Toυ Δημήτρη Παπαδάκη
Η συζήτηση για την συνταγματική αναθεώρηση περιλαμβάνει δυστυχώς μόνο δύο -τρία θετικά : την κατάργηση της διάταξης που προβλέπει διάλυση του κοινοβουλίου λογω αδυναμίας εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, την τροποποίηση του άρθρου 86 με κατάργηση της σύντομης παραγραφής των αδικημάτων που τελέστηκαν απο υπουργούς κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και το όριο στις θητείες των βουλευτών. Όλα τα υπόλοιπα είναι ασπιρίνες σε καρκινοπαθείς… Το πολιτικό σύστημα φυσικά δεν θα μπει στη διαδικασία να απαντήσει στα ουσιώδη προβλήματα που γεννά το ίδιο το Σύνταγμα και στις ανάγκες της εποχής. Γιατί, είναι πράγματι κάθε λέξη από το Σύνταγμα της χώρας!
Αρκεί μόνο να αναφερθεί κανείς στο πρόβλημα που γεννά το ίδιο Σύνταγμα στον πυρήνα που πολιτεύματος. Η διάκριση και η ανεξαρτησία των εξουσιών (εκτελεστική, νομοθετική, δικαστική) καταστρατηγείται από το ίδιο το Σύνταγμα. Η ηγεσία της Δικαιοσύνης διορίζεται από την Κυβέρνηση και αυτό προβλέπεται στο Σύνταγμα. Όταν η ηγεσία της Δικαιοσύνης διορίζεται από την Κυβέρνηση δεν μπορεί να είναι ανεξάρτητη. Επίσης η εκτελεστική και η νομοθετική ουσιαστικά συγκεντρώνονται στο ίδιο πρόσωπο: στον άνθρωπο που εκλέγεται βουλευτής για να νομοθετεί και ταυτόχρονα γίνεται και υπουργός. Το πολιτικό σύστημα όμως δεν συζητά για το ασυμβίβαστο βουλευτή-υπουργού, ούτε για χωριστές εκλογές για την Κυβέρνηση (εκτελεστική εξουσία) και τη Βουλή (νομοθετική εξουσία). Και προφανώς το πολιτικό σύστημα δεν πρόκειται να αφήσει ανεξάρτητη τη δικαιοσύνη. Όλες οι εξουσίες ουσιαστικά συγκεντρώνονται στο πολιτικό σύστημα. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του Πρωθυπουργού, αφού αυτός ελέγχει το κόμμα, την κυβέρνηση, την βουλή και διορίζει την ηγεσία της Δικαιοσύνης χωρίς να ελέγχεται από κανέναν.
Και μαζί με το άρθρο 86 το πολιτικό σύστημα φρόντισε να εξασφαλίσει και άλλα προνόμια. Για παράδειγμα, δεν προβλέπεται υποχρεωτικός έλεγχος των οικονομικών των πολιτικών κομμάτων από την Δικαιοσύνη. Προβλέπεται έλεγχος μόνο στις εκλογικές τους δαπάνες από όργανο στο οποίο συμμετέχουν και δικαστικοί λειτουργοί. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο έλεγχος των οικονομικών των κομμάτων να είναι διάτρητος και να διενεργείται από επιτροπή στην οποία οι δικαστές είναι μειοψηφία. Κανονικά τα οικονομικά τους πρέπει να ελέγχονται από το ανώτατο δικαστήριο του Ελεγκτικού Συνεδρίου χωρίς κανένα τραπεζικό ή άλλο απόρρητο. Επίσης τα κόμματα -λέει το Σύνταγμα- πως είναι πυλώνες της Δημοκρατίας, όμως τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα λειτουργούν με όρους Τρίτου Κόσμου, αφού δεν κατοχυρώνονται ούτε στο Σύνταγμα οι στοιχειώδεις θεσμοί εσωκομματικής δημοκρατίας. Τα κόμματα ουσιαστικά λειτουργούν με όρους ιδιοκτησίας ή συμμορίας και διοικούνται από τους αρχηγούς τους οι οποίοι καθορίζουν την ηγετική ομάδα, διαγράφουν πρόσωπα και διαλύουν όργανα που δεν τους είναι αρεστά. Υπό αυτές τις συνθήκες, πολίτες με αξιοπρέπεια και εντιμότητα, οι οποίοι θα μπορούσαν να συμβάλουν στον πολιτικό βίο της χώρας, αποφεύγουν να ενταχθούν στα πολιτικά κόμματα και αφήνουν την θέση τους στους αφισοκολλητές και στους διεφθαρμένους. Αλλά το πολιτικό κόμμα είναι θεσμός της Δημοκρατίας, οφείλει να παράγει ιδέες, θέσεις και προτάσεις και η λειτουργία του έχει σοβαρές συνέπειες για την λειτουργία του πολιτεύματος.
Θα ήταν βέβαια εξαιρετικά ωφέλιμο να φύγουν επιτέλους από το Σύνταγμα “παρωπίδες” όπως η απαγόρευση των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Όμως ο πυρήνας των προβλημάτων που παράγει το ίδιο το Σύνταγμα είναι άλλου, είναι στα δικτατορικού τύπου προνόμια για το πολιτικό σύστημα. Αυτά δυστυχώς είναι εξαιρετικά απίθανο να τα αλλάξει το πολιτικό σύστημα. Χρειάζονται άλλες διαδικασίες για κάτι τέτοιο…