Κρατικός παρεμβατισμός με ένα «άρρωστο» κράτος;

Του Δημήτρη Παπαδάκη
Τον Τζων Μέυναρντ Κέυνς έχει φέρει στο προσκήνιο η οικονομική κρίση του κορονοϊού. Η κεϋνσιανή αντίληψη του κρατικού παρεμβατισμού έγινε ξανά της μόδας, επειδή ο Βρετανός οικονομολόγος είχε προτείνει τον συγκεκριμένο τρόπο για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του μεγάλου κραχ του 1929.

Στην Ελλάδα ο Κέυνς είναι ο αγαπημένος οικονομολόγος του ΣΥΡΙΖΑ, του Αλέξη Τσίπρα και του Ευκλείδη Τσακαλώτου. Τον Κέυνς μας τον είχε «παρουσιάσει» ο Αλέξης Τσίπρας και στη ΔΕΘ όταν είπε ότι οι αυξήσεις των μισθών φέρνουν ανάπτυξη. Τώρα στην οικονομική κρίση που δημιουργεί η πανδημία του κορονοϊούο Αλέξης Τσίπρας χρησιμοποίησε λόγια του Κέυνς για να στηλιτεύσει την άρνηση της Μέρκελ στα ευρωομόλογα, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ ζητά «εμβόλιο Κέυνς» στην οικονομία, υποστηρίζοντας ότι η κρατική παρέμβαση και μέσα από μεγάλη αύξηση των δημοσίων επενδύσεων, μπορεί να αντιστρέψει την κατάσταση και να φέρει ανάπτυξη. Ενδεχομένως στο ΣΥΡΙΖΑ να μην γνωρίζουν ότι ο Κέυνς υπήρξε εκ των αρχιτεκτόνων των συμφωνιών του Bretton Woods και θεσμών όπως η Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ…. Αν το γνώριζαν αυτό ίσως να μην τον επέλεγαν για να ντύσουν επιστημονική την πολιτική τους.

Ας μιλήσουμε όμως για δημόσιες επενδύσεις, αφού σε αυτές κατά ένα μεγάλο ποσοστό σε αυτές βασίζεται ο κρατικός παρεμβατικός που ευαγγελίζονται στο ΣΥΡΙΖΑ. Θα προσπεράσουμε το γεγονός ότι επί διακυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων υποεκτελούνταν κάθε χρόνο. Εξάλλου για όσα συνέβησαν επί ΣΥΡΙΖΑ, έφταιγε το μνημόνιο… Όταν μιλάμε για δημόσιες επενδύσεις μιλάμε συνήθως για μεγάλα έργα υποδομής: δρόμους, αεροδρόμια, λιμάνια κτλ. Στις δημόσιες επενδύσεις όμως συγκαταλέγονται υπό μια ευρύτερη έννοια και άλλα έργα, για παράδειγμα ένα μεγάλο ύδρευσης ή το αποχετευτικό δίκτυο μια περιοχής. Είτε όμως για μεγαλύτερα, είτε για μικρότερα έργα μιλάμε, όλα στην Ελλάδα έχουν φαλκιδευτεί από το τέρας της γραφειοκρατίας και της ψηφοθηρίας του πολιτικού συστήματος.

Θα χρειαζόμασταν τόμους ολόκληρους για να αναφέρουμε τα παραδείγματα έργων που «κόλλησαν» στις αδειοδοτικές διαδικασίες, στις διαδικασίες δημοπράτησης ή σε άλλα νομικής υφής προβλήματα και στην ελλιπή προετοιμασία τους (μελέτες, απαλλοτριώσεις κτλ). Εντελώς τυχαία ας θυμηθούμε εδώ στην Αιτωλοακαρνανία το Άκτιο – Αμβρακία και το γεγονός ότι χρειάστηκαν τρία χρόνια για να εγκριθεί η κυκλοφοριακή μελέτη του Αγρινίου και να προχωρήσει το έργο της επέκτασης των πεζοδρόμων. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι μετά από 4 χρόνια το ΕΣΠΑ έκλεισε με απορρόφηση μόλις 25% περίπου. Και όσο για την ψηφοθηρία με το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, νομίζω σε κάθε δήμο, σε κάθε περιοχή, υπάρχει τουλάχιστον ένα μεγάλο έργο, που εξαγγέλλεται η εξασφάλιση της χρηματοδότησής του από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και χωρίς καμία μελέτη, καμία προετοιμασία, το έργο παραμένει για μερικά χρόνια ένα ανενεργό κουτάκι στον προϋπολογισμό. Ένα πρόσφατο παράδειγμα από την περιοχή: η ανακατασκευή του παλιού Νοσοκομείου στο Αγρίνιο.

Οι δημόσιες επενδύσεις στην Ελλάδα, για να μπορέσουν να τραβήξουν το κάρο της οικονομίας, χρειάζεται πρώτα να γίνουν αλλαγές σημαντικές και μεταρρυθμίσεις που θα τις διευκολύνουν. Οι θεωρίες του Κέυνς, επομένως, δεν μπορούν έχουν στην Ελλάδα πρακτική εφαρμογή και αποτέλεσμα. Εξάλλου η παρούσα κρίση που δημιουργεί ο κορονοϊός στην οικονομία είναι κρίση μεγάλης έλλειψης ρευστότητας, κάτι που δεν μπορεί να αναπληρώσει ένα μεγάλο έργο υπόδομης, που χρειάζεται στη καλύτερη των περιπτώσεων τρία χρόνια μόνο η κατασκευή του.