Του Δημήτρη Παπαδάκη
Μια από τις δεκάδες πτυχές στη συζήτηση για το πώς θα φέρουμε ανάπτυξη στη χώρα, αλλά και σημείο πολιτικής αντιπαράθεσης μεταξύ των κομμάτων, είναι και το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Τα τελευταία χρόνια οι πόροι του Προγράμματος παρέμειναν «κολλημένοι» στα ίδια επίπεδα, ενώ κάθε χρόνο παρατηρούνται υποεκτέλεση του Προγράμματος, είτε για λόγους ωριμότητας των έργων, είτε ενδεχομένως στο βωμό των υπερπλεονασμάτων…
Για τη χρονιά που έκλεισε οι αρχικές εκτιμήσεις του Υπουργείου Οικονομικών μιλούσαν για απόκλιση, υποεκτέλεση δηλαδή, της τάξεως των 600 εκατ. ευρώ. Ωστόσο τα τελευταία στοιχεία του Υπουργείο με το κλείσιμο του 2019 και το «κλείσιμο» του ταμείου, έδειξαν πως η απόκλιση τελικά ξεπέρασε το 1 δισεκατομμύριο ευρώ. Σύμφωνα με πληροφορίες, το τέλος του 2019 «βρήκε» το ΠΔΕ να κλείνει στα 5,642 δισ. ευρώ, έναντι προβλεπόμενου προϋπολογισμού 6,750 δισ. ευρώ, πράγμα που σημαίνει ότι δεν απορροφήθηκαν 1,108 δισ. ευρώ. Αυτό το 1,108 δισ. ευρώ που στερήθηκε η οικονομία προέρχεται κυρίως από το εθνικό σκέλος του προγράμματος, επομένως οι πόροι αυτοί δεν υπάρχει ο κίνδυνος να χαθούν. Προς ώρας όμως προστίθενται στο πλεόνασμα…
Οι εκτιμήσεις για τα αίτια της μεγαλύτερης απόκλισης ποικίλουν. Η «βουτιά» στην απορρόφηση και ειδικά στο εθνικό σκέλος του προγράμματος με κάποιο βαθμό οφείλεται στις αυτοδιοικητικές εκλογές, που «πάγωσαν» τις διαδικασίες εξέλιξης των έργων, καθώς επίσης ότι αρκετοί νέοι δήμαρχοι δεν προχώρησαν έργα που είχαν εξαγγείλει οι προκάτοχοί τους. Πέραν αυτού καταγράφηκε και υποχρηματοδότηση των περιφερειών, γεγονός που έχει προκαλέσει τη δυσαρέσκεια αρκετών περιφερειαρχών. Στα παραπάνω, θα πρέπει να προστεθεί και η έλλειψη μελετών διαφόρων έργων καθώς επίσης και το γεγονός ότι ουσιαστικά το 2019 ήταν χρονιά και εθνικών εκλογών, με αποτέλεσμα να γίνει και το γνωστό παιχνίδι του προεκλογικού ταξίματος διαφόρων έργων. Χαρακτηριστική είναι και η περίπτωση –μια από τις δεκάδες σε όλη τη χώρα- του έργου της ανακαίνισης του μέρους παλαιού νοσοκομείου Αγρινίου, όπου τα χρήματα δεσμεύτηκαν από το 2018 και ακόμη και σήμερα αρχές του 2020 δεν υπάρχουν ώριμες μελέτες για τη δημοπράτηση του έργου.
Έχει επίσης ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς πως πέρα από την υποεκτέλεση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, υπάρχει εξαιρετικά χαμηλή απορροφητικότητα και στο ΕΣΠΑ, που το 2019 έκλεισε λίγο κάτω από 30%. Αυτό σημαίνει ότι τα επόμενα τρία χρόνια θα πρέπει να γίνει ένα «τρελό» σπριντ προκειμένου να απορροφηθεί το υπόλοιπο 70% των κοινοτικών πόρων και να μην χαθούν κονδύλια. Από πολλούς μάλιστα εκτιμάται πως η κατάργηση του προγράμματος «ΦιλόΔημος» από το ΥΠΕΣ, που θα πληρωνόταν από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, έγινε προκειμένου να ενταχθούν τα έργα που εκκρεμούν στο ΕΣΠΑ και κυρίως στα Περιφερειακά Προγράμματα.
Το βέβαιο είναι ότι η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί. Η χώρα, αν θέλουμε να μιλάμε για ανάπτυξη δεν μπορεί να κινείται με αυτούς τους ρυθμούς. Δεν μπορεί το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων να «θυσιάζεται» για το εν πολλοίς αχρείαστο υπερπλεόνασμα. Δεν μπορεί επίσης το πολιτικό σύστημα να συνεχίζει αυτή την απαράδεκτη τακτική που υποτάσσει το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων στην ψηφοθηρία που γίνεται μέσα από το προεκλογικό τάξιμο ανώριμων έργων. Η πραγματική οικονομία έχει ανάγκη από τα χρήματα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και φυσικά ακόμη περισσότερο από τους κοινοτικούς πόρους του ΕΣΠΑ. Κάθε ευρώ που δαπανάται μέσω των έργων ανακυκλώνεται πολύ πιο γρήγορα στην πραγματική οικονομία, ενώ από τα χρήματα των έργων εισπράττει και το κράτος μέσω του ΦΠΑ και άλλων φόρων. Το να μην υπάρχουν διαθέσιμοι πόροι και να μην κατευθύνονται σε έργα είναι μια πολυτέλεια που η χώρα δεν την έχει.