Του Δημήτρη Παπαδάκη
Να προσεταιριστεί το κίνημα της γραβάτας ή έστω ένα σημαντικό τμήμα αυτού επιχειρεί ο Αλέξης Τσίπρας λέγοντας το δικό του «mea culpa» και παραδεχόμενος την υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης. «Το κίνημα της γραβάτας είχε ένα μέρος δίκιου. Είναι αλήθεια, ότι πήραμε μέτρα που επιβάρυναν υπερβολικά τη μεσαία τάξη και κυρίως τους επιστήμονες και ελεύθερους επαγγελματίες…Το διορθώσαμε βέβαια, μετά αλλά… Ο Κυριάκος Μητσοτάκης που έκανε σημαία του τη μεσαία τάξη, κάνει ότι μπορεί για να την απαξιώσει» είπε ο Αλέξης Τσίπρας, συζητώντας με νέους μέσω της διαδικτυακής πλατφόρμας iSyriza.
Μπορεί ο Αλέξης Τσίπρας να αναγνωρίζει ότι η μεσαία τάξη γύρισε την πλάτη στον ΣΥΡΙΖΑ εκλογικά λόγω της εξοντωτικής φορολογίας επί των ημερών της κυβέρνησής του μεν, αλλά, είναι η πρώτη φορά ενδεχομένως, που διατυπώνει τόσο ηχηρή δημόσια “απολογία” απευθυνόμενος στους ελεύθερους επαγγελματίες, μισθωτούς και επιστήμονες. Για αυτό και η διαπίστωσή του στην εκδήλωση του ΣΥΡΙΖΑ πως “για πρώτη φορά είναι τόσο άρρηκτα συνδεδεμένα τα συμφέροντα εργαζόμενου και εργοδότη” είναι κάτι που ακούγεται για πρώτη φορά από τα χείλη ενός αριστερού (εντός ή εκτός εισαγωγικών) ηγέτη. Το να μπαίνει σχεδόν στην ίδια μοίρα ο εργαζόμενος και ο εργοδότης, είναι πρωτάκουστο. Και είναι κι αυτό ένα από τα αναπάντεχα της κρίσης του κορονοϊού. Όμως η μεγάλη εικόνα είναι ότι σχεδόν όλοι πια στην Ελλάδα φαίνεται να έχουν καταλάβει πως η υπερφορολόγηση δεν οδηγεί πουθενά. Επομένως, το ζητούμενο είναι η μείωση των φόρων. Και όταν μιλάμε στην Ελλάδα μετά από μία δεκαετία μνημονίων για μείωση των φόρων, αν θέλουμε να είμαστε σοβαροί, δεν εννοούμε π.χ τη μείωση του ΦΠΑ για μια ή δύο μονάδες, αλλά μιλάμε για μεγάλη και δραστική μείωση της φορολογίας.
Επειδή όμως γίνεται της μόδας να μιλούν δεξιοί και αριστεροί για μείωση της φορολογίας (κάπως γενικά και αόριστα και χωρίς να προσδιορίζουν το ύψος της) θα πρέπει να ξέρουμε ένα βασικό κανόνα των δημοσιονομικών. Ό,τι δηλαδή η μεγάλη μείωση της φορολογίας συνδυάζεται αναγκαστικά με μείωση των κρατικών δαπανών. Όποιος λοιπόν στην Ελλάδα μιλά για μείωση της φορολογίας χωρίς αντίστοιχη μείωση ή έστω αναδιάταξη των κρατικών δαπανών είναι απλά πολιτικός απατεώνας. Και στην Ελλάδα τα περιθώρια για μείωση κρατικών δαπανών είναι στενά και συγκεκριμένα. Μπορεί άραγε μια κυβέρνηση να μειώσει κι άλλο τις δαπάνες για την Υγεία; Μήπως μπορεί να γίνει μείωση στην Εθνική Άμυνα, όταν μία περαιτέρω μείωση θα σήμαινε τη de facto κατάργησή της;
Τα περιθώρια για μειώσεις δαπανών υπάρχουν σε συγκεκριμένα σημεία του Δημοσίου, πρώτα και κύρια στη Δημόσια Διοίκηση συνολικά με την υιοθέτηση των νέων τεχνολογιών. Όμως οι μειώσεις στα λειτουργικά κόστη δεν μπορεί να φέρουν θεαματικά αποτελέσματα. Η μεγάλη μείωση της φορολογίας μπορεί να προκύψει μόνο όταν θιχτεί ο πυρήνας του «βαθέως κράτους». Για ποιο λόγο θα πρέπει να συνεχίσουμε να πληρώνουμε για να συντηρούνται οι ζημιογόνες κρατικές επιχειρήσεις; Έναν ΕΝΦΙΑ το χρόνο μας κοστίζουν τα… «σπασμένα» του κρατικού επιχειρείν. Της ΔΕΗ, της «ΛΑΡΚΟ», των ΕΛΤΑ, του ΟΑΣΑ και του ΟΑΣΘ, της ΕΑΒ, της ΓΑΙΟΣΕ… Ποια όμως κυβέρνηση θα τολμήσει να τα βάλει με τα πανίσχυρα συνδικάτα του ευρύτερου δημόσιου τομέα και θα επιβάλλει την εξυγίανση και τις ιδιωτικοποιήσεις. Στη διάρκεια των μνημονίων ο λογαριασμός για τα… «σπασμένα» του κρατικού επιχειρείν έφτασε στα 18 δισ. ευρώ! Κάποιος που υπόσχεται πως θα μηδενίσει αυτό το κόστος, μπορεί να γίνει πιστευτός πως θα προχωρήσει και σε μεγάλη μείωση της φορολογίας. Ποιος όμως μιλάει για αυτές τις «μαύρες τρύπες» του κρατικού κορβανά;