«Για ένα Μανιφέστο Πολιτισμού, από τη Μικρή Μέγιστη Ελλάδα»
Γράφει ο Κώστας Φ. Μαραγιάννης
Φιλόλογος, Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Θέρμου
Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «GUTENBERG», το νέο βιβλίο του καταξιωμένου συγγραφέα Μήτσου Κασόλα, με θέμα τον ελληνικό πολιτισμό και την αναγκαιότητα να έρθει στο προσκήνιο, έναν πολιτισμό που θα πρέπει να ανακαλύψει, ξανά η ανθρωπότητα, για να βρει τον προσανατολισμό της και να βαδίσει πάνω σε στέρεες, διαχρονικές αξίες που έχει καλλιεργήσει και αναδείξει ο ελληνικός πολιτισμός ,παλαιός και νεότερος.
Πρόκειται για ένα βιβλίο ,πραγματικό μανιφέστο πολιτισμού που μέσα από έναν χειμαρρώδη λόγο και διαρθρωμένο σε 24 μικρά κεφάλαια, με σαφές περιεχόμενο και τίτλο, εξειδικεύεται ο ρόλος και η σημασία του πολιτισμού στο χώρο της πολιτικής, της οικονομίας, της παιδείας, του αθλητισμού,, της νεολαίας, της εκκλησίας, αλλά, παράλληλα, αναδεικνύεται και ο ρόλος του ελληνικού πολιτισμού, για τη σωτηρία του παγκόσμιου πολιτισμού.
Ο συγγραφέας, αφιερώνει ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου του, στο σημαντικό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει ο πολιτισμός στο χώρο της πολιτικής και τονίζει τις ευθύνες της Αριστεράς στον τομέα αυτό, αφού, για να αλλάξει τις κακοδαιμονίες του υπάρχοντος κόσμου, πρέπει να υπηρετήσει τον ελληνικό πολιτισμό και να χαράξει μια πολιτιστική πολιτική που θα φέρει το λαό στο προσκήνιο και θα τον καταστήσει δημιουργό και πρωταγωνιστή των εξελίξεων. Ο πολιτισμός με δημοκρατία, παιδεία, ελευθερία, ισονομία, δικαιοσύνη, υγεία, πρέπει να είναι η αξονική πολιτική της Αριστεράς, η άμυνά της, η επίθεσή της, χωρίς εκείνα τα παλιά δογματικά αντιδημοκρατικά της καλούπια που ακυρώνουν τα οράματα της, τους αγώνες της, ρίχνοντας νερό στο μύλο της βαρβαρότητας. Το να μην έχει ούτε η Αριστερά πολιτιστική πολιτική, αυτό αντίκειται στην ύπαρξή της και την καταδικάζει στο να μην γνωρίζει την τεράστια δημιουργική και επικοινωνιακή δύναμη του πολιτισμού και από άποψη ήθους, ηθικής, να φαίνεται πως δεν έχει ποιοτικές διαφορές από τις κατεστημένες δυνάμεις. Πρόκειται για μια καίρια διαπίστωση του συγγραφέα, αν εντοπίσει κανείς τον τεράστιο πόλεμο που κάνει σήμερα το σύστημα και το πολιτικό κατεστημένο να αφαιρέσει το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς και να πείσει τον κόσμο ότι όλοι είναι ίδιοι. Διαρκές καθήκον της Αριστεράς, είναι η στήριξη της δημοκρατίας, γιατί, σήμερα, αποτελεί τον εχθρό του καπιταλιστικού συστήματος που δημιουργεί ανισότητες και αδικίες στον κόσμο. Μια Αριστερά, όμως, χωρίς εγρήγορση, παιδεία, φαντασία, χωρίς τον πολιτισμό προμετωπίδα της, δεν είναι ποτέ σε θέση να υπηρετήσει ουσιαστικά την Ελλάδα, είτε από τη θέση της Αντιπολίτευσης, είτε από τη θέση της κυβέρνησης. Η αληθινή Αριστερά οφείλει να γνωρίζει την απελευθερωτική δύναμη του πολιτισμού, τη μοναδικότητα του, την πρωτοτυπία του, τη διαχρονικότητα και τη διαφορετικότητα του πολιτισμού της Αρχαίας και της νεότερης Ελλάδας.
Από το εισαγωγικό σημείωμα, ο συγγραφέας δίνει το στίγμα και το χαρακτήρα του πολιτισμού που «ανθρωπεύει, ενώνει, συμφιλιώνει με τον εαυτό μας και τους άλλους, με τη φύση. Είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για μια νέα πορεία με ποιότητα ζωής».
Η δικαιολογία για την ύπαρξη της πολιτικής είναι ο πολιτισμός, τονίζει ο συγγραφέας. Η δημιουργία και η προαγωγή του με ανθρώπινο πρόσωπο. Μόνο με τον πολιτισμό, ως κύριο μέλημα της, η ανθρωπότητα δεν θα γεννάει πολιτικούς νάνους, διεφθαρμένους κυβερνήτες, εγκληματίες, παράφρονες για το χρήμα.
Αναφερόμενος στην Αθηναϊκή δημοκρατία τονίζει ότι χρειάστηκαν 200 χρόνια για να ωριμάσει ,να στεριώσει και για να προκύψει η ανθοφορία του πολιτισμού της.
Ο Πολιτισμός μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία μιας άλλης οικονομίας, αλλά πρέπει οι οικονομολόγοι να γνωρίζουν τα προβλήματα του πολιτισμού, κάτι που δεν συμβαίνει, κατά την άποψη του συγγραφέα. Γιατί ο πολιτισμός για ανάπτυξη, θα έφερνε στο προσκήνιο μια άλλη οικονομική πολιτική, μια άλλη επενδυτική αντίληψη, με πρώτο κεφάλαιο τον άνθρωπο που απαξιώνεται από τα μοντέλα ανάπτυξης του καπιταλισμού, βασισμένη στην άμετρη κερδοσκοπία και στην καταστροφή ανθρώπων και περιβάλλοντος. Ο πολιτισμός της Ελλάδας είναι το μέγα επενδυτικό κεφάλαιο και είναι αναξιοποίητο.
Την παιδεία χαρακτηρίζει ο συγγραφέας ως «Τον άρτον ημών τον επιούσιον. Χρειάζεται ένα άλλο μοντέλο παιδείας ανοιχτών οριζόντων που θα παιδεύει τους Έλληνες να αποδέχονται ως μέγιστες αξίες τη ζωή, την ακεραιότητα της ύπαρξης του διπλανού, την υπεράσπιση της πατρίδας, της δημοκρατίας. Μια παιδεία που θα είναι χώρος δημιουργίας και ευχαρίστησης που δεν θα εξουθενώνει τα παιδιά και δεν θα τα οδηγεί στο σχίσιμο των βιβλίων. Αν η παιδεία μας δεν μάθει από πολύ νωρίς στα παιδιά να ευλαβούνται τη ζωή και τη φύση, ως τις μεγαλύτερες αξίες, αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ, επισημαίνει.
Τονίζει τη σημασία του βιβλίου που το θεωρεί ως βασικό πολιτισμικό αγαθό, παραθέτοντας αποσπάσματα από συγγραφείς που τονίζουν τη σημασία του, όπως αποσπάσματα από την ομιλία του Λόρκα, πριν τον εκτελέσουν οι φασίστες του Φράνκο. Το ότι εκατομμύρια Έλληνες δεν έχουν διαβάσει ή δεν έχουν αγοράσει ένα βιβλίο, είναι μέγιστο πρόβλημα για την καλλιέργεια του λαού, της κρίσης του, της ένδειάς του, της γλώσσας του.
Κάνει λόγο για την υποβάθμιση της ποιότητας της λογοτεχνίας που γίνεται από πολλούς εκδότες, ενώ επισημαίνει την έλλειψη κοινωνικών και πολιτικών αναφορών στα βιβλία πολλών συγγραφέων. Που ζουν αυτοί οι άνθρωποι, αναρωτιέται. Πού δίνουν αναφορά; Στους εαυτούς τους;
Την τηλεόραση χαρακτηρίζει ως δημόσιο κίνδυνο, γιατί δεν σέβεται τον πολιτισμό, τη γλώσσα, προβάλλει το ασήμαντο, το περιττό και στοχεύει στην «ηλιθιοποίηση» των ανθρώπων. Εξαπολύει πάνω στα παιδιά τη βία και την ασχήμια, χρειάζεται επειγόντως αποτοξίνωση από την τηλεόραση και η κλειστή τηλεόραση θα μας αποκαλύψει τα βιβλία, τη μουσική και τον άγνωστο εαυτό μας. Θεωρεί το θέατρο ως εκκλησία του δήμου και μια από τις μεγάλες δόξες και αξίες του ελληνικού πολιτισμού. Προτείνει τη δημιουργία μιας παγκόσμιας Σχολής θεάτρου στην Αθήνα που να είναι σημείο αναφοράς για όλο τον κόσμο. Πρόκειται για μια πρωτοποριακή και καινοτόμα πρόταση που θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη η ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, γιατί το θέατρο είναι δημιούργημα του αρχαίου πολιτισμού και στην Ελλάδα βρίσκονται θαυμάσια θέατρα που δεν υπάρχουν σε κανένα σημείο του κόσμου.
Κάνει αναφορά στο ρόλο του ελληνικού κινηματογράφου τονίζοντας ότι οι περισσότερες ταινίες, δεν αντανακλούν την εθνική μας ταυτότητα και κινούνται πέρα από τα ουσιώδη προβλήματα της χώρας μας. Πολλοί σκηνοθέτες δίνουν με τις ταινίες τους την αίσθηση ότι βρίσκονται, εκτός τόπου και χρόνου. Τεράστιες οι ευθύνες του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου. Προτείνει τη δημιουργία Βαλκανικού Κέντρου Κινηματογράφου, με στόχο την ανάδειξη των κοινών ιστορικών και πολιτιστικών καταβολών των βαλκανικών λαών. Σήμερα, ο αμερικάνικος κινηματογράφος έχει αλώσει τα πάντα ,αφού το 80% λόγου και ροής εικόνας στον κόσμο, προέρχεται από την Αμερική. Θεωρεί τον κινηματογράφο ως ένα τεράστιο, μαγικό μέσο, που μπορεί με την παιδεία να παιδεύσει δισεκατομμύρια ανθρώπους να χαίρονται τη γνώση και την ομορφιά και να αποστρέφονται την ασχήμια.
Αναφερόμενος στον Αθλητισμό, τονίζει την έσχατη εμπορευματοποίηση του και τις εκτροπές των Ολυμπιακών Αγώνων που δεν έχουν καμιά σχέση με το πνεύμα των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων. Προτείνει την ανάληψη πρωτοβουλίας από τη μεριά της Ελλάδας για την τέλεση των αγώνων στη χώρα μας, στην Ολυμπία, στην Αθήνα, τους Δελφούς, με παράλληλη απαλλαγή από τα συμφέροντα των πολυεθνικών, το ντόπιγκ και με μοναδικό έπαθλο ένα στεφάνι ελιάς.
Θεωρεί απαραίτητη προϋπόθεση οποιασδήποτε πολιτιστικής αναγέννησης τη συμμετοχή και δραστηριοποίηση της νεολαίας στα πολιτιστικά και κοινωνικά δρώμενα. Τονίζει την ανάγκη για «νεολαίες πολιτισμού», που ως οργανωμένες ομάδες, θα σχεδιάσουν και θα οργανώσουν την πολιτιστική ζωή της χώρας, μακριά από το υπάρχον πολιτιστικό μοντέλο των διαφόρων επωνύμων τραγουδιστών, ηθοποιών κ.λπ. της πρωτεύουσας, που κάθε καλοκαίρι αλώνουν την επαρχία, απομυζώντας τα χρήματα από τους Δήμους και τους Πολιτιστικούς συλλόγους. Ο ίδιος ο κόσμος, θα πρέπει να μετατραπεί σε δημιουργό και φορέα πολιτισμού. Αυτή η «νεολαία πολιτισμού» του κάθε τόπου, να προβεί σε έρευνες και καταγραφές των υπαρχουσών πνευματικών και καλλιτεχνικών δυνάμεων.
Κάνει λόγο για επαναπροσδιορισμό της σχέσης του λαού με την αστυνομία, γιατί ένα μεγάλο μέρος των ένστολων ανήκει στα κατώτερα και φτωχά λαϊκά στρώματα και σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να στρέφονται κατά των λαϊκών διεκδικήσεων και κινητοποιήσεων. Ιδιαίτερα καυστικός είναι στην κατάχρηση του όρου ο «λαός μας». Θεωρεί τη λαομανία ως μια ισοπεδωτική έννοια, αφηρημένη και παραπλανητική και αναρωτιέται, πόσος είναι αυτός ο λαός που «βάζει πλάτη», που βάζει τη ζωή του για να αλλάξει ο κόσμος.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι απόψεις του για τη σχέση της Αριστεράς με την εκκλησία. Κάνει λόγο για μια μεγάλη συνάντηση των δύο αντιπροσωπειών, με το διακηρυγμένο ανθρωπισμό της κάθε πλευράς, για την κοινή δράση σωτηρίας της σημερινής Ελλάδας. Αναφέρεται στον αγώνα του Χριστού για την υπεράσπιση των φτωχών και καταφρονεμένων και παρουσιάζει τη σημερινή εικόνα των ανισοτήτων στον πλανήτη, όπου το 8,1% των υπερπλουσίων, κατέχει το 82,5% του παγκόσμιου πλούτου και οι πεινασμένοι της γης είναι πάνω από 2 δισεκατομμύρια, ενώ με αποσπάσματα από την «Επί του όρους Ομιλία», αποδεικνύει τον αγώνα του Χριστού κατά των Φαρισαίων, των πλουσίων και όλων των υποκριτών και συμφεροντολόγων. Η Αριστερά μπορεί χέρι –χέρι με την εκκλησία να καταπολεμήσουν το βάρβαρο καπιταλισμό που μοιράζει την αδικία και τη βαρβαρότητα στον κόσμο και αναγκάζει εκατομμύρια μικρά παιδιά να δουλεύουν. Γιατί, όπως είπε ο Ντοστογιέφσκι: «Και αν μόνο ένα μικρό παιδί σε όλο τον κόσμο κλαίει από δυστυχία,, αυτό και μόνο είναι απόδειξη ότι δεν υπάρχει θεός».
Το μέλλον είναι πίσω μας και μπροστά μας τονίζει και η αναγέννηση της Ελλάδας και της Ευρώπης θα έλθει μέσα από τον ελληνικό πολιτισμό, που αποτέλεσε τη βάση για τη δημιουργία του ευρωπαϊκού και του παγκόσμιου πολιτισμού. Χρειάζεται συστράτευση για την αναγέννηση της Ελλάδας και προς την κατεύθυνση αυτή προτείνει την προσφυγή της Ελλάδας στον ΟΗΕ, από τον οποίο να ζητήσει την αλληλεγγύη, τη συμπαράσταση για τη σωτηρία του πολιτισμού της και την οικονομική της σωτηρία. Ο ΟΗΕ, ως διεθνής οργανισμός που προστατεύει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τον πολιτισμό να αναλάβει την ασφάλεια και την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας, ως κοιτίδας πολιτισμού, καθιστώντας την άτρωτη από εξωτερικές επιβολές. Η προσφυγή της Ελλάδας στον ΟΗΕ, να αναγγελθεί από τον ιερό βράχο της Ακρόπολης μπροστά από τον Παρθενώνα, από αυτό το ύψιστο έργο της ελευθερίας, της δημοκρατίας , του πολιτισμού και της ομορφιάς. Παράλληλα, η έκκληση προς τον ευρωπαϊκό πνευματικό κόσμο να εκπληρώσει το χρέος του απέναντι στην Ελλάδα που συνέβαλε τα μέγιστα στη νίκη του φασισμού και πρόσφερε στην ανθρωπότητα διαχρονικές αξίες και πολιτισμό θεωρείται από το συγγραφέα αναγκαία.
Ο μόνος δρόμος αντίστασης και ελπίδας είναι μια ρωμαλέα Αναγέννηση, που μας θέλει και ξεχωριστά έναν- έναν, αλλά και όλους μαζί, κυρίως, για να προκύψει. Έτσι, μπορούμε να δημιουργήσουμε ένα καλό παρόν, ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά μας , καταλήγει ο συγγραφέας. Η επανάσταση του πολιτισμού θα είναι μεγάλη δόξα και τιμή, αν αρχίσει από τη μικρή μέγιστη Ελλάδα.-
Ο Μήτσος Κασόλας, με το νέο του βιβλίο που έχει άμεση σχέση με το προηγούμενο βιβλίο του «Το μέλλον είναι πίσω μας»-ένα νεοελληνικό μυθιστόρημα με κύριο θέμα τον πολιτισμό μας- αναδεικνύει και υποδεικνύει το χρέος των πνευματικών ανθρώπων ,της νεολαίας, των πολιτικών που ασχολούνται με τα ζητήματα του πολιτισμού, απέναντι στον πολιτισμό. Πρόκειται για ένα μανιφέστο πολιτισμού που περιλαμβάνει συγκεκριμένες προτάσεις ανάδειξης και προστασίας του πολιτισμού μας και της τεράστιας πολιτιστικής δύναμης που διαθέτουμε ως χώρα, αλλά δεν αξιοποιούμε και δεν προστατεύουμε.
Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι αυτό το βιβλίο θα πρέπει να μπει σε κάθε σπίτι, σε κάθε βιβλιοθήκη, να διαβαστεί από τους νεοέλληνες, κυρίως από τη νεολαία, για να συνειδητοποιήσουμε όλοι, τη μεγάλη αξία του πολιτισμού μας και να κινητοποιηθούμε για τη διάσωσή του. Θα πρέπει να φτάσει στους πολιτικούς που ασχολούνται με τη διακυβέρνηση της χώρας, σε αυτούς, κυρίως ,που χαράζουν την πολιτιστική και την οικονομική πολιτική, γιατί έχουν να εφαρμόσουν πολλές προτάσεις και ιδέες που θα δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις και θα θέσουν τις βάσεις, για μια νέα Αναγέννηση, για έναν νέο διαφωτισμό και ανθρωπισμό, σήμερα που η λαίλαπα της παγκοσμιοποίησης ισοπεδώνει και εξαφανίζει τις ταυτότητες και τις προσωπικότητες των ανθρώπων και των λαών. Το έχουν ανάγκη τα πολιτικά κόμματα, γιατί χωρίς πολιτισμό, δεν χαράσσεται πολιτική και ειδικά οι πολιτικοί της Αριστεράς, που αγωνίζονται για μια άλλη κοινωνία με περισσότερη δικαιοσύνη.