Του Δημήτρη Παπαδάκη
Δεν είναι ειρωνεία. Ήταν δίκαιο και έγινε πράξη! Η διαφαινόμενη κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών από την Ελληνική Βουλή και η συμφωνία αυτή καθ΄αυτή, ως προϊόν μιας έστω κατ΄επίφασης αριστερής κυβέρνησης είναι η δικαίωση έναν αιώνα μετά των “κόπων” της κομμουνιστικής ιδεολογίας.
Γιατί, η απαρχή του “μακεδονικού προβλήματος” ξεκινά όταν το 1918 ιδρύθηκε στη Μόσχα η Ομοσπονδία Σοβιετικών Δημοκρατιών της Βαλκανικής -με ιδρυτικά μέλη και έλληνες κομμουνιστές- και όταν λίγο αργότερα, το 1920, αυτή μετονομάστηκε σε Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία θέτοντας ως έναν από τους στόχους της την αυτονομία της “Μακεδονίας” που περιλάμβανε τις “Μακεδονίες” του Βαρδάρη, του Πιρίν και του Αιγαίου. Είναι προφανές ότι στο “μακεδονικό πρόβλημα” έγιναν μετέπειτα πολλά και μεγάλα λάθη από δεξιές κυβερνήσεις. Όπως για παράδειγμα, όταν δεν έπρεπε να κακοκαρδίσουμε το χαϊδεμένο παιδί της Δύσης, τον Τίτο με την “Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας” ως ομόσπονδο μέλος της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας.
Η νεότερη εκδοχή του προβλήματος, δηλαδή από το 1991 και μετά, βρήκε την Ελλάδα ήδη σε φάσης εθνικής απονεύρωσης. Μόνο που ακόμη τότε τηρούνταν ακόμη κάποια προσχήματα. Έτσι αξιοποιήσαμε τα όπλα μας και αρνηθήκαμε την είσοδο του εν λόγω κρατιδίου σε Ε.Ε. και ΝΑΤΟ (veto). Βεβαίως για πολλά χρόνια στρουθοκαμηλίζαμε πιστεύοντας ότι στο ΠΓΔΜ το “Μ” σημαίνει Μαδαγασκάρη. Όμως ακόμη έτσι εμείς διατηρούσαμε το πάνω χέρι (veto 2008). Όμως το ζήτημα είναι πως όλα αυτά τα χρόνια που μεσολάβησαν στα βόρεια σύνορά μας έστω και με το ζόρι “χτίστηκε” σε ένα τμήμα του πληθυσμού μία “μακεδονική” συνείδηση και ένας αλυτρωτισμός επί φανταστικών αλύτρωτων πατρίδων. Σήμερα, με τη Συμφωνία των Πρεσπών, ούτε προσχήματα τηρούνται και η χώρα βγαίνει ταπεινωμένη. Γιατί, το εισητήριο εισόδου σε Ε.Ε. και ΝΑΤΟ το δώσαμε χωρίς να πάρουμε τίποτα σημαντικό. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα αγάλματα που έγιναν επί Γκρουέφσκι στο πλαίσιο του μεγαλομανούς σχεδίου «Σκόπια 2014» -το οποίο εκτροχίασε τα οικονομικά του κρατιδίου- οι Σκοπιανοί αρνήθηκαν να τα κατεβάσουν επικαλούμενοι άκουσον – άκουσον το κόστος και αντ΄αυτού θα προστεθεί -αν τελικά προστεθεί- μια πινακίδα που θα λέει ότι είναι σύμβολα της ελληνιστικής περιόδου…
Το πρόβλημα με τα Σκόπια θα έπρεπε να το είχαμε λύσει στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Όμως δεν τα καταφέραμε. Ίσως γιατί τα χάσαμε που οι μεγάλοι έσπευσαν να τους αναγνωρίζουν με το συνταγματικό τους όνομα. Και ίσως όλα αυτά τα χρόνια εγκλωβιστήκαμε στο erga omnes, στο ένα όνομα έναντι όλων. Ίσως η διπλή ονομασία να ήταν μια λύση. Να έχουν έχουν ένα όνομα χωρίς τον όρο “Μακεδονία” και με αυτό να τους αναγνωρίζει όλη η υφήλιος και οι διεθνείς οργανισμοί κι ας έχουν το όνομα που θέλουν για εσωτερική κατανάλωση. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, αν κάποιος Σλάβος θέλει να πιστεύει πως είναι εγγόνι του Μεγαλέξανδρου (αυτοπροσδιορισμός) κι ας μην μπορεί να ετυμολογήσει στην γλώσσα του το όνομα Αλέξανδρος σε αλέξω και ανήρ(ανδρός), που σημαίνει αυτός που απωθεί βίαια τους άνδρες(=εχθρούς), δηλαδή ο πολεμιστής, δεν μπορείς να τον εμποδίσεις. Κι ας ντύνονταν οι Σκοπιανοί με χλαμύδες και με σάρισες στα χέρια ας παριστάνουν τους αρχαίους μακεδόνες, όμως το διαβατήριό τους να είχε όνομα χωρίς τον όρο “Μακεδονία”. Βεβαίως αυτό είναι μία θεωρία, ίσως ανέφικτη.
Σημασία όμως έχει πως τώρα με τη “Συμφωνία των Πρεσπών” κλείνει ο πρώτος μεγάλος κύκλος του προβλήματος. Αλλά ανοίγει ένας άλλος. Ένας κύκλος όπου το κόμμουνιστικό εφεύρημα του “Μακεδονικού” λαού στις αρχές του 20ου αιώνα θα γίνει στη διάρκεια του 21ου αιώνα το κατάλληλο πάτημα, όταν οι ιμπεριαλιστές θελήσουν να “ανακατέψουν” και πάλι τα Βαλκάνια ακόμη και με αλλαγή συνόρων, να το κάνουν. Γιατί, πλέον οι Σκοπιανοί θα έχουν ένα διεθνές βήμα και ρόλο σε σημαντικούς οργανισμούς όπως το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε. και κάποια στιγμή -ίσως μετά από δέκα, είκοσι, σαράντα ή ογδόντα χρόνια- θα βρουν το πρόσφορο έδαφος να αναπτύξουν τον αλυτρωτισμό τους να ζητήσουν την… επανένωση της Βόρειας με τη… Νότια Μακεδονία… Και σίγουρα όντας πλέον μέσα σε αυτούς τους Οργανισμούς όλο και κάποιο σύμμαχο θα βρουν… Ήταν λοιπόν μια ιστορική αναγκαιότητα αυτό το “πάτημα” να το δώσει μία κυβέρνηση έστω με αριστερό φερετζέ.