Του Δημήτρη Παπαδάκη
Ίσως να μην είναι σπάνιο στα μεταπολιτευτικά χρονικά δύο πρώην πρωθυπουργοί να αντιπαρατίθενται δημόσια. Η πρόσφατη σύγκρουση όμως του Κ. Σημίτη και του Κ. Καραμανλή δεν είναι μια συνηθισμένη αντιπαράθεση, που αναβιώνει την κόντρα της εποχής ο πρώτος ήταν πρωθυπουργός και δεύτερος αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Γιατί, εδώ το αντικείμενο της αντιπαράθεσης είναι η εξωτερική πολιτική της χώρας και τα ελληνοτουρκικά. Υπό αυτή τη σκοπιά η αντιπαράθεση των πρώην πρωθυπουργών είναι μοναδική στα χρονικά.
Γιατί, όμως ο Κ. Σημίτης σήκωσε πρώτος το «γάντι» έναντι του Κ. Καραμανλή για την «εγκατάλειψη της στρατηγικής του Ελσίνκι»; Ο Κ. Σημίτης προφανώς δεν προέβη σε αυτή την κίνηση υπερασπιζόμενος την υστεροφημία της κυβέρνησης στην οποία ηγείτο… Ο Κ. Σημίτης από τότε που έπαψε να είναι ένοικος του Μεγάρου Μαξίμου έχει γράψει αρκετά βιβλία και άρθρα και έχει δώσει αρκετές συνεντεύξεις για την υστεροφημία της Πρωθυπουργίας του. Εκείνο που προβληματίζει είναι ότι στην κίνηση του πρώην Πρωθυπουργού έρχεται σε μία συγκυρία αρκετά δύσκολη για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, που πιθανότητα να κυοφορεί εξελίξεις, αλλά με έναν άκαιρο στόχο : τον Κώστα Καραμανλή.
Ο πραγματικός στόχος του Κ. Σημίτη δεν ήταν ο Κώστας Καραμανλής, αλλά ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Απλούστατα διότι μόνο ο νυν Πρωθυπουργός είναι αυτός που μπορεί πια και έχει την εξουσία, αν το θέλει, να συνεχίσει την στρατηγική του Ελσίνκι, κάτι που επιθυμεί, ως φαίνεται, ο Κώστας Σημίτης. Και «απευθύνεται» ο Κ. Σημίτης στον Πρωθυπουργό ζητώντας ουσιαστικά να μην παρεκκλίνει της στρατηγικής του Ελσίνκι, που αναγνωρίζει στην Τουρκία ζωτικά συμφέροντα στο Αιγαίο…
Η κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη μέχρι σήμερα έχει επιδείξει μεγάλη κινητικότητα στην εξωτερική πολιτική, ωστόσο επί μήνες ασκεί και μυστική διπλωματία. Για την οποία ενημερωθήκαμε αρχικά από τον Τσαβούσογλου για τις συνομιλίες στο Βερολίνο και στη συνέχεια δεν υπάρχει καμία ενημέρωση ούτε για τον τεχνικό διάλογο στο ΝΑΤΟ, ούτε το περιεχόμενο των διερευνητικών επαφών. Και φυσικά μετά από ένα καλοκαίρι γεμάτο προκλήσεις και εντάσεις η Κυβέρνηση είναι παραδόξως επίμονα πρόθυμη να συζητήσει είτε μέσω των διερευνητικών, είτε με την λεγόμενη πενταμερή για το Κυπριακό. Αυτή η ελληνική προθυμία μέχρι στιγμής είχε ως αποτέλεσμα το ευρωπαϊκό συγχωροχάρτι στην Τουρκία και η κουβέντα για κυρώσεις σε βάρος της γείτονος να πάει περίπατο.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης φαίνεται, δυστυχώς, ότι στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής και δη των ελληνοτουρκικών έχει αποφασίσει να κινηθεί ακόμη και με προσωπικές επιλογές που έχουν έντονο «άρωμα» Σημίτη και ΕΛΙΑΜΕΠ. Δεν είναι τυχαίο ότι ο διαπραγματευτής της Ελλάδας στις διερευνητικές είναι ο πρέσβης, Π. Αποστολίδης, μέλος του ΔΣ του ΕΛΙΑΜΕΠ, ενώ ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Κ. Μητσοτάκη, Θάνος Ντόκος, έχει διατελέσει Γενικός Διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ.
Μιλάμε για το think tank που συνέτασσε εκθέσεις, όπως η έκθεση Γρηγοριάδη, (την οποία έστειλε ο κ. Ντόκος στην τουρκική πρεσβεία στις Βρυξέλλες, όπως πρόσφατα μάθαμε από την αποκάλυψη των wikileaks) και η οποία στην πραγματικότητα εισηγείται στο τουρκικό κράτος πολιτικές-διπλωματικές κινήσεις σημειώνοντας μεταξύ άλλων πως «οι τουρκικές φιλοδοξίες για ηγετικό περιφερειακό και παγκόσμιο στρατηγικό ρόλο δεν είναι ασυμβίβαστες με την ένταξη στην ΕΕ, υπό τον όρο ότι η Τουρκία συμμορφώνεται πλήρως με τα κριτήρια ένταξης»….
Δεν πρέπει να περνά απαρατήρητο το γεγονός ότι η παρέμβαση Σημίτη και η κριτική του στον Κ. Καραμανλή ήρθε, αφού προηγουμένως μεσολάβησε η συνέντευξη ενός άλλου πρώην πρωθυπουργού, του Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος ουσιαστικά κατά την έναρξη των διερευνητικών επαφών τάχθηκε κατά του διαλόγου με την Τουρκία από τη στιγμή που η Τουρκία συνεχίζει να έχει συμπεριφορά «πειρατή». Ο Κ. Μητσοτάκης πάντως είχε την ευκαιρία για μια πιο αυστηρή στάση απέναντι στην Τουρκία, όταν μεταξύ του γύρου των επαφών στην Κωνσταντινούπολη και στην Αθήνα μεσολάβησε η έξοδος του «Τσεσμέ» στο Αιγαίο. Η Ελλάδα όμως δεν αυστηροποίησε τη στάση της, ωστόσο στο κυβερνών κόμμα η εσωκομματική κριτική για τις επιλογές του Πρωθυπουργού είναι υπαρκτή, αν και δεν λαμβάνει έντονα δημόσιο χαρακτήρα. Ο Κ. Σημίτης λοιπόν με την κριτική του στον Κ. Καραμανλή, που δεν έλαβε μάλιστα κάποια απάντηση την κυβέρνηση της ΝΔ, ήρθε ουσιαστικά να ζητήσει από τον Κ. Μητσοτάκη να μην παρεκκλίνει και να μην ενδώσει στην εσωκομματική κριτική. Να μην παρεκκλίνει από μια πορεία που στο τέλος θα φέρει κάτι καινούργιο… Μια προσφυγή στη Χάγη; Συνδιαχείριση στο Αιγαίο; Εξελίξεις για τον ελληνισμό της Κύπρου; Αποστρατικοποίηση νησιών; Σίγουρα όμως κάτι καινούργιο ως προς τα ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας, όπως έλεγε και το Ελσίνκι…