Toυ Δημήτρη Παπαδάκη
Παρατηρώντας όσα συμβαίνουν γύρω από τη διαπραγμάτευση της χώρας με τους δανειστές της σχετικά με τη δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος, μου έρχεται συνεχώς στο μυαλό η πρόσφατη παραδοχή του Σκουρλέτη ότι η κυβέρνηση δεν υιοθετεί την πατρότητα του προγράμματος (του μνημονίου) εννοώντας ότι αυτό επιβλήθηκε από τους δανειστές και ότι ήταν η μόνη επιλογή το καλοκαίρι του 2015 για να μείνει η χώρα στο ευρώ.
Ο τυχοδιωκτισμός είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα δυστυχώς των σημερινών κυβερνώντων. Όπως το 2015 με το δημοψήφισμα ρίσκαραν τα πάντα, με απώτερο σκοπό την παραμονή στην εξουσία, έτσι και τώρα με τη δεύτερη αξιολόγηση η κυβέρνηση συνεχίζει στα ίδια επικίνδυνα μονοπάτια. Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να εκμεταλλευτεί μια σπάνια πολιτική συγκυρία: την αλλαγή εξουσίας στις ΗΠΑ και τις επερχόμενες εκλογές στη Βόρεια Ευρώπη (Γερμανία, Ολλανδία, Γαλλία). Και επειδή κανείς τουλάχιστον στην Ευρώπη δεν θέλει να οδηγηθεί σε εκλογές με το βάρος του ελληνικού προβλήματος, η κυβέρνηση ουσιαστικά μην προχωρώντας σε αυτά που τις αναλογούν από τη συμφωνία «εκβιάζει» τους Ευρωπαίους, επιδιώκοντας να πάρει την αξιολόγηση με τα λιγότερα πιθανά μέτρα, κυρίως σε ό,τι αφορά τα μέτρα που έχουν πολιτικό κόστος. Αυτό θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι είναι θεμιτό για την κυβέρνηση να διαπραγματευτεί με το σκληρότερο δυνατό τρόπο. Όμως σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ στο τέταρτο τρίμηνο του 2016 η αναιμική ανάπτυξη φρέναρε εξαιτίας της καθυστέρησης στη διαπραγμάτευση. Είναι αυτό άραγε προς όφελος της χώρας; Από την άλλη οι Ευρωπαίοι ενόψει των εκλογών τους βρίσκονται πράγματι σε δύσκολη θέση βλέποντας τα ακροδεξιά – λαϊκιστικά κόμματα να ανεβαίνουν δημοσκοπικά. Όμως σε ποια περίπτωση θα είναι σε δυσχερέστερη θέση; Τώρα ή όταν στο τέλος της χρονιάς αυτή η άνοδος θα έχει καταγραφτεί μέσα στα κοινοβούλια ή στην απευκταία περίπτωση που η Λεπέν γίνει πρόεδρος της Γαλλίας;
Εάν πράγματι θέλουμε να παραμείνουμε στο ευρώ και να μην πάμε άτακτα στη δραχμή, εμείς είμαστε που θα έπρεπε να βιαζόμαστε όχι μόνο για να ολοκληρωθούν οι αξιολογήσεις του μνημονίου, αλλά για να τελειώσουν επιτέλους τα μνημόνια, όπως συνέβη με την Κύπρο, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία. Όμως δυστυχώς η καρέκλα είναι πάνω από τη χώρα. Χώρια που οι αριστερές ονειρώξεις δεν έχουν αποβληθεί, με αποτέλεσμα να μην προχωρούν οι αποκρατικοποιήσεις, να μην διευκολύνονται οι επενδύσεις και οι ιδιωτικές επιχειρήσεις να στενάζουν από την υπερφορολόγηση προς χάριν του αδηφάγου πελατειακού κράτους που νοιάζεται μόνο για να μονιμοποιήσει τους συμβασιούχους του δημοσίου.