Η τακτική της ΚΕΔΕ, η καταστροφολογία και το πολεμικό κλίμα ενάντια στο Σχέδιο Νόμου!
Του Κώστα Φ. Μαραγιάννη
Δημοτικού Συμβούλου,
Προέδρου του δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Θέρμου
Το Υπουργείο Εσωτερικών απέστειλε στην ΕΝΠΕ, την ΚΕΔΕ και στους εκπροσώπους των εργαζομένων στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης το σχέδιο νόμου με τίτλο: «Μεταρρύθμιση του θεσμικού πλαισίου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης –Εμβάθυνση της Δημοκρατίας – Ενίσχυση της Συμμετοχής –Βελτίωση της οικονομικής και αναπτυξιακής λειτουργίας των ΟΤΑ [Πρόγραμμα «ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ Ι»] – Ρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό του πλαισίου οργάνωσης και λειτουργίας των ΦΟ.ΔΣ.Α – Ρυθμίσεις για την αποτελεσματικότερη, ταχύτερη και ενιαία άσκηση των αρμοδιοτήτων σχετικά με την απονομή ιθαγένειας και την πολιτογράφηση – Λοιπές διατάξεις αρμοδιότητας ΥΠΕΣ». Με την ανάρτηση του σχεδίου νόμου στο Δικτυακό Τόπο Διαβουλεύσεων του Υπουργείου Εσωτερικών, ξεκίνησε, στις 27 Απριλίου 2018 και τυπικά η διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης, η οποία θα ολοκληρωθεί τη Δευτέρα, 14 Μαΐου .
Άμεση ήταν η αντίδραση της ΚΕΔΕ που με ψήφισμα καταδίκης και πρόταση απόσυρσης του σχεδίου νόμου, κήρυξε, για άλλη μια φορά, τον πόλεμο στην κυβέρνηση, ξεκινώντας νέο κύκλο καταστροφολογίας και κάλεσε όλους τους Δήμους της χώρας να πάρουν θέση, με συνεδρίαση των δημοτικών τους συμβουλίων, την Παρασκευή 4 και τη Δευτέρα 7 Μαΐου.
Δεν είναι πρώτη φορά, που το παλιό πολιτικό σύστημα, έτσι όπως εκφράζεται με τους πολιτικούς του εκπροσώπους της ΝΔ και ΠΑΣΟΚ που κυβέρνησαν τη χώρα τα τελευταία 40 χρόνια, χρησιμοποιεί Αυτοδιοικητικούς θεσμούς, στους οποίους έχει την πλειοψηφία ,όπως είναι η Κ.Ε.Δ.Ε. και η ΕΝΠΕ (Ένωση Περιφερειών Ελλάδας), για να υπονομεύσει και να πολεμήσει την κυβέρνηση, υπηρετώντας τον κοινό στόχο με τους πολιτικούς τους εκφραστές στην Αντιπολίτευση, που είναι η ανατροπή της, για να ματαιωθούν οι μεταρρυθμίσεις και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση που υπηρετούν τη δημοκρατία και την αποκέντρωση.
Ένα σχέδιο, που μπήκε σε εφαρμογή, από το Γενάρη του 2015, που, όμως, δεν τους βγαίνει και κάθε φορά επινοούν ένα νέο, με στόχο την παλινόρθωση του παλιού κομματικού συστήματος της διαφθοράς και της διαπλοκής που οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία και του Έλληνες στην εξαθλίωση.
Ο πόλεμος, βέβαια, είχε ξεκινήσει, πολύ πριν τις εκλογές του Γενάρη του 2015 , αφού δεκάδες Δήμαρχοι και Περιφερειάρχες, πολέμησαν «με νύχια και με δόντια» την προοπτική της αλλαγής και της ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία συστοιχιζόμενοι με τους υποψήφιους του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ.
Στη συνέχεια, με τη δημιουργία της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ -ΑΝΕΛ, άρχισαν οι καταγγελίες ότι δεν στηρίζουν την Τοπική Αυτοδιοίκηση, ότι οδηγείται στο γκρεμό, ότι δεν τους αποδίδει τα παρακρατηθέντα, ότι θέλει να πάρει τα αποθεματικά των Δήμων και των Περιφερειών και να τους χρεοκοπήσει και μύριες άλλες κατηγορίες, για δήθεν αφανισμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, όταν οι ίδιοι Δήμαρχοι και Περιφερειάρχες ήταν αρκετά χαλαροί στις αντιδράσεις τους, όταν οι προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις περιέκοψαν κατά 65 % τους πόρους της Αυτοδιοίκησης και παρακράτησαν σημαντικά ποσά που δικαιούνταν οι Δήμοι, δημιουργώντας μια κατάσταση που οδήγησε πολλούς Δήμους στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.
Την ίδια πολιτική στήριξης των επίλογών του παλιού πολιτικού συστήματος ακολούθησαν με το δημοψήφισμα, καλώντας τους πολίτες να ψηφίσουν ΝΑΙ , συμμετέχοντας στις προεκλογικές συγκεντρώσεις, κινδυνολογώντας ότι η επιλογή του ΟΧΙ, θα οδηγούσε τη χώρα εκτός Ευρώ και Ευρώπης. Ο κόσμος, όμως, δεν τους άκουσε και δεν τους ακολούθησε, παρά το λυσσαλέο αγώνα τον οποίο έκαναν.
Το ίδιο, λοιπόν, σκηνικό επαναλαμβάνεται, μόλις δόθηκε στη δημοσιότητα το σχέδιο νόμου για τη μεταρρύθμιση στο χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης που έχει ως βασική στόχευση την ουσιαστική ενίσχυση της λειτουργίας της, τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της και την ταυτόχρονη ενθάρρυνση της συμμετοχής των πολιτών στα κοινά.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα σχέδιο νόμου που δόθηκε στη δημοσιότητα για διαβούλευση, είναι αποτέλεσμα ενός διαλόγου και μια διαβούλευσης που κράτησε περίπου δύο χρόνια και έγινε σε επίπεδο θεσμικό με τη συγκρότηση Επιτροπής στο Υπουργείο Εσωτερικών στην οποία συμμετείχαν επιστήμονες και εκπρόσωποι όλων των φορέων της Αυτοδιοίκησης και εξέδωσε πολυσέλιδο πόρισμα, αλλά και σε επίπεδο διαβούλευσης, με τους φορείς και του πολίτες, αφού οργανώθηκαν δεκάδες εκδηλώσεις και συσκέψεις σε όλα σχεδόν τα μέρη της Ελλάδας. Συνεπώς, το να σηκώνει ξαφνικά το «λάβαρο της επανάστασης» η ΚΕΔΕ, να ζητά την απόσυρση του νομοσχεδίου και όχι τη βελτίωσή του, να καταγγέλλει το νομοσχέδιο ότι «οδηγεί του Δήμους στην ακυβερνησία, το χάος και την παράλυση και ενισχύει τη διαφθορά και τη διαπλοκή!!» και να μην βλέπει ούτε ένα θετικό σε αυτό, δείχνει ότι εξυπηρετεί άλλες σκοπιμότητες και μάλλον ταυτίζεται με τον αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης που δήλωσε ότι θα το καταργήσει.
Κανείς δεν ισχυρίζεται ότι το σχέδιο νόμου είναι τέλειο, αλλά υπάρχουν τα περιθώρια, μέσα από έναν εποικοδομητικό διάλογο, να βελτιωθούν πολλά σημεία του, κάτι το οποίο αρνείται η Κ.Ε.Δ.Ε.
Γιατί η μεταρρύθμιση στην Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι μια δύσκολη διαδικασία και τα όρια της καθορίζονται, εκ των προτέρων, από τις θεσμικές και οικονομικές δεσμεύσεις της περιόδου, τους συνταγματικούς περιορισμούς, το ισχυρό γραφειοκρατικό πλέγμα και την έλλειψη πόρων, οικονομικών και ανθρώπινων.
Η καθιέρωση της Απλής αναλογικής σε μια εποχή που στη χώρα απαιτούνται προγραμματικές συγκλίσεις και συνθέσεις, για την πολιτική και παραγωγική της ανάταξη, καθίσταται αναγκαία για την αλλαγή κουλτούρας και συμπεριφοράς διοίκησης.
Θετική τομή, επίσης, είναι η κατηγοριοποίηση των Δήμων και η διεύρυνση των κριτηρίων ανακατανομής των Κ.Α.Π. Απαραίτητη είναι, όμως, η διασφάλιση ότι όλοι οι Δήμοι θα έχουν βελτίωση των οικονομικών τους.
Θετική τομή είναι η θεσμοθέτηση του Επόπτη (Ελεγκτή νομιμότητας) των ΟΤΑ, με στόχο τη σταδιακή αποδυνάμωση της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
Στο Σχέδιο Νόμου συμπεριλαμβάνονται θετικά στοιχεία, όσον αφορά:
• Στο δημοκρατικό έλεγχο.
• Στην αναβάθμιση συλλογικών οργάνων.
• Στα Τοπικά δημοψηφίσματα.
• Στο δημοτικό και περιφερειακό διαμεσολαβητή.
• στη λειτουργική βελτίωση.
• Στη διαδικασία ψήφισης του Προϋπολογισμού, αφού η τμηματική ψήφισή του, ανά κωδικό δαπάνης και έργου, καθιστά σχεδόν αδύνατο το μπλοκάρισμά του.
• Στις Προγραμματικές συμβάσεις, με διεύρυνση δυνατοτήτων και ευκολία συμπράξεων.
• Στο Ηλεκτρονικό μητρώο Δημοτικών ακινήτων, εκμίσθωση ακινήτων.
• Στους Διαδημοτικούς Συνδέσμους των Τεχνικών Υπηρεσιών που έρχονται να απαντήσουν στην προφανή έλλειψη πόρων και αυτό οφείλει να επεκταθεί και στις ΥΔΟΜ.
• Στην αναβάθμιση του αναπτυξιακού ρόλου των ΟΤΑ.
• Στη θεσμοθέτηση δυνατότητας συμμετοχής σε ενεργειακές συμπράξεις, σε εταιρείες διαχείρισης και παραγωγής ενέργειας και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας κ.λπ.
• Στη θεσμοθέτηση Επιτροπής παρακολούθησης και υλοποίησης χωρικών και αναπτυξιακών σχεδίων.
• Στη θεσμοθέτηση Επιτροπής διερεύνησης των δυνατοτήτων παρέμβασης στον αγροτικό τομέα και αξιοποίησης των δημοτικών εδαφών.
• Στη δυνατότητα δανειακής σύμβασης για βελτίωση ενεργειακής αποδοτικότητας κ.λπ.
• Στην ενίσχυση της καταστατικής θέσης των αιρετών.
• Στην επαναφορά της ιδιάζουσας δωσιδικίας, απλοποίηση διαδικασιών πειθαρχικών ελέγχων κλπ.
• Στην αναβάθμιση του θεσμικού ρόλου της Τ.Α.
• Στην καταπολέμηση της πολυνομίας- μέσω της διυπουργικής επιτροπής- -–της κακονομίας και των επικαλύψεων στο υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο, με συμμετοχή της Αυτοδιοίκησης.
• Στην παρακολούθηση και τον έλεγχο του διαρκώς παραγόμενου νομοθετικού έργου και τις επιπτώσεις του στην Αυτοδιοίκηση, μέσω της μόνιμης επιτροπής αρμοδιοτήτων.
Αυτά είναι και τα πιο σημαντικά στοιχεία του Νομοσχεδίου που προδιαθέτουν για την θετική εξέλιξη της πορείας του οδικού χάρτη: Κλεισθένης Ι – Συνταγματική Αναθεώρηση / έξοδος από σκληρή Μνημονιακή Επιτροπεία – Κλεισθένης ΙΙ.
Σίγουρα, υπάρχουν στο σχέδιο νόμου και σημεία που θα πρέπει να βελτιωθούν και σε αυτό το σημείο, καθοριστική θα μπορούσε να είναι η παρέμβαση των Αιρετών, μέσω των θεσμικών τους οργάνων.
Τα βασικά σημεία που θέλουν βελτίωση και συγκεκριμενοποίηση είναι τα εξής:
1. Προβληματική είναι η ανυπαρξία μέτρου «εισόδου» στα Δημοτικά Συμβούλια, με ισχυρή έτσι την πιθανότητα της έκρηξης τοπικισμών, πολλαπλών υποκειμενισμών και φιλοδοξιών, που θα υπονομεύσουν στην πράξη, την πρώτη μεταπολιτευτική εφαρμογή της, με εμφανείς κινδύνους κοινωνικής απαξίωσής της, λόγω ρευστοποίησης και πιθανόν προβλημάτων κυβερνησιμότητας
2. Σχετικά με την συμφωνία απόδοσης των παρακρατηθέντων και την σταδιακή απελευθέρωση των προσλήψεων εξειδικευμένου προσωπικού ,πέραν της θετικής εξέλιξης με τα ανταποδοτικά, η απουσία τους γεννά αμηχανία που διαπερνά όλο το κείμενο και είναι απαραίτητη η συγκεκριμενοποίηση πόρων.
3. Αναγκαιότητα η δημιουργία ενός επιχειρησιακού, επενδυτικού υποστηρικτικού σχεδίου για την άρση των ενδοπεριφερειακών και ενδοδημοτικών ανισοτήτων.
4. Βαρύνουσας σημασίας θα ήταν η κατάργηση στο άρθρο 1 της παραγράφου 2 του Ν. 3852/2010, που “μειώνει” τον συνταγματικό ρόλο της Τ.Α. σε αυτοδιοικούμενα Νομικά Πρόσωπα δημοσίου Δικαίου, υπευθύνων μόνο κατά τόπο, και η επαναφορά του ορισμού των ΟΤΑ σύμφωνα με τον Ν. 3463/2006 (Κώδικας) και το Σύνταγμα.
5. Η διοικητική – τεχνοκρατική προσέγγιση, απέναντι στην Τ.Α., την υποβιβάζει σε μια “άλλου τύπου” κρατική υπηρεσία και όχι σε έναν ελεγχόμενο μεν, αλλά παράλληλο πολιτειακό θεσμό προς το κεντρικό κράτος, ουσιαστικό συμμέτοχο στην ανάπτυξη, υπεύθυνο για την “εδαφική και κοινωνική συνοχή” σύμφωνα με τις Ευρωπαϊκές συνθήκες αλλά και το άρθρο 102 του Συντάγματος.
6. Η εισαγωγή του Ενιαίου ψηφοδελτίου στις Τοπικές Κοινότητες είναι ένα πολύ θετικό μέτρο που διασφαλίζει την ενότητα των τοπικών κοινωνιών και δίνει την ευκαιρία στους πολίτες να εκλέξουν τους καλύτερους, ανεξάρτητα από την κεντρική επιλογή Δημάρχου και δημοτικών συμβούλων. Όμως, αυτό, δεν θα πρέπει να αφορά τις κοινότητες μέχρι 500 κατοίκους αλλά όλες τις τοπικές Κοινότητες, γιατί έτσι χωρίζονται οι Κοινότητες σε δύο κατηγορίες.
7. Ο περιορισμός από το Υπουργείο της “τυπικής διαβούλευσης” στα όρια του Νόμου, 18 ημερών, σίγουρα δεν βοηθά το κλίμα, όταν το Σχέδιο Κλεισθένης Ι, σύμφωνα με τις δηλώσεις του Υπουργείου αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή τον Ιούνιο. Άρα υπάρχει τουλάχιστον ένας μήνας και πλέον, ουσιαστικής συζήτησης εντός της κοινωνίας, μέσα στις Επιτροπές της Βουλής και στις λοιπές Κοινοβουλευτικές διαδικασίες πριν την ψήφιση του. Η διαβούλευση θα μπορούσε να είχε επεκταθεί τουλάχιστον για 10 ημέρες, όπως είχαμε προτείνει στο κοινό Συνέδριο ΚΕΔΕ – ΕΝΠΕ.
Η ΚΕΔΕ και η ΕΝΠΕ έχουν χρέος να μπουν σε μια ουσιαστική συζήτηση για τη βελτίωση του σχεδίου νόμου και να μην στέλνουν αντιπολιτευτικά τελεσίγραφα απόρριψης και απόσυρσης, εξυπηρετώντας πολιτικές και κομματικές σκοπιμότητες.
Ας γίνει τώρα το πρώτο μεταρρυθμιστική βήμα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και ο δρόμος είναι μακρύς, αφού πολλές αλλαγές συνδέονται με τη Συνταγματική αναθεώρηση και την τερματισμό των μνημονίων και της Επιτροπείας.