Μια άκρως κυνική Όπερα της Πεντάρας στο Παλλάς

Tης Αντιγόνης Κατσαδήμα

Με την «Όπερα της Πεντάρας» στο Θέατρο Παλλάς, ο Γιάννης Χουβαρδάς έδειξε το γνωστό σε όλους, ότι είναι αδύνατο να κολυμπήσουμε στα ίδια νερά ενός ποταμού που ρέει. Με αυτήν την ριζοσπαστική λογική σκηνοθέτησε το ανυπέρβλητο έργο του Μπρεχτ του 1928. Αντί για στάβλο, λοιπόν, επέλεξε καμπίνες τηλεφωνικού κέντρου παρουσιάζοντας ένα σύγχρονο ψηφιακό στάβλο κόκκινων δανείων και χρωστούμενων οφειλών. Η συνθήκη της διαμερισματοποίησης στα σκηνικά της Εύας Μανιδάκη λειτουργεί εξαιρετικά, σε συνδυασμό με τη χρήση των νέων μέσων. Παράλληλα, το κίτρινο χρώμα επί σκηνής δίνει αυτήν ακριβώς την χρωματική κλίμακα που το κείμενο χρειάζεται, συμπληρώνοντας την κυνική, ειρωνική χροιά του.
Λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη ότι και το έργο του Μπρεχτ αποτελεί βαθύτερη επεξεργασία της αρχικής σύλληψης του John Gay του 1728, καταλήγουμε στο ότι, όπως οι μεταγενέστεροι έχουμε εξαρχής συνδέσει το όνομα του Μπρεχτ με τη ρητορική απέναντι στον καπιταλισμό και την πλουτοκρατία, ομοίως ανάλογες τολμηρές σκηνοθεσίες εντυπώνονται στη μνήμη αυθύπαρκτα. Ώστε, η επιτυχία της εκτέλεσης συνδέεται με συγκεκριμένα, αυστηρά όρια ηθοποιίας και χάραξης ρόλων σε ένα πλαίσιο καθολικής αφομοίωσης των κινήτρων∙ συναφή είναι όσα προσφέρει και επιφυλάσσει η ζωή διά της πολιτικής οδού και συναρθρώνουν την προσωπική διαμόρφωση.

Όσον αφορά στις ερμηνείες, συνήθιζα να πιστεύω ότι ο ηθοποιός αναγνωρίζεται από την φωνή. Αλλά προφανώς, εδώ είναι η μεταμόρφωση που ορίζει το παιχνίδι, την πάλη με το κείμενο. Όσοι μεταμορφώθηκαν, έλαμψαν. Υπέροχη η Καραμπέτη, η κυρία Πήτσαμ, έχτισε ένα ρόλο περσόνα, αγνώριστη. Υπέροχος και ο Λούλης, Μακχήθ, με πατήματα γερά και κίνηση, σαν να του χρωστούσαν αυτόν τον ρόλο. Η Λυδία Φωτοπούλου, Τζέννυ, επίσης ανταποκρίνεται άξια στις απαιτήσεις του ρόλου της. Ενώ ο Καραθάνος, ως αλλόκοτος αφηγητής και αστυνόμος Μπράουν είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση που κινείται στο μεταίχμιο πραγματικότητας και αφαίρεσης. Σε αυτό το επίπεδο αφαίρεσης, η αρχική πόζα της Λούσυ-Κ. Γεωργίου-, στα κόκκινα, θυμίζει μια σφίγγα, προτού η συνέχεια του έργου, σε μετάφραση Γ. Δεπάστα, αποκαλυφθεί. Συνειρμικά, τέλος, τα ίδια τα ονόματα Λούσυ και Πόλυ (Ν. Κοντογεώργη) ενδεχομένως και να συγκροτούν την «αστυνομία» των συναισθημάτων («πολίς») για τον Μακ, τον μαχαιροβγάλτη.

Στο σύνολό της, η «Όπερα της Πεντάρας», στο Θέατρο Παλλάς, είναι μια πολύ καλή πρόταση, η παρουσίαση της οποίας δείχνει πως η Αθήνα δεν έχει να ζηλέψει τίποτε θεατρικά από άλλες πόλεις. Αν κάτι μπορούσε να είναι πιστότερο, πιστεύω ότι θα ήταν ο φωτισμός, ο οποίος δεν θύμιζε Μπρεχτ. Στον αντίποδα αυτού, βέβαια, κάποιος θα μπορούσε να εικάσει ότι ο θεατής είναι ελεύθερος να «φωτίσει» όποια φράση του κειμένου βούλεται. Αν αυτό γίνει δεκτό, τότε γιατί απομονώθηκαν από το κείμενο φράσεις όπως «Μέγα το ψύχος και το σκότος…κλπ»; Πάντα, χρειάζονται επιλογές.

Για λάτρεις: http://www.gutenberg.org/files/25063/25063-h/25063-h.htm
Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας
Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς
Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Ενορχηστρωτική επιμέλεια – διεύθυνση ορχήστρας: Θοδωρής Οικονόμου
Δημιουργία βίντεο: Δημοσθένης Γρίβας
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος
Σχεδιασμός ήχου: Κώστας Μπώκος
Φωνητική Διδασκαλία: Μιχάλης Παπαπέτρου
Κινησιολογική Επιμέλεια: Αμάλια Μπέννετ
Φωτογραφίες παράστασης: Πάτροκλος Σκαφιδάς
Α’ Βοηθός σκηνοθέτη: Νατάσα Τριανταφύλλη
Β’ Βοηθοί σκηνοθέτη: Αλέξανδρος Βαμβούκος, Ιωάννα Μπιτούνη
A’ Βοηθός σκηνογράφου: Θάλεια Μέλισσα, Β’ Βοηθός σκηνογράφου: Έλλη Σπάνια
Βοηθός ενδυματολόγου: Βασιλική Σουρρή

ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΟΥΝ:
Μακχήθ: Χρήστος Λούλης
Κυρία Πήτσαμ: Καρυοφυλλιά Καραμπέτη
Κύριος Πήτσαμ: Άγγελος Παπαδημητρίου
Τζέννυ: Λυδία Φωτοπούλου
Αφηγητής, Αστυνόμος Μπράουν: Νίκος Καραθάνος
Πόλλυ: Νάντια Κοντογεώργη
Λούσυ: Κίκα Γεωργίου

ΠΑΙΖΟΥΝ ΜΕ ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ ΟΙ ΗΘΟΠΟΙΟΙ : Αντίνοος Αλμπάνης, Μιχάλης Αφολαγιάν, Μπάμπης Γαλιατσάτος, Ελίζα Γεροντάκη, Έφη Γούση, Μαριάννα Καβαλλιεράτου, Βασίλης Κουκαλάνι, Ελένη Μπούκλη , Βασίλης Μυλωνάς, Νέστορας Κοψιδάς, Μαρία Νίκα, Γιώργος Τζαβάρας

ΜΟΥΣΙΚΟΙ:
Πιάνο: Θοδωρής Κοτεπάνος
Κρουστά: Μαρίνος Τρανουδάκης
Κοντραμπάσο: Χάρης Μέρμυγκας
Μπαντονεόν: Κώστας Ράπτης
Σαξόφωνο alto – κλαρινέτο: Σπύρος Νίκας
Φαγκότο: Βασίλης Πριόβολος
Κιθάρες – μπάντζο: Αλέξανδρος Παπαρίζος
Τρομπέτα: Διονύσης Αγαλιανός
Τρομπέτα: Τάσος Βιτσεντζάτος
Τρομπόνι: Παναγιώτης Ζαφειρόπουλος
Σαξόφωνο σοπράνο: Δημήτρης Χουντής
Σαξόφωνο τενόρο – φλάουτο: Τάσος Φωτίου