Γράφει ο ΝΙΚΟΣ ΚΩΣΤΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Εκπαιδευτικός – Δημοτικός Σύμβουλος Θέρμου
(αποχαιρετισμός στην άνοιξη)
Το να βρεθεί κάποιος έστω και για λίγο στην Κοσίνα αποτελεί σίγουρα μια ξεχωριστή εμπειρία. Εμπειρία, η οποία εδράζεται στα χαρακτηριστικά της ορεινής φύσης της. Μιας φύσης όπου ο χαρακτηρισμός «ορεινή» με ό,τι αυτό συνεπάγεται (υψόμετρο, έλατα, κρύα νερά, καθαρός αέρας) της ταιριάζει στον απόλυτο βαθμό.
Εμπειρία, όμως, η οποία εμπλουτίζεται, για όποιον ενδιαφερθεί να πληροφορηθεί περαιτέρω για τους κύκλους ζωής του εν λόγω οικισμού, με διδάγματα ζωής για τις απανωτές κυκλικές πορείες των ανθρώπινων κοινωνιών στον χώρο και στον χρόνο, όπως αυτά προκύπτουν από το χθες και το σήμερα της Κοσίνας. Ένα χθες με διαδοχικές πορείες από την ακμή στην παρακμή και το αντίθετο, ένα σήμερα προβληματικό και, επιπλέον, ένα αύριο …άδηλο!!!
Χαρακτηριστικό ορεινό τοπίο
Χτισμένη στα χίλια μέτρα υψόμετρο η Κοσίνα, στα ομάλια της ανατολικομεσημβρινής πλαγιάς του βουνού Μέγα Ίσιωμα του Παναιτωλικού όρους, η οποία καταλήγει ανατολικά και νότια στις πηγές του Κοσινορέματος Γιδομανδρίτη και εν μέρει η κατάληξή της εμπλέκεται με την αντίστοιχη δυτική πλαγιά του αντερείσματος που ξεκινάει από το Δίκορφο (πρώην Κο[υ]κο[υ]ρέχι), την επόμενη κορυφή κατά μήκος της κορυφογραμμής του Παναιτωλικού με κατεύθυνση προς ανατολάς, και συνεχίζοντας με κατεύθυνση προς νότο σχηματίζει τις κορυφές Καραπιπέρη, Λιάκουρα και Κοκκινόβραχο – κορυφές που ορίζουν κατά κύριο λόγο τον ορίζοντα περιμετρικά της Κοσίνας και τον περιορίζουν ταυτοχρόνως – ενώ το βόρειο άκρο της πλαγιάς, όπως αυτό ορίζεται από την κορυφογραμμή της κεντρικής οροσειράς από την εν λόγω κορυφή ως το κατώτερο σημείο προς ανατολάς, στο Διάσελο Κοσίνας, όπου εμπλέκεται με τη δυτική πλαγιά του Δικόρφου, αποτελεί το όριο με την Ευρυτανία.
Ελατοσκεπής κατά κύριο λόγο η περιοχή παντού τριγύρω, ακόμη και μέσα στον οικισμό κι ως πάνω στις κορυφές, με εξαίρεση το Μέγα Ίσιωμα και το Δίκορφο που είναι γυμνές από βλάστηση λόγω του μεγάλου υψομέτρου, και με εναλλαγές κάθε τόσο της βλάστησης – η οποία είναι ποικίλη και αποτελείται από χορτολιβαδικές εκτάσεις στα μεγαλύτερα υψόμετρα και στα μικρά οροπέδια πλησίον των βουνοκορφών, πλατάνια στις ρεματιές που αυλακώνουν κάθε τόσο την περιοχή, πουρνάρια και θαμνώδη βλάστηση στα χαμηλότερα υψόμετρα και λίγα ήμερα δένδρα, κυρίως καρυδιές, όπως και λίγες καλλιέργειες στον οικισμό – σε συνδυασμό με κάποια τμήματα κατά μήκος της δυτικής πλαγιάς του Δικόρφου ανατολικά του οικισμού όπου η γη αποκαλύπτει γυμνά τα σπλάχνα της, και βέβαια οι πάμπολλες πηγές, άλλες μικρότερες κι άλλες μεγαλύτερες, που αναβλύζουν σχεδόν παντού, αποτελούν τα στοιχεία εκείνα που συναπαρτίζουν το αξιοζήλευτο βουνίσιο περιβάλλον της περιοχής, η οποία γι’ αυτόν τον λόγο προσομοιάζει με ελβετικό τοπίο.
Τοπίο ελκτικό όλες τις εποχές του χρόνου. Όαση δροσιάς το καλοκαίρι, πολύχρωμο και μελαγχολικό το φθινόπωρο, υποαλπικό και εξόχως μυστηριακό τον χειμώνα και απλά μαγευτικό την άνοιξη.
Λόγω επικαιρότητας, μάλιστα, κρίθηκε σκόπιμο, να προβληθούν εδώ, ως γλυκιά ανάμνηση της άνοιξης που μόλις έφυγε, ενδεικτικές εικόνες από την ανοιξιάτικη φύση της Κοσίνας, αυτού του απόμερου αλλά καθόλου αδιάφορου τόπου, το αντίθετο μάλιστα, με στόχο αυτός να γίνει γνωστός στο ευρύτερο κοινό, ώστε να τον επισκεφθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι και να γευθούν κάτι από τη μαγεία του, και παράλληλα να προβληθούν οι βασικές αναγκαιότητες αναφορικά με τις βασικές τεχνικές υποδομές που είναι απαραίτητο να υλοποιηθούν έτσι ώστε τα θέλγητρα της περιοχής αυτής να μετασχηματισθούν σε αναπτυξιακή δυναμική.
Ιστορία σαν παραμύθι
Ανεξαρτήτως, όμως, του απαράμιλλου φυσικού κάλλους αυτής της ξεχωριστής γωνιάς της Αιτωλικής γης, το οποίο αποτελεί και το βασικό της πλεονέκτημα, δεν θα μπορούσε να λείπει από την περιγραφή μιας σύντομης περιδιάβασης σαν ετούτη σχετική αναφορά και στον ανθρώπινο παράγοντα, αφού ένας τόπος αποκομμένος από το στίγμα της ανθρώπινης παρουσίας σ’ αυτόν προσομοιάζει με νεκρή φύση. Γι’ αυτό, ακολουθεί στη συνέχεια ξεχωριστή αναφορά στην πορεία της Κοσίνας στον χρόνο, εκτεταμένη, είναι αλήθεια, αναλογικά με το όλο κείμενο, αλλά δεν γινόταν διαφορετικά, γιατί αυτό επιβάλλεται εκ των πραγμάτων από τη μακρά και πολυκύμαντη ιστορία της Κοσίνας. Μια ιστορία σαν παραμύθι. Παραμύθι, όμως, αληθινό.
Αρχαίος οικισμός ήταν χτισμένος στην ίδια θέση με αυτή του σημερινού οικισμού, όπως μαρτυρά το πλήθος των προχριστιανικών κεραμιδιών που συναντά κανείς διάσπαρτα παντού, η ονομασία του οποίου αγνοείται, όπως συμβαίνει εξάλλου και για το μεγαλύτερο μέρος των αρχαίων οικισμών της ορεινής αυτής περιοχής λόγω της πολυκύμαντης ιστορίας της, πράγμα που επιβεβαιώνεται φυσικά και από την ονομασία του οικισμού, η οποία παραπέμπει σε σλαβικής προέλευσης τοπωνύμιο και οφείλεται προφανώς στον μεταγενέστερο εποικισμό της ευρύτερης περιοχής του ηπειρωτικού κορμού της Ελλάδας από σλαβικά φύλα.
Άλλες πληροφορίες για τον οικισμό κατά τη μακρά περίοδο του μεσαίωνα δεν υπάρχουν πλην της μοναδικής σχετικής σωζόμενης προφορικής μαρτυρίας ότι εκεί υπήρχε βυζαντινό μοναστήρι, μοναδικό υπόλειμμα του οποίου σήμερα είναι ο ναός της Αγίας Παρασκευής δίπλα στον ομώνυμο λόφο, ο οποίος χτίστηκε πάνω στα ερείπια του καθολικού του μοναστηριού και σε μικρότερες διαστάσεις απ’ αυτό. Λέγεται, μάλιστα, ότι το μοναστήρι είχε πολλούς μοναχούς και διέθετε μεγάλο πλούτο και ότι καταστράφηκε μερικώς από κατολίσθηση που συνέβη και όλοι οι θησαυροί του μεταφέρθηκαν με μουλάρια στο κοντινό στην περιοχή αυτή, και φυσικά μεταγενέστερο, μοναστήρι του Προυσού.
Σε «τριακόσια αντρόγυνα κι ογδόντα χήρες», όπως με χαρακτηριστικό τρόπο μεταφέρεται η σχετική πληροφορία ως σήμερα από την προφορική παράδοση, ανερχόταν ο πληθυσμός της Κοσίνας στους νεότερους χρόνους, και συγκεκριμένα κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, πράγμα που επιβλήθηκε φυσικά από τις ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες που επικράτησαν στη χώρα αυτή την περίοδο. Πληθυσμός τεράστιος για τα γεωμορφολογικά δεδομένα της περιοχής, ειδικά αν συγκριθεί με τα σημερινά πληθυσμιακά δεδομένα όλων των οικισμών της ευρύτερης περιοχής. Η αλήθεια είναι βέβαια πως αυτό επιβλήθηκε κατά κύριο λόγο από τις ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες που δημιουργήθηκαν στη χώρα εξαιτίας της ξενικής κατοχής, πράγμα που οδήγησε μεγάλο μέρος του πληθυσμού να αποσυρθεί σε δυσπρόσιτα μέρη. Εδώ, όπως και σε πάμπολλα αντίστοιχα μέρη, ζούσαν λιτοδίαιτα αλλά απολάμβαναν ένα αγαθό που δεν μπορεί να συγκριθεί με κανένα από τα υλικά αγαθά που τους πρόσφεραν τα κατώμερα. Ήταν η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. Ζούσαν φτωχικά, με πολλές στερήσεις και αντιμετώπιζαν ιδιάζουσες δυσκολίες σ’ αυτά τα απομονωμένα μέρη αλλά ήταν ουσιαστικά ελεύθεροι. Τα ελληνικά βουνά ήταν αυτά που κράτησαν ανόθευτη την ελληνική ψυχή τους πιο σκοτεινούς αιώνες της Ελλάδας, αυτούς που ο γηγενής πληθυσμός στέναζε κάτω από τον τυραννικό ζυγό ενός βάρβαρου δυνάστη από τους χειρότερους που γνώρισε ποτέ ανθρώπινη κοινωνία. Σ’ αυτά τα χρόνια λοιπόν αυτός εδώ ο τόπος διαδραμάτισε ιδιαίτερα θετικό ρόλο για τον ελληνισμό.
Είναι αυτονόητο βέβαια ότι κάποια φυσικά στοιχεία της περιοχής ευνοούσαν τη συγκέντρωση τόσο μεγάλου πληθυσμού. Η ομαλότητα του τοπίου μέσα στο χωριό και τριγύρω απ’ αυτό, πράγμα που παρείχε τη δυνατότητα αφενός για καλλιέργεια και παραγωγή βασικών ειδών διατροφής, όπως τα σιτηρά και το καλαμπόκι, και αφετέρου για ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, αλλά και η δυνατότητα για εκμετάλλευση συμπληρωματικά και των κοντινών παραποτάμιων περιοχών, μία από τις οποίες βρίσκεται λίγο πιο κάτω από τον οικισμό παραπλεύρως του Κοσινορέματος, στους εγκαταλειμμένους σήμερα συνοικισμούς Σπάρτα και Ανάερο, και άλλη μία, πολύ μεγαλύτερη αλλά αρκετά μακριά, έως δύο ώρες ποδαρόδρομο από τον οικισμό, η οποία προσφερόταν για ξεχειμαδιό και καλλιέργεια λόγω του πιο ήπιου κλίματος που επικρατούσε σ’ αυτή – πρόκειται για την Κοιλάδα των Νεράιδων στην παραποτάμια περιοχή του κυρίως κλάδου του Γιδομανδρίτη από τη συμβολή με το Κοσινόρεμα ως λίγο πριν τις πηγές του ποταμού, όπως και για τις περιοχές που είναι σήμερα οι οικισμοί Αμπέλια και Άγιος Θεόδωρος (πρώην Μαχαλάς) – είναι τα στοιχεία εκείνα που δικαιολογούν τον προαναφερόμενο πληθυσμό του οικισμού.
Στην προσηλιακή και με νότιο προσανατολισμό πλαγιά, η οποία δημιουργείται στην κατάληξη του αντερείσματος Δίκορφο – Λιάκουρα – Κοκκινόβραχος, είχαν τα αμπέλια τους, από όπου έβγαζαν άφθονο και εξαιρετικής ποιότητας κρασί και ήταν μεγάλο πλεονέκτημα αυτό για μια ορεινή περιοχή, πράγμα αποτυπωμένο και σε αντίστοιχο δημοτικό τραγούδι. Σ’ αυτό το γεγονός, εξάλλου, οφείλεται και το όνομα του οικισμού, Αμπέλια.
Επιπλέον, επειδή ο βαρύς χειμώνας δεν επέτρεπε τη διαχείμαση των κοπαδιών στην Κοσίνα, όσοι είχαν μεγάλα κοπάδια κατέβαιναν τον χειμώνα στον κάμπο της Τριχωνίδας, ενώ, όσοι είχαν μικρότερο αριθμό ζώων, μετέβαιναν στην προαναφερόμενη παραποτάμια περιοχή του Γιδομανδρίτη, όπου διέθεταν και ιδιόκτητη γη. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και σήμερα υπάρχουν, σε μικρό αριθμό βέβαια, νομάδες κτηνοτρόφοι που ακολουθούν τον ίδιο πατροπαράδοτο τρόπο μετακίνησης των κοπαδιών τους από τις ίδιες περιοχές προς την Κοσίνα κατά τη θερινή περίοδο και αντιστρόφως κατά τη χειμερινή περίοδο.
Ονοματοθεσίες εντός του οικισμού, όπως Χοροστάσι (πλατεία), σε μια περιοχή που σήμερα είναι χωράφια, και Γυφτοκόνακα (εργαστήρια σιδεράδων), η εκκλησία του οικισμού, η Αγία Παρασκευή, και δυο ξωκλήσια, του Αγίου Ιωάννη και των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, αποτελούν αψευδείς μάρτυρες εκείνης της εποχής.
Ήταν, προφανώς, η εποχή της ακμής, όταν – σύμφωνα πάλι με την τοπική παράδοση – ολόκληρο το χωριό συμμετείχε σε ετήσια πομπή όπου προηγούνταν οι ιερείς και οι ψάλτες ψάλλοντας τους καθιερωμένους σχετικά ύμνους και συνοδεύοντας την εικόνα της Παναγίας που ήταν τοποθετημένη πάνω σε χρυσά ζυγαλέτρια που τα έσερναν βόδια, με τα οποία δημιουργούνταν μια χαρακιά στο έδαφος γύρω από το χωριό, έτσι ώστε να μην μπορεί να μπει σ’ αυτό καμιά επιδημία. Από ό,τι λέγεται, μάλιστα, μ’ αυτόν τον τρόπο είχε κατορθωθεί να είναι άτρωτο το χωριό στις επιδημίες.
Μια εποχή, μάλιστα, κατά την πρώιμη περίοδο της τουρκοκρατίας, η Κοσίνα απαντάται ως έδρα του ναχιγιέ του Απόκουρου (διοικητική οντότητα που σχεδόν συμπίπτει γεωγραφικά με την περιοχή του αρχαίου Απόκουρου και του σημερινού Δήμου Θέρμου), προνόμιο που της εξασφάλιζε, προφανώς, η νευραλγική γεωγραφική της θέση, καθώς ήταν χτισμένη μια ανάσα δρόμο από το χαμηλότερο πέρασμα, το Διάσελο Κοσίνας, εκεί που μια βαθιά χαρακιά του εδάφους στο ενδιάμεσο περίπου της κορυφογραμμής ανάμεσα στις κορυφές Μέγα Ίσιωμα και Δίκορφο (Κοκορέχι) παρείχε τη δυνατότητα να διέλθει κάποιος από την από δω στην από κει πλευρά, από την Κοιλάδα του Γιδομανδρίτη στην Κοιλάδα του Κρικελοποτάμου, ή, να το πούμε αλλιώς, από την Τριχωνίδα στην Ευρυτανία, και αντιστρόφως – δυο περιοχές που και τότε αλλά και μετέπειτα έως πρόσφατα υπάγονταν στην ίδια κάθε φορά διοικητική οντότητα και ανέκαθεν αποτελούσαν και συνεχίζουν να αποτελούν ενιαία οικονομική οντότητα – πράγμα που ήταν αδύνατο να γίνεται από άλλο πέρασμα τους χειμερινούς μήνες, αφού τα χιόνια καθιστούσαν απροσπέλαστη την κορυφογραμμή.
Στη ζωή όμως, και στις ίδιες τις ανθρώπινες κοινωνίες, τίποτα δεν μένει ίδιο. Τις καλές στιγμές διαδέχονται οι άσχημες, τον θρίαμβο η καταστροφή και το αντίθετο. Έτσι έφτασε και για την Κοσίνα η ώρα της πτώσης κι αυτό ήταν μια καταστροφή. Το πώς και το πότε έγινε αυτό άγνωστο, καθώς οι πληροφορίες είναι συγκεχυμένες. Άλλες αναφέρουν ότι το χωριό καταστράφηκε από επιδρομή των Κλεφτών, πράγμα που εξανάγκασε τους εναπομείναντες κατοίκους να διασκορπιστούν προς διάφορες κατευθύνσεις, Αράκυνθο, Ήπειρο και Θεσσαλία, πιθανότητα που επιβεβαιώνεται σε μεγάλο βαθμό από πολλά επώνυμα που συναντάμε σ’ αυτές τις περιοχές ίδια με αυτά που υπάρχουν και εδώ. Άλλες πληροφορίες αναφέρονται σε μια μεγάλη κατολίσθηση που ανάγκασε τον πληθυσμό να επιλέξει ως κύρια κατοικία του αυτή της χειμερινής διαβίωσής του στην ευρύτερη περιοχή των Αμπελίων, τόσο μέσα στο χωριό όσο και στην παραποτάμια αυτού περιοχή, στην Κοιλάδα των Νεράιδων, και άλλους να μεταναστεύσουν για άλλα μέρη. Το πιο πιθανό είναι να ισχύουν και τα δύο, αλλά να έχουν συμβεί σε διαφορετικές φάσεις που δεν είναι εύκολο να προσδιοριστούν χρονικά.
Η Κοσίνα στη σύγχρονη εποχή
Πάντως, στα χρόνια πριν την επανάσταση η Κοσίνα συναντάται και πάλι με σημαντικό πληθυσμό, σαφώς μικρότερο, βέβαια, από τον προαναφερόμενο την εποχή της ακμής, πράγμα που συνεχίστηκε ως πρόσφατα, στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες.
Μόνο που αυτό το διάστημα το κέντρο βάρους έχει μετατοπιστεί σταδιακά στα Αμπέλια, που έχει εξελιχθεί εντωμεταξύ σε τόπο κύριας κατοικίας για τους περισσότερους, πολλοί από τους οποίους δεν έπαψαν να μετακινούνται κατά τη θερινή περίοδο στην Κοσίνα με τα ζωντανά τους και άλλοι κατά διαστήματα καθημερινά και τον υπόλοιπο καιρό, ανάλογα με τις ανάγκες των εποχιακών αγροτικών εργασιών, για να καλλιεργούν τα χωράφια που διέθεταν εκεί, ενώ άλλοι διέμεναν τους θερινούς μήνες στην Κοσίνα και τον χειμώνα κατέβαιναν στα χειμαδιά, στον κάμπο του Αγρινίου.
Μάλιστα ήταν τόσο το δέσιμο των δυο αυτών οικισμών, Κοσίνα και Αμπέλια, στη μετεπαναστατική περίοδο, που τα αποκαλούσαν και με μία ονομασία, Αμπελο-Κοσίνα. Στα Αμπέλια ιδρύθηκε και Δημοτικό Σχολείο προς τα τέλη του 19ου αιώνα, στο οποίο εκτός από τους μαθητές των Αμπελίων μαθήτευαν και οι μαθητές της Κοσίνας και του Μαχαλά που μετακινούνταν καθημερινά με ποδαρόδρομο μία και μιάμιση ώρα αντίστοιχα για να πάνε στο σχολείο και άλλη τόση για να επιστρέψουν μέσα από κακοτράχαλα μονοπάτια.
Επιπλέον, οι εκκλησίες της Κοσίνας υπήχθησαν στην ενορία της Μεταμόρφωσης που έχει έδρα στα Αμπέλια. Στη συνέχεια ιδρύθηκε η Κοινότητα Κουσίνης με έδρα την Κο[υ]σίνα και συνοικισμούς τα Αμπέλια και τον Μαχαλά.
Από την Κοσίνα στην Κοκκινόβρυση
Αργότερα, στο πλαίσιο της αλλαγής των ξενικής προέλευσης ονοματοθεσιών, η Κοσίνα μετονομάσθηκε σε Κοκκινόβρυση – ονομασία που παραπέμπει σε ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του οικισμού, τα πολλά και άριστης ποιότητας νερά που ήταν κατάλληλα ακόμη και για τη γιατρειά της φυματίωσης σύμφωνα με σχετικές μαρτυρίες της εποχής – και αντίστοιχα μετονομάστηκε και ολόκληρη η Κοινότητα, από Κοινότητα Κουσίνης σε Κοινότητα Κοκκινόβρυσης, ονομασία που παρέμεινε και στη συνέχεια για λόγους σεβασμού στην ιστορία της περιοχής, όταν η έδρα της Κοινότητας μεταφέρθηκε στα Αμπέλια. Αντίστοιχα, ο Μαχαλάς μετονομάστηκε σε Άγιο Θεόδωρο, ενώ αποτέλεσε ξεχωριστή ενορία και ιδρύθηκε αργότερα και Δημοτικό Σχολείο εκεί.
Τα δυο σχολεία που λειτούργησαν στην εν λόγω Κοινότητα, το Δημοτικό Σχολείο Κοκκινόβρυσης στα Αμπέλια και το Δημοτικό Σχολείο Αγίου Θεοδώρου στον Άγιο Θεόδωρο, λειτούργησαν ως τα τέλη των δεκαετιών 1980 και 1970 αντίστοιχα, οπότε και καταργήθηκαν λόγω έλλειψης μαθητών.
Η Κοινότητα Κοκκινόβρυσης, μετά την κατάργησή της πρόσφατα με το σχέδιο «Καποδίστριας» και τη συγχώνευσή της με τον Δήμο Θέρμου, παραμένει ως αποκεντρωμένη μορφή διοίκησης με τον τίτλο «Τοπική Κοινότητα Κοκκινόβρυσης Δήμου Θέρμου» αποτελούμενη από τον κεντρικό οικισμό, τα Αμπέλια, την Κοκκινόβρυση (Κοσίνα) και τον Άγιο Θεόδωρο (πρώην Μαχαλά). Κάθε οικισμός από τους προαναφερόμενους της εν λόγω Τοπικής Κοινότητας έχει τα δικά του ξεχωριστά χαρακτηριστικά και από κοινού συγκροτούν αλληλοσυμπληρούμενη αναπτυξιακή υποενότητα στο ορεινό Θέρμο.
Δεν θα υπάρξει περαιτέρω αναφορά, όμως, στους άλλους δύο οικισμούς, καθώς αυτό δεν αποτελεί αντικείμενο της καταγραφής αυτής, πλην της αναφοράς για τις αποστάσεις των βασικών δρόμων πρόσβασης στην περιοχή. Από το Θέρμο, λοιπόν, τα Αμπέλια απέχουν 19 χμ., ο Άγιος Θεόδωρος 21 χμ. και η Κοσίνα 27 χμ. μέσω Αμπελίων και 34 χμ. μέσω της εναλλακτικής διαδρομής που διέρχεται από το Αργυρό Πηγάδι, ενώ 10 χμ. χωρίζουν την Κοσίνα από τον Πρόδρομο Ευρυτανίας, όπου ο δρόμος διακλαδίζεται προς Καστανιά – Προυσό και προς Ροσκά – Πανταβρέχι – Δομνίστα.
Κοσίνα ή Κοκκινόβρυση
Πάντως, παρότι έχει παρέλθει χρονικό διάστημα σχεδόν ενός αιώνα από τη μετονομασία της Κοσίνας σε Κοκκινόβρυση και της ευρέως πλέον διαδεδομένης χρήσης της νέας ονομασίας του εν λόγω οικισμού αλλά και ολόκληρης της Κοινότητας και για τους τρεις προαναφερόμενους οικισμούς (Κοσίνα, Αμπέλια και Άγιο Θεόδωρο) στο συλλογικό υποσυνείδητο κυριαρχεί η παλιά ονομασία, Κοσίνα, για τον εν λόγω οικισμό και αυτή χρησιμοποιείται στις ανεπίσημες συνεννοήσεις και όχι άδικα, αφού αυτή η ονομασία είναι συνυφασμένη με την εποχή της ακμής και της παλαιάς αίγλης του οικισμού, πράγμα που πρέπει να προβληματίσει για την ορθότητα της πολιτικής για γενικευμένη αλλαγή των ονοματοθεσιών ξενικής προέλευσης, που μπορεί κανείς να ισχυρισθεί ότι χρειάζεται επιμέρους τροποποιήσεις.
Αυτός είναι και ο λόγος, εξάλλου, που και στον τίτλο του παρόντος άρθρου χρησιμοποιείται η ονομασία Κοσίνα και όχι Κοκκινόβρυση, όπως επίσης κατά κόρον συμβαίνει το ίδιο και στο σώμα του κειμένου.
Η ανοιξιάτικη φύση της Κοσίνας
Όπως και να έχει, όμως, η Κοσίνα – είτε ως Κοσίνα αποκαλείται είτε ως Κοκκινόβρυση – δεν παύει να είναι ελκτική όλες τις εποχές του χρόνου. Μαγευτική, θα μπορούσε να ειπωθεί, για κάποιον που έλκεται από τα θέλγητρα της φύσης και ιδιαίτερα για όποιον θα είχε την υπομονή, τον χρόνο και τη θέληση να τα γνωρίσει από κοντά ένα προς ένα. Να απολαύσει εικόνες, που, με τις διαφορετικές αποχρώσεις της φύσης κάθε εποχή του έτους, εντυπωσιάζουν απροσδόκητα.
Εικόνες που συναποτελούν, μαζί με αντίστοιχες από την ευρύτερη περιοχή, το παζλ της πλανεύτρας φύσης του ορεινού Θέρμου. Εικόνες σαν και αυτές που ενδεικτικά προβάλλονται σ’ αυτό το άρθρο. Λίγες εικόνες που αναδίδουν τη μαγεία της ανοιξιάτικης φύσης της Κοσίνας, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα σε όποιον έλκεται από τα θέλγητρα της φύσης να μοιραστεί μαζί μας κάτι από το κάλλος αυτής της πανέμορφης αλλά άγνωστης περιοχής.
Το καλοκαίρι που έρχεται
Αυτές οι μέρες, εξάλλου, έχουν και μια άλλη ομορφιά, καθώς γίνονται οι προετοιμασίες για το καλοκαίρι. Το νεοσκαμμένο χώμα στους κήπους το μαρτυρεί.
Αυτές τις πρώτες μέρες του καλοκαιριού, εξάλλου, η Κοσίνα θα υποδεχθεί τους λιγοστούς νομάδες με τα κοπάδια τους, οι οποίοι επιμένουν να συνεχίζουν τον πατροπαράδοτο τρόπο ζωής. Θα αντηχήσουν και πάλι τα κυπροκούδουνα στα πλάγια και θα ξαναζωντανέψει για λίγο ο τόπος, ανακτώντας κάτι από την πανδαισία ήχων και εικόνων της ποιμενικής ζωής που πλημμύριζε τον τόπο αυτόν τέτοια εποχή κάθε χρόνο.
Σε λίγες μέρες, εξάλλου, θ’ αρχίσουν και οι ετοιμασίες για τη μεγάλη γιορτή του χωριού, το ημερήσιο πανηγύρι που γίνεται με δημοτική ορχήστρα στην πλακόστρωτη πλατεία κάτω από τον παχύ ίσκιο των πλατανιών δίπλα στη βρύση του Άμπλα, στις 29 Ιουνίου, στη γιορτή των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, που γιορτάζει ο πολιούχος του χωριού, το εκκλησάκι που είναι αφιερωμένο στη μνήμη των εν λόγω Αποστόλων. Πανηγύρι παραδοσιακό, που συγκεντρώνει πολύ κόσμο από ολόκληρη την περιοχή. Σίγουρα η σπάνιας ομορφιάς τοποθεσία στην οποία διεξάγεται το πανηγύρι όσο και γενικά το φυσικό τοπίο της εν λόγω περιοχής αποτελεί το κυρίαρχο στοιχείο που έλκει τόσον κόσμο. Συγχρόνως, οι παραθεριστές θα δώσουν ανάσα ζωής στο χωριό καθ’ όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού πριν επανέλθει η σιωπή του χειμώνα. Αλλά και τότε η άγρια βουνίσια ομορφιά της Κοσίνας αποτελεί δέλεαρ για πολλούς που την επισκέπτονται ακόμη και το καταχείμωνο παρά τη μεγάλη δυσκολία προσέγγισης λόγω του προβληματικού οδικού δικτύου.
Το χρέος τιμής προς την Κοσίνα
Φτάνοντας στο τέλος αυτής της σύντομης περιδιάβασης από την ανοιξιάτικη Κοσίνα δεν μπορεί παρά να περιηγηθεί ο νους στα γυρίσματα των καιρών, στον αέναο κύκλο των μετακινήσεων των πληθυσμών ανάλογα με τις συνθήκες που διαμορφώνονται σε κάθε ιστορική περίοδο και, αν επεκτείνουμε τη σκέψη λίγο παραπέρα, να σκεφθούμε τη ματαιότητα των επίγειων πραγμάτων, καθώς σήμερα η Κοσίνα από έδρα του Απόκουρου έχει καταλήξει – όπως, εξάλλου, και η ευρύτερη περιοχή του ορεινού Θέρμου στην ολότητά της – να φυτοζωεί, με ελάχιστο πληθυσμό και με υποδομές σε μεγάλη έλλειψη. Και ως συνέπεια αυτών των σκέψεων δεν μπορεί παρά να επισημανθεί το ελάχιστο χρέος της τοπικής διοίκησης να ορίσει την Κοσίνα ως ιστορική έδρα του Δήμου Θέρμου.
Είναι το χρέος τιμής της τοπικής κοινωνίας του Δήμου Θέρμου προς την Κοσίνα!!!
Το χρέος ζωής προς το ορεινό Θέρμο
Για να προσγειωθούμε, όμως, στην ωμή πραγματικότητα της εν λόγω περιοχής και να εξαχθούν και κάποια χρηστικά συμπεράσματα για τις ανάγκες της, δεν μπορούμε παρά να αναφερθούμε και μ’ αυτή την ευκαιρία στην αναγκαιότητα μετασχηματισμού της οικονομίας της με βάση τα σημερινά δεδομένα και τις σύγχρονες αναγκαιότητες, καθώς το ορεινό Θέρμο, που αποτελούσε για αιώνες χώρο κατοίκησης και προσφοράς στην Ελλάδα – πολύ περισσότερο μάλιστα τα μαύρα χρόνια της τουρκοκρατίας – παραμένει ξεχασμένο στη μοίρα του, αφού παρά τα πολλαπλά θέλγητρα που διαθέτει, πρόκειται για περιοχή απομονωμένη λόγω του χωμάτινου οδικού δικτύου σύνδεσής του.
Για τη συγκεκριμένη επιμέρους περιοχή του εν λόγω οικισμού, της Κοσίνας (Κοκκινόβρυσης), μάλιστα, η κατάσταση είναι πιο δύσκολη σε σχέση με την αντίστοιχη από κάθε άλλο χωριό, αφού, λόγω και του ότι πρόκειται για απομακρυσμένο μέρος, η βατότητα των χωματόδρομων σύνδεσής της τόσο με το κέντρο όσο και με τα γειτονικά χωριά και με την όμορη περιοχή της Ευρυτανίας μπορεί να χαρακτηριστεί από υποτυπώδης έως απαράδεκτη, πράγμα που καθιστά την πρόσβαση σ’ αυτή πραγματικό μαρτύριο.
Έτσι, αναγκαζόμαστε, δυστυχώς, κάθε φορά να καταλήγουμε στη μόνιμη, κουραστική είναι αλήθεια, επωδό, που δεν έχει να κάνει παρά με το πρόβλημα των οδικών συνδέσεων. Πρόβλημα, το οποίο καταλήγει στην επανάληψη του κυρίαρχου αιτήματος της περιοχής που δεν είναι άλλο από την ικανοποίηση του αυτονόητου και συμπυκνώνεται σε μία λέξη. Στη λέξη «ΔΡΟΜΟΣ».
Ένα ζητούμενο δεκαετιών, ένα διαρκές αίτημα χωρίς ανταπόκριση, ένα ανεκπλήρωτο όνειρο που δεν λέει να γίνει πραγματικότητα και που δεν θα γίνει όσο οι εκάστοτε διοικήσεις δεν διακρίνουν τις μεγάλες δυνατότητες της εν λόγω περιοχής για ανάπτυξη της παραθεριστικής κατοικίας καθώς και για αξιοποίηση του αναπτυξιακού αποθέματος που αυτή διαθέτει στον τομέα του οικοτουρισμού και των συναφών μορφών εναλλακτικού τουρισμού. Απόθεμα, που παραμένει αναξιοποίητο και θα παραμένει έτσι όσο οι προσβάσεις παραμένουν σ’ αυτή την επιεικώς χαρακτηριζόμενη ως απαράδεκτη κατάσταση.
Παρότι οι καιροί είναι δύσκολοι και δεν αναμένεται γρήγορη οριστική λύση του ζητήματος αυτού, το οποίο χρονίζει – αδικαιολόγητα, μπορούμε να ισχυριστούμε, αναφορικά με την ελλιπή σχετική κρατική μέριμνα καθ’ όλη τη διάρκεια που αυτό παραμένει και πολύ περισσότερο για τότε που τα οικονομικά της χώρας επέτρεπαν περισσότερη αισιοδοξία – αυτό δεν αποτελεί λόγο να μη χαιρόμαστε τα θέλγητρα της περιοχής αυτής και να μην τα προβάλλουμε, απαιτώντας παράλληλα τη σταδιακή βελτίωση των προσβάσεων, αρχής γενομένης, ειδικά αναφορικά με την εν λόγω επιμέρους περιοχή, από την υλοποίηση των πλέον επειγουσών αναγκών που αναφέρονται στη διασφάλιση μόνιμης δυνατότητας επικοινωνίας της καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους και βέβαια στην ασφαλτόστρωση σταδιακά του οδικού της δικτύου στο σύνολο του μήκους του.
Πρόκειται για μικρό μόνο μέρος από το ανεξόφλητο χρέος της πολιτείας, το χρέος ζωής, προς αυτή την απομονωμένη περιοχή της ορεινής ενδοχώρας της πατρίδας!
Για να πάψει επιτέλους να είναι προβληματικό το σήμερα αυτού του τόπου και άδηλο το μέλλον του!!
Για ένα πιο ελπιδοφόρο μέλλον καταπώς πρέπει στην Κοσίνα, σε ολόκληρη την Τοπική Κοινότητα Κοκκινόβρυσης, στο ορεινό Θέρμο στο σύνολό του!!!