαλουργήσουν. Να μεγαλουργήσουν σε ένα διαφορετικό «πόλεμο», που ποτέ δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν. Έστω και σχηματικά, εδώ μπορούμε να δούμε έναν κύκλο ιστορίας και ζωής: οι δύσκολες εποχές γεννούν δυνατούς ανθρώπους που μας οδηγούν σε καλές εποχές. Οι καλές εποχές από την άλλη γεννούν μαλθακούς ανθρώπους, οι οποίοι έχουν μάθει μόνο να απολαμβάνουν χωρίς να παλεύουν και φέρνουν τις κακές εποχές.

Από τη Μεταπολίτευση και μετά οι Έλληνες προσκολλήθηκαν σε ιδεολογικά σχήματα του παρελθόντος και σε αντιπαραθέσεις για τους ανοιχτούς λογαριασμούς του εμφυλίου. Μόνο που πλέον το επίδικο δεν ήταν η κατάληψη της εξουσίας, αλλά η λαφυραγώγηση του κράτους. Ενός κράτους που ευημερούσε παίρνοντας πακτωλούς δισεκατομμυρίων ενισχύσεις από την Ευρώπη και φθηνό χρήμα από τις αγορές κεφαλαίων χάρις τη συμμετοχή του στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Παράλληλα κινήθηκε από τη δεκαετία του 1980 και μετά και η ηθική κατάπτωση του δημόσιου βίου της χώρας. Με αποτέλεσμα η συντριπτική μερίδα της κοινωνίας να γονατίσει μπροστά στη κομματοκρατία, στη φαυλοκρατία, στην αναξιοκρατία και σταδιακά να γίνει μέρος της.

Σήμερα όποιος έχει «μέσον» στον στρατό, το βάζει για να φύγει από τα σύνορα και να «λουφάρει» σε κάποιο στρατόπεδο κοντά στο σπίτι του. Γι’ αυτό εξάλλου δημιουργήθηκαν στρατόπεδα, σε πόλεις της Ελλάδας που δεν εξυπηρετούν καμία επιχειρησιακή ανάγκη των Ενόπλων Δυνάμεων. Το 1940 έβαζαν «μέσον» για να πάνε στην πρώτη γραμμή.

Το χειρότερο όλων είναι ότι η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης γονάτισε τόσο πολύ που δεν μπόρεσε να δει και να παρακολουθήσει τίποτα από τις διεθνείς εξελίξεις. Σήμερα στο τέλος του κύκλου, η Ελλάδα είναι ουραγός σχεδόν σε όλα τα επίπεδα (οικονομικό, πολιτικό, εκπαιδευτικό, κοινωνικό, δημογραφικό) ακόμη και σε σχέση με την πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες. Και ηττάται συνεχώς! Από τις «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο μέχρι τη Συμφωνία των Πρεσπών.

Υπάρχουν βέβαια και εξαιρέσεις. Και μέσα στην κοινωνία και ίσως ακόμη και μέσα στο πολιτικό σύστημα. Αλλά για το πολιτικό σύστημα, που έχει δικαίωμα υπογραφής για τη ζωή μας… ας μην το συζητήσουμε τώρα. Ο κανόνας όμως είναι άλλος και η σιωπηρή μειοψηφία των εξαιρέσεων προφανώς δεν αρκεί για να αλλάξει ο ρους της Ιστορίας. Μέχρι τη χρεοκοπία του 2010, ίσως πράγματι, όπως λέει ο Καβάφης, να μην ακούσαμε «κρότον κτιστών»… Από τότε μέχρι σήμερα όμως υπάρχει δικαιολογία;

Τείχη
Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ
μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.
Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.
Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη·
διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.
A όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.
Aλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.
Aνεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω.

Κ.Π. Καβάφης