Κείμενο: Λευτέρης Τηλιγάδας από το archeionagriniouemerologio.blogspot.com
Στις 11 Μαΐου του 1869 γεννήθηκε στο Αγρίνιο ο συμβολιστής ποιητής, πεζογράφος, κριτικός, μεταφραστής και σοσιαλιστής Κώστας Χατζόπουλος. Ήταν γιος του Γιάννη Χατζόπουλου από το Βάλτο και της Θεοφανής Δάτσικα, που ήταν ψυχοκόρη του Σωτήρη και της Ελένης Στάικου, των δύο ανύπαντρων παιδιών του Ζαχαρία Στάικου. Ο Γιάννης Χατζόπουλος με την Θεοφάνη απέκτησαν επτά παιδιά: Πέντε αγόρια, τον Κωνσταντίνο, τον Γεώργιο, τον Ζαχαρία, τον Αγαμέμνονα και τον Δημήτρη και δύο κορίτσια, την Αλεξάνδρα και την Ασπασία.
Ο Κώστας Χατζόπουλος γεννήθηκε στο Αγρίνιο, όπου τελείωσε το Σχολαρχείο της πόλης. Τα πρώτα εφηβικά του χρόνια τα πέρασε στο Μεσολόγγι, όπου τελείωσε το γυμνάσιο.
Το πρώτο μεγάλο του ταξίδι ήταν δώρο του πατέρα του για την ολοκλήρωση των εγκύκλιων σπουδών του, το καλοκαίρι του 1882. Το ταξίδι αυτό πραγματοποιήθηκε σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών και ήταν συμβολικά συγκυριακό (μοιραίο, θα λέγανε οι μοιρολάτρες), αφού έγινε με ένα πλοίο που είχε πρώτο σταθμό την Κέρκυρα και δεύτερο το Μπρίντεζι της Ιταλίας, στο οποίο τριάντα οκτώ χρόνια αργότερα έγινε η ταφή του (1920) [1]
Τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς (1882), εγγράφεται στη Νομική Σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών από την οποία αποφοιτά το 1888 με το βαθμό «Καλώς». Αυτή την περίοδο δημοσιεύει στο περιοδικό «Εβδομάς» (1884) με το ψευδώνυμο Πέτρος Βασιλικός το πρώτο του ποίημα με τίτλο «Έλα Ξανθή».
«Ένα πρωί του 1884 εισήλθε στο γραφείο μου ένα ωχρό και υπόξανθο παιδί», σημειώνει ο τότε διευθυντής της «Εβδομάδας» Δημήτρης Καμπούρογλου, «κρατώντας ένα χαρτί, μου είπε δε με συστολή και με το παρθενικό ερύθημα, ότι πρόκειται περί ποιήματός του δια την δημοσίευσιν του οποίου και με παρεκάλεσε. […] Το διάβασα. Ήτο απλούν, τρυφερόν και με ποιητικήν ιδίως σκέψιν. “Θα το δημοσιεύσω”, του είπα και έφυγε καταχαρούμενος. Κατόπιν άρχισε να με επισκέπτεται, έως ότου τον αγάπησε όλος ο κύκλος της “Εβδομάδος”, φίλοι, δημιουργοί και δημιουργούμενοι»[2].
Στη συνέχεια υπηρετεί την στρατιωτική του θητεία στην Κέρκυρα ως έφεδρος ανθυπολοχαγός από το 1889 έως το 1891 και μετά την απόλυση του εργάζεται για δύο χρόνια στο Αγρίνιο ως δικηγόρος.
Εγκαταλείπει το Αγρίνιο το 1893 και εγκαθίσταται στην Αθήνα, μέχρι το 1897, που επιστρατεύεται και παίρνει μέρος στον «Ατυχή Πόλεμο», του ελληνικού στρατού με τα οθωμανικά στρατεύματα στο μέτωπο της Άρτας. Λογοτεχνικό προϊόν αυτής της εμπειρίας του είναι το διήγημα «Αντάρτης», το οποίο δημοσιεύτηκε τρία χρόνια μετά το θάνατο του στη συλλογή διηγημάτων «Ανιώ και άλλα διηγήματα», από τον εκδοτικό οίκο του Ελευθερουδάκη στην Αθήνα.
Με τη λήξη του πολέμου επιστρέφει στην Αθήνα και εκδίδει το περιοδικό «Η Τέχνη», (1898 – 1899), το οποίο κάλυψε «με εντυπωσιακή επάρκεια την ενημέρωση της τότε διανόησης για τα νέα ρεύματα στο θέατρο, στη λογοτεχνία, αλλά και στη φιλοσοφία και στη θεωρία της Αισθητικής, τόσο στην κεντρική όσο και στη βόρεια Ευρώπη. Από τα θέματά του και από τις μεταφράσεις καταλαβαίνουμε και το ενδιαφέρον που έδειχνε ο ίδιος ο Χατζόπουλος για τον σκανδιναβικό νατουραλισμό, τον Ερρίκο Ίψεν, τον Φρειδερίκο Νίτσε, τον Γιόχαν Γκαίτε και τον γερμανικό συμβολισμό»[3].
Μέσα από τις σελίδες αυτού του βραχύβιου περιοδικού δημοσιεύτηκαν συνεργασίες του Γιάννη Γρυπάρη, του Κώστα Θεοτόκης, του Αντρέα Καρκαβίτσα, του Μιλτιάδη Μαλακάση, του Δημήτρη Χατζόπουλου (Μποέμ), του Παύλου Νιρβάνα, του Κωστή Παλαμά, του Λάμπρου Πορφύρα κ.ά
Το 1900 ήταν μια σημαντική χρονιά για τον Κώστα Χατζόπουλο, αφού τα αδέρφια Σωτήρης και Ελένη Στάικου του κληροδότησαν μια σημαντική περιουσία. Έτσι του δίνεται η ευκαιρία να ταξιδέψει στη Γερμανία και να ζήσει για αρκετό μεγάλο διάστημα στη Δρέσδη, όπου γνωρίζει και νυμφεύεται τη Φινλανδή Sunny Häggmann. Από τον Αύγουστο του 1901 έως τον Ιούνιο του 1905 μένουν οικογενειακώς στην Αθήνα.
Τον Ιούνιο του 1905, με τη γυναίκα του και την τριών ετών κόρη τους Σέντα εγκαθίστανται στο Μόναχο. τον Ιούλιο του 1906 μετακομίζουν στο Βερολίνο και το Φεβρουάριο του 1908 επιστρέψουν πάλι στο Μόναχο.
Κατά τη διάρκεια της διαμονής του στη Γερμανία, ο Χατζόπουλος γνωρίζεται με τον σοσιαλισμό (1907), και παρακολουθεί την πνευματική και καλλιτεχνική ζωή της χώρας μεταφράζοντας πολλά θεατρικά έργα (Ίψεν, Στρίντμπεργκ, κ.ά.), ενώ παράλληλα δημοσιεύει ποιήματα, πεζογραφήματα και κριτικά μελετήματα στον Νουμά και σε άλλα έντυπα και περιοδικά.
Το 1908 η σοσιαλιστική εφημερίδα «Εργάτης»[4] του Βόλου, ιδιοκτησίας του Εργατικού Κέντρου Βόλου, δημοσιεύει σε συνέχειες για πρώτη φορά στην Ελλάδα το Κομμουνιστικό Μανιφέστο του Μαρξ και του Ένγκελς σε μετάφραση του Κώστα Χατζόπουλου (ψευδώνυμο Π. Bασιλικός) με τον τίτλο «Προκήρυξη του Kοινωνιστικού Kόμματος», ενώ το 1913 η ίδια μετάφραση εκδίδεται ως μπροσούρα από το «Σοσιαλιστικό Kέντρο Aθηνών» του Γιαννιού, με τον τίτλο «Tο Kοινωνιστικό Mανιφέστο», με το πραγματικό του όνομα αυτή τη φορά.
Το Δεκέμβριο του 1909 πρωτοστατεί, στη συσπείρωση των σοσιαλιστικών δημοτικιστών και στη σύσταση της «Σοσιαλιστικής Δημοτικιστικής Ένωσης». Το 1911 ιδρύει στην Γερμανία με συμμετοχή των εκεί Ελλήνων σπουδαστών το «Αδελφάτο της Δημοτικής» και δημοσιεύει στο «Νουμά» το μανιφέστο του.
Με την κήρυξη του Πολέμου το 1914, ο Χατζόπουλος μετακομίζει με την οικογένειά του στην Αθήνα και απογοητευμένος από τις διαμάχες των σοσιαλιστικών συσπειρώσεων της εποχής, θα πάψει να είναι μέλος του «Σοσιαλιστικού Κέντρου Αθηνών», χωρίς όμως ποτέ να αποκηρύξει τις σοσιαλιστικές του ιδέες.
Σε ένα γράμμα στoν Νίκο Γιαvvιό το 1914 γράφει: «Αγαπητέ φίλε, σκέφτηκα το πράμα καλύτερα. Ο σεβασμός στον εαυτό μου δεν μου επιτρέπει να ανακατευτώ πια με τους παλιανθρώπους του Σ.Τ.Ε.Τ.Ε., έστω και πολεμώντας τους. Μου φαίνουνται όλα αυτά ματαιοπονίες. Το κήρυγμα του σοσιαλισμού κατά τα ξένα πρότυπα είναι πρόωρο ακόμη για το ρωμιό εργάτη. Το πρώτο πού του χρειάζεται είναι να μάθει να διαβάζει και να γράφει και να πάρει μερικά ηθικά μαθήματα. Είναι η πίστη που σχημάτισα τώρα που γνώρισα από κοντά την πραγματικότητα. Με την πεποίθηση μου αυτή εννοώ να μείνω, χωρίς να θέλω, να επηρεάσω ούτε σένα, ούτε κανέναν άλλο. Έτσι νομίζω είμεθα εξηγημένοι. Σε ασπάζομαι δικός σου πάντα. Κωσταντίνος Χατζόπουλος» (Το όνομά του, του άρεσε να το γράφει χωρίς -ν-)[5]
Για την απογοήτευσή του αυτή ο Γιαννιός γράφει: «Τονε φέραμε στα 1914, μέσα σε ένα περιβάλλο πρωτόγονο, μέσα στις μικροπονηριές, στις προστυχιές, στις καχυποψίες, στους ψωροεγωισμούς και τους σαλιάρικους φαφλατισμούς του αμόρφωτου Έλληνα εργάτη.. από τις πρώτες μέρες ο Χατζόπουλος είχε χάσει τα νερά του. […] Έτσι όταν μαζεφτήκαμε όλοι οι σοσιαλιστές στην «αίθουσα Δρακούλη» και είχε δοθεί η προεδρεία στο Χατζόπουλο για να μας ενώσει, η ψυχή του Κώστα πέρασε από ένα αληθινό μαρτύριο. Στη φιλοσοφημένη του λογική άκουε ν’ απαντούν τα ηλίθια επιχειρήματα των άξεστων, ακόμη κι ενός μεθυσμένου! Ως που ένας από τον όχλο έθιξε εκείνο που ο Κώστας είχε για το πιο ιερό, τη σοσιαλιστική ηθική του, και μ’ αυτή τη νευροπάθειά του. Αλλοίμονο! Από τότες έφυγε και μας παράτησε»[6].
Το 1916, ιδρύει μαζί με άλλους διανοούμενους την «Εταιρεία Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών» και τον Αύγουστο του 1917 διορίζεται διευθυντής στην υπηρεσία Ελληνικής λογοκρισίας. Στην ίδια υπηρεσία δούλευαν και οι Κωνσταντίνος Θεοτόκης, Ντίνος Κυριαζής και Ζαχαρίας Παπαντωνίου. Στις 30 Οκτωβρίου του 1918 στέλνει επιστολή παραίτησης από την υπηρεσία, η οποία όμως δεν έγινε αμέσως αποδεκτή. Αυτό συνέβη λίγους μήνες αργότερα.
Τον Σεπτέμβριο του 1917 πεθαίνει η μητέρα του και τον επόμενο χρόνο πεθαίνει και ο πατέρας του. Τότε πουλάει τα κτήματα του στην περιοχή «Λυκοράχια», τα οποία αγοράζει ο καπνέμπορος Παπαστράτος και δημιουργεί το Πάρκο και τα Παπαστράτεια εκπαιδευτήρια.
Τον Ιούλιο του 1920, ο Χατζόπουλος ταξιδεύει μια τελευταία φορά στο Μόναχο οικογενειακώς, προκειμένου να μεταφέρουν από εκεί τα πράγματά τους για να επιπλώσουν το καινούργιο σπίτι τους στην οδό Μαυρομιχάλη 99Α. Ωστόσο, πηγαίνοντας προς Μπρίντιζι με το ιταλικό ατμόπλοιο «Montenegro», θα πεθάνει από τροφική δηλητηρίαση. Θα κηδευτεί και θα ταφεί στο Μπρίντεζι. Πολλά χρόνια αργότερα, η κόρη του θα μεταφέρει τα οστά του μαζί με αυτά της μητέρας της στο Α ́ Νεκροταφείο Αθηνών.
Το 1928 κατά τη διάρκεια της δημαρχίας του Ανδρέα Παναγόπουλου, η «Πλατεία Υπαίθρου Αγοράς», η οποία βρίσκονταν μπροστά στο σπίτι του, μετονομάζεται με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου σε «Πλατεία Χατζοπούλου».
Το 1956, ο Θέρμιος γλύπτης Κλέαρχος Λουκόπουλος κατασκευάζει την προτομή του, η οποία τοποθετείτε στην Πλατεία μέχρι που ο Δήμος κατασκευάζει στο πλάι της προτομής δημοτικά ουρητήρια (Βεσπασιανές). Ξεσηκώνεται μεγάλος φιλολογικός και πολιτιστικός θόρυβος και η προτομή του μεταφέρεται στο Παπαστράτειο Πάρκο.
Τον Μάιο του 2008 γίνονται στην ανακαινισμένη πια πλατεία Χατζοπούλου τα αποκαλυπτήρια μίας νέας προτομής του Κ. Χατζόπουλου, την οποία φιλοτέχνησε ο γλύπτης Βασίλης Παπασάικας.
Τέλος, ο Δήμος Αγρινίου, με τη συμπλήρωση εκατό ετών από το θάνατό του, έχει ανακηρύξει το έτος 2020, έτος Κώστα Χατζόπουλου.
Εργογραφία
Ι.Ποίηση
• Τα τραγούδια της ερημιάς. Αθήνα, τυπ. Εστίας Κ.Μαίσνερ και Ν.Καργαδούρη, 1898 (με το ψευδώνυμο Πέτρος Βασιλικός).
• Τα ελεγεία και τα ειδύλλια. Αθήνα, έκδοση του περ. Τέχνη, 1898 (με το ψευδώνυμο Πέτρος Βασιλικός).
• Απλοί τρόποι. Αθήνα, Ζηκάκης, 1920.
• Βραδινοί θρύλοι. Αθήνα, Βασιλείου, 1920.
ΙΙ.Πεζογραφία
• Αγάπη στο χωριό· Σχεδιογραφήματα Λουκά Γεραλή. Αθήνα, τυπ. Εστία, 1910.
• Ο πύργος του Ακροπόταμου· Ηθογραφία. Αθήνα, Φέξης, 1915.
• Υπεράνθρωπος· Διήγημα. Αθήνα, Φέξης, 1915.
• Τάσω, Στο σκοτάδι κι άλλα διηγήματα. Αθήνα, τυπ.Εστία, 1916.
• Φθινόπωρο. Αθήνα, τυπ. Εστία, 1917.
• Η Αννιώ και άλλα διηγήματα· Μετά κριτικού προλόγου Κωστή Παλαμά. Αθήνα, Ελευθερουδάκης, 1923.
ΙΙΙ.Μετάφραση
• Γκαίτε, Ιφιγένεια εν Ταύροις· Μετάφρασις Κ.Χατζόπουλου. Τυβίγγη, τυπ. Λάουπ, 1910 (και έκδοση τρίτη, αναθεωρημένη, Αθήνα, Ι.Κολλάρος, 1920).
• Το κοινωνιστικό μανιφέστο των Μαρξ – Ένγκελς. Αθήνα, τυπ. της Εφημερίδας των εργατών, 1913.
• Γουσταύου Γκέιγερσταμ, Το βιβλίο του μικρού αδελφού· Μυθιστόρημα ενός γάμου· Μετάφραση από το σουηδικό Κωνσταντίνου Χατζόπουλου. Αθήνα, Βασιλείου, 1915.
• Γκαίτε, Φάουστ. Αθήνα, Εστία, 1916.
• Γκόγκολ, Ο επιθεωρητής.
• Φραντς Γκριλλπάρτσερ, Μήδεια· Τραγωδία σε πράξεις τέσσερες· Μετάφραση Κωνσταντίνου Χατζόπουλου. Αθήνα, Ελευθερουδάκης, 1927.
• Έρμαν Μπαγκ, Οι τέσσεροι διάβολοι· Μετάφραση Κώστα Χατζόπουλου. Αθήνα, Ελευθερουδάκης, 1927.
• Ούγκο φον Χόφφμαννσταλ, Ηλέκτρα. Αθήνα, Εστία, 1916.
ΙΙΙ.Συγκεντρωτικές εκδόσεις
• Ποιήματα. Αθήνα, Ίκαρος, 1955.
• Άπαντα· ΠεζάΙ. Αθήνα, Ίκαρος, 1956.
• Άπαντα· ΠεζάΙΙ. Αθήνα, Ίκαρος, 1957.
• Άπαντα· Μέρος πρώτο· Πεζά · Φιλολογική επιμέλεια Ανθούλα Σεφεριάδου. Αθήνα, Πατάκης, 1988.
• Τα διηγήματα· Φιλολογική επιμέλεια Έρη Σταυροπούλου. Αθήνα, Συνέχεια, 1989.
• Τα ποιήματα · Εισαγωγή – φιλολογική επιμέλεια Γιώργου Βελουδή. Αθήνα, Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, 1992.
• Κριτικά κείμενα (εισαγωγή – επιμέλεια Κρίστας Ανεμούδη – Αρζόγλου). Αθήνα, Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, 1996.
————————————————————————-
1. Νουμάς, Βιογραφικό Σημείωμα, Τεύχος 696, σελ. 93. | 2. Αλέξη Ζήρα, Εισαγωγικό σημείωμα στην έκδοση του «Πύργου στον ακροπόταμου», Δ.Ο.Λ. 2012, σελ. 12 | 2. Αγρίνιο…. Γλυκές Μνήμες | 3. Η εφημερίδα «Εργάτης» εκδόθηκε στο Βόλο από το 1907 έως το 1910. είναι η πρώτη πολιτική στιγμή οργάνωσης και αφύπνισης της εργατικής τάξης στο Βόλο. Ήταν όργανο των συμφερόντων του εργαζόμενου λαού, συνδέθηκε οργανικά με την ίδρυση του εργατικού Κέντρου Βόλου το 1908, το προοδευτικό σοσιαλιστικό κίνημα του Πλάτωνα Δρακούλη, το κίνημα του Παρθεναγωγείου Βόλου και διέκοψε τη λειτουργία της στο 83ο φύλλο το 1911 όταν η αντίδραση της εποχής, οδήγησε την εφημερίδα και το Ε.Κ.Β. στη δίκη των Αθεϊκών. | 4. Ηρακλής Κακαβάνης, Αφιέρωμα στην Οχτωβριανή Επανάσταση: Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, Περιοδικό Ατέχνως | 5. Ηρακλής Κακαβάνης, Αφιέρωμα στην Οχτωβριανή Επανάσταση: Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, ο.π.