Tου Δημήτρη Παπαδάκη
«Το κράτος μεριμνά για την διασφάλιση συνθηκών αξιοπρεπούς διαβίωσης όλων των πολιτών μέσω ενός συστήματος ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος». Αυτή είναι η προσθήκη που προτείνει στη διαδικασία της Συνταγματικής Αναθεώρησης η ΝΔ στο άρθρο 21, παράγραφος 1 του Συντάγματος, το οποίο αναφέρεται στα κοινωνικά δικαιώματα. Πέραν τούτου η παρούσα κυβέρνηση θέλοντας να μείνει πιστή με την προεκλογική της δέσμευση σχεδιάζει αύξηση του σχετικού κονδυλίου, το οποίο πλέον θα φτάσει το 1 δισ. ευρώ, ώστε να συμπεριλάβει 800.000 οικονομικά αδύναμους πολίτες. Στόχος λέει χαρακτηριστικά το Μέγαρο Μαξίμου είναι το 0,5% του ΑΕΠ να διατίθεται για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα.
Ας δούμε αρχικά το ποσό αυτό καθεαυτό. Σήμερα το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα συνολικά 450.000 άτομα (ανέργους, μονογονεϊκές οικογένειες, νοικοκυριά με παιδιά με εισόδημα κάτω από 5.000 ευρώ). Ο μέσος όρος παροχής ανά νοικοκυριό είναι 213 ευρώ μηνιαίως. 200 ευρώ το μήνα λαμβάνει το μονοπρόσωπο νοικοκυριό και 100 ευρώ για κάθε επιπλέον ενήλικο μέλος, ενώ το ετήσιο εγγυημένο ποσό για κάθε ενήλικα ανέρχεται στα 2.400 ευρώ και στα 4.800 ευρώ για ένα ζευγάρι με δύο ανήλικα τέκνα. Το 1 δισ. ευρώ, που λέει η Κυβέρνηση πως θα μοιραστεί σε 800.000 δικαιούχος, μας κάνει 1.250 ευρώ τον χρόνο ανά δικαιούχο, δηλαδή μόλις 104 ευρώ περίπου το μήνα. Αυτό ούτε εισόδημα είναι, ούτε φυσικά διασφαλίζει συνθήκες αξιοπρεπούς διαβίωσης… Επομένως μιλάμε για κοροϊδία, αν μιλάμε για ποσό της τάξης του ενός δισεκατομμυρίου. Αν το πόσο 4 ή 5 δισ. τα πράγματα θα ήταν σε ρεαλιστική βάση.
Βεβαίως η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ για άλλη μια φορά βρήκαν την ευκαιρία να ξιφουλκήσουν για τα δικά τους επίδικα. Όμως η ουσία το προβλήματος και σε αυτή την περίπτωση είναι μακριά από την αντιπαράθεση των δύο μεγάλων κομμάτων. Κατ’ αρχάς το Σύνταγμα δεν πρέπει να μιλά για τη «διασφάλιση συνθηκών αξιοπρεπούς διαβίωσης όλων των πολιτών», γιατί πρώτα από όλα αυτό είναι εκ των πραγμάτων άδικο, γιατί πάντοτε υπήρχαν και θα υπάρχουν κάποιοι που στη ζωή τους δεν έχουν προσπαθήσει για τίποτα. Επομένως αυτοί δεν είναι δυνατόν να ζουν σε βάρος της υπόλοιπης κοινωνίας. Το Σύνταγμα θα μπορούσε να μιλά για τις ίσες ευκαιρίες και τις δυνατότητες που πρέπει να παρέχει στους πολίτες, ώστε να δημιουργήσουν και να ζήσουν αξιοπρεπώς μέσα από την εργασία τους.
Το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα δεν είναι βοήθεια στον αδύναμο. Αν θες να τον βοηθήσεις, φτιάξε το θεσμικό πλαίσιο, δώσε του άλλου είδους «ενισχύσεις» και κίνητρα, δώσε του για παράδειγμα πρόσβαση σε ένα καλό δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, για να μπορέσει να εξελιχθεί, να δημιουργήσει και να ξεφύγει από τη φτώχεια του αποκτώντας δικό το πραγματικό εισόδημα. Αυτού του είδους η κρατιστική λογική ουσιαστικά επιτείνει το πρόβλημα. Γιατί να προσπαθήσει, γιατί να δουλέψει κάποιος όταν με ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, κοινωνικό μέρισμα, επιδότηση ενοικίου, επιδότηση ρεύματος, κουπόνια σίτισης μπορεί να την βγάλει «καθαρή» και ενδεχομένως να αθροίζει περισσότερα από όσα θα έπαιρνε ως εργαζόμενος;
Βεβαίως όλα αυτά δεν έχει κανείς την ψευδαίσθηση να τα καταλάβει το πολιτικό σύστημα της χώρας, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, «βολεύτηκε» με τα μνημόνια, ενώ τα κόμματα εξουσίας το μόνο που άφησαν πίσω τους μετά από κάθε κυβερνητική θητεία ήταν νέοι φόροι. Πόσοι αδύναμοι θα είχαν βρει δουλειά αν οι επιχειρήσεις δεν καλούνταν να καταβάλλουν τον παρανοϊκό και εν πολλοίς χυδαίο φόρο της 100% προκαταβολής φόρου επί μελλοντικών και καθόλου βέβαιων κερδών; Αν κάτι έπρεπε να προβλεφθεί στο Σύνταγμα αυτό θα έπρεπε να είναι οι ελάχιστοι δυνατοί φόροι… Επί 10 χρόνια υπερφορολόγησης το αποτέλεσμα ήταν οι αδύναμοι να πληθαίνουν και το «φιλοδώρημα» για να ζήσουν να μικραίνει συνεχώς.