Του Δημήτρη Παπαδάκη
Την πιθανότητα θερμού επεισοδίου με την Τουρκία φοβάται η πλειοψηφία των ερωτηθέντων, όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα δημοσκόπησης της MRB. Ειδικότερα, το 54,9% θεωρεί «πολύ» ή «αρκετά» πιθανό ένα θερμό επεισόδιο με την Τουρκία. Υπερβολή; Ίσως. Πιθανότητα; Και εδώ ίσως. Το θέμα δεν είναι εάν ένα επεισόδιο με την Τουρκία είναι αναπόφευκτο ή όχι. Το θέμα είναι πόσο προετοιμασμένη είναι μία χώρα δια παν ενδεχόμενο και μάλιστα μέσα στο νέο περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια από τις εξελίξεις σε επίπεδο τεχνολογικό, οικονομικό και εν τέλει γεωπολιτικό. Οικονομία και τεχνολογία, είναι παράγοντες που σήμερα –ίσως περισσότερο παρά ποτέ- έχουν αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερο ρόλο στα πράγματα.
Εξάλλου, όλα τα ιστορικά παραδείγματα δείχνουν ότι τα κράτη και τα έθνη που είχαν οικονομική και τεχνολογική εξέλιξη μπόρεσαν να ανταπεξέλθουν στις εξωτερικές προκλήσεις και να κυριαρχήσουν των αντιπάλων τους. Οι αυτοκρατορίες χτίστηκαν πάνω στο εξής δόγμα: η βία των όπλων κυριαρχεί, για να έχεις όμως όπλα, δηλαδή ισχυρή στρατιωτική ισχύ, πρέπει να έχει πλούτο που να μπορεί να συντηρεί έναν ισχυρό στρατό και για να έχεις πλούτο πρέπει να έχεις μια οικονομία, που εξωστρεφή μεν, αλλά και που να βασίζεται στην καινοτομία και τη γνώση.
Η Ελλάδα μετά από μια δεκαετή κρίση από οικονομικής άποψης βρίσκεται προφανώς σε δύσκολη θέση. Είναι ενδεικτικό ότι ακόμη και το 2,8% ανάπτυξη που προβλέπεται για το 2020,δεν είναι αρκετό σε σχέση την ευνοϊκή διεθνή συγκυρία και τις απώλειες των προηγούμενων ετών. Η μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων, που είναι ο μεγάλος στόχος της κυβέρνησης στο δημοσιονομικό τομέα, είναι βεβαίως κάτι σημαντικό, που θα ενισχύσει περαιτέρω την ανάπτυξη, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αρκεί, προκειμένου να αποκτήσει σταδιακά μια ισχυρή οικονομία.
Η Ελλάδα χρειάζεται φυσικά ένα σοβαρότερο, ταχύτερο, αξιόπιστο, λιγότερο γραφειοκρατικό, λιγότερο τρωτό από τη διαφθορά θεσμικό πλαίσιο, για να λειτουργήσει τόσο η δημόσια διοίκηση, όσο και η οικονομία. Και φυσικά μικρό αλλά αυστηρό εκεί που χρειάζεται κρατικό παρεμβατισμό. Χρειάζεται δηλαδή μια συνολικότερη φιλελευθεροποίηση.
Και βεβαίως χρειάζεται η ανάλογη προσπάθεια να γίνει στο τομέα της έρευνας της καινοτομίας, των νέων τεχνολογιών και εν τέλει της Παιδείας. Και η αλήθεια είναι ότι δεν είναι μόνο οικονομικοί λόγοι, που δεν υπήρξαν οι απαραίτητες επενδύσεις στην έρευνα και την καινοτομία. Είναι και πάλι το θεσμικό πλαίσιο στο οποίο καλούνται να λειτουργήσουν τα Πανεπιστήμιο. Είναι για παράδειγμα το γεγονός ότι δεν είναι σχεδόν αδύνατο ένα Πανεπιστήμιο να συμπράξει με έναν ιδιώτη. Εξάλλου ας μην ξεχνάμε ότι είμαστε η μόνη χώρα του Δυτικού Κόσμου, που απαγορεύει τη λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων.
Και βεβαίως για να αρχίζουν να αλλάξουν τα πράγματα δεν χρειάζεται να κάνουμε πολλά, παρά μόνο να δούμε αρκετά από τα παραδείγματα της ευρύτερης γειτονιάς μας. Το Ισραήλ, για παράδειγμα, μια χώρα ανάλογου μεγέθους, που όμως λειτουργεί φιλελεύθερα, έχει καταφέρει να έχει μια εξωστρεφή οικονομία, με πολλά δισεκατομμύρια εξαγωγών και να μετατρέψει την έρημο Νεγκέβ σε Σίλικον Βάλεϊ της Ανατολής, όπου πάνω 5.000 τεχνολογικές επιχειρήσεις, πραγματοποιούν μικρά τεχνολογικά θαύματα και στον τομέα της αμυντικής βιομηχανίας. Δεν είναι λοιπόν καθόλου τυχαίο, που το Ισραήλ, το οποίο περιτριγυρίζεται από εχθρούς, καταφέρνει να ανταπεξέρχεται στις προκλήσεις.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης χρησιμοποιώντας και παραφράζοντας τα λόγια του Ελευθερίου Βενιζέλου σε πρόσφατο άρθρο του στην «Καθημερινή» υπογράμμισε «το χρέος να κάνουμε τη “χώρα αγνώριστη” σε σχέση με το αρνητικό παρελθόν» και δήλωσε ότι «το χρέος που αναλάβαμε και θα το δικαιώσουμε». Είναι καλό βέβαια να το λέει αυτό ο Πρωθυπουργός, από την εξαγγελία όμως μέχρι τις πράξεις υπάρχει τεράστια απόσταση…