Η εγκυμοσύνη ναι μεν είναι μια φυσιολογική κατάσταση, πλην όμως δοκιμάζει σε μέγιστο βαθμό το σώμα της γυναίκας. Επίσης, είναι απόλυτα σημαντικό να γίνουν οι απαραίτητες εξετάσεις για να επιβεβαιωθεί ότι το μωράκι που θα γεννηθεί είναι υγιές. Για όλους αυτούς τους λόγους, η παρακολούθηση της κύησης γίνεται με τακτικές εξετάσεις: υπερηχογραφήματα και εξετάσεις αίματος. Συγκεντρώσαμε και σας παρουσιάζουμε τις κυριότερες εξετάσεις για το 1ο τρίμηνο. Πρέπει να γνωρίζετε όμως ότι το πρόγραμμα των εξετάσεων ενδεχομένως να χρειαστεί να μεταβληθεί ανάλογα με τις ιδιαίτερες ανάγκες της κάθε κύησης.
Το πρώτο υπερηχογράφημα μπορεί να πραγματοποιηθεί την εβδομάδα 6-7. Τότε επιβεβαιώνεται ότι το μωράκι μεγαλώνει φυσιολογικά μέσα στη μήτρα και δεν υπάρχει κίνδυνος εξωμήτριου κύησης. Επίσης, φαίνεται η καρδούλα του μωρού που χτυπάει γρήγορα.
Εκείνη την περίοδο (εβδομάδα 7-10) θα χρειαστεί να γίνουν αρκετές εξετάσεις αίματος για να διασφαλιστεί ότι η εγκυμοσύνη ξεκινάει με τις καλύτερες προϋποθέσεις. Οι κύριες εξετάσεις που συστήνονται είναι οι εξής:
- Γενική αίματος: μας δείχνει αν υπάρχει αναιμία (χαμηλός αιματοκρίτης, χαμηλός σίδηρος) ή κάποιο πρόβλημα με τα αιμοπετάλια (πήξη του αίματος).
- Ηλεκτροφόρηση αιμοσφαιρίνης:ανιχνεύεται το στίγμα μεσογειακής αναιμίας.
- Ανοσολογικός έλεγχος για ερυθρά, κυτταρομεγαλοϊό και τοξόπλασμα. Πρόκειται για παθήσεις που μπορεί να δημιουργήσουν σοβαρά προβλήματα στο έμβρυο.
- Ορμόνες θυρεοειδούς:η θυρεοειδοπάθεια είναι συχνή στις γυναίκες. Ο αρρύθμιστος θυρεοειδής ευθύνεται για αποβολές.
- Εξετάσεις αίματοςγια επίπεδα σακχάρου, ουρίας, κρεατινίνης: ελέγχεται ο μεταβολισμός της εγκύου.
- Ομάδα αίματος και Rhesus
- Γενική ούρων και Καλλιέργεια κολπικού υγρού
- Κυστική ίνωση: για τις μεταλλάξεις του γονιδίου της κυστικής ίνωσης (προαιρετική εξέταση).
Η κύηση παρακολουθείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα με υπερηχογραφήματα για να επιβεβαιώσουμε ότι εξελίσσεται φυσιολογικά. Στο τέλος του 1ου τριμήνου, την εβδομάδα 12-13 γίνεται η ‘αυχενική διαφάνεια’. Πρόκειται για μια εξέταση που αποτελείται από έναν εξειδικευμένο υπέρηχο (γίνεται από γυναικολόγο εξειδικευμένο στους υπερήχους παρακολούθησης της κύησης: εμβρυομητρικός) και εξετάσεις αίματος. Στόχος είναι να επιβεβαιωθεί ότι το μωράκι αναπτύσσεται φυσιολογικά και να αξιολογηθεί ο κίνδυνος για σύνδρομο Down κλπ.
Η αυχενική διαφάνεια είναι μια ανώδυνη, μη επεμβατική μέθοδος χωρίς παρενέργειες ή πιθανότητα αποβολής. Σε αρκετές περιπτώσεις, σε αυτή την εξέταση φαίνεται ήδη και το φύλο του μωρού. Ίσως όμως να χρειαστεί να περιμένετε λίγο ακόμα για να μάθετε αν το μωράκι σας είναι αγοράκι ή κοριτσάκι.
Μη Επεμβατικός Προγεννητικός Έλεγχος
Με βάση τα αποτελέσματα της αυχενικής διαφάνειας, μπορεί να συστηθεί ο Μη Επεμβατικός Προγεννητικός Έλεγχος. Πρόκειται για μια νέα, εξελιγμένη εξέταση που με μία απλή αιμοληψία της εγκύου προσδιορίζεται με μεγάλη ακρίβεια η πιθανότητα να υπάρχει κίνδυνος για διάφορα σύνδρομα στο έμβρυο. Πιο συγκεκριμένα, ο Μη Επεμβατικός Προγεννητικός Έλεγχος ελέγχει την πιθανότητα για σύνδρομο Down (τρισωμία 21), σύνδρομο Edward’s (τρισωμία 18), σύνδρομο Patau (τρισωμία 13) καθώς και αριθμητικές ανωμαλίες στα φυλετικά χρωμοσώματα (Χ και Υ), π.χ. σύνδρομο Turner (μονοσωμία Χ).
Ο Μη Επεμβατικός Προγεννητικός Έλεγχος του εμβρύου βασίζεται στο γεγονός ότι υπάρχει μικρή ποσότητα ελεύθερου εμβρυϊκού DNA στην κυκλοφορία της μητέρας. Η εξέταση των χρωμοσωμάτων του εμβρύου με κάθε βεβαιότητα είναι δυνατή μόνο με αμνιοπαρακέντηση ή λήψη χοριακών λαχνών. Αυτές οι μέθοδοι είναι αξιόπιστες, όμως είναι επεμβατικές και σχετίζονται με ένα μικρό ποσοστό αποβολής. Ο Μη Επεμβατικός Προγεννητικός Έλεγχος είναι απόλυτα ανώδυνος και ασφαλής για το έμβρυο, χωρίς κίνδυνο αποβολής αφού πρόκειται για μια απλή αιμοληψία.
Ο Μη Επεμβατικός Προγεννητικός Έλεγχος μπορεί να πραγματοποιηθεί από τη 10η εβδομάδα της κύησης, είτε έχει προκύψει από φυσιολογική σύλληψη είτε από εξωσωματική, είτε πρόκειται για μονήρη είτε για δίδυμη κύηση. Συνήθως όμως συστήνεται να γίνει μετά την αυχενική διαφάνεια, δηλαδή μετά την εβδομάδα 12, συμπληρωματικά ως προς αυτή την εξέταση.
Τα αποτελέσματα της εξέτασης είναι έτοιμα περίπου μετά από 2 εβδομάδες (10 εργάσιμες ημέρες). Με την εξέταση αυτή επιβεβαιώνεται το φύλο του μωρού. Ως μοναδικό μειονέκτημα θα μπορούσαμε ίσως να αναφέρουμε το υψηλό κόστος, το οποίο όμως ολοένα και μειώνεται, καθώς η μέθοδος γίνεται ευρύτερα διαθέσιμη.
Επισκεφθείτε την ιστοσελίδα του κέντρου γυναικολογίας και αναπαραγωγής Γέννημα IVF και κλείστε σήμερα ραντεβού με την πιο εξειδικευμένη και έμπειρη ομάδα του χώρου.