Του Δημήτρη Παπαδάκη
Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, επίσης γνωστός ως ο Μεγάλος Πόλεμος διήρκεσε τέσσερα χρόνια και τα θύματα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου ανήλθαν σε 23 εκατομμύρια στρατευμένους και αμάχους. Η πανδημία της «ισπανικής γρίπης» αμέσως μετά το τέλος του Α Παγκοσμίου Πολέμου μέσα σε ένα χρόνο είχε ανάλογο αριθμό θυμάτων, αν απορρίψουμε κάποιες εκτιμήσεις που λένε ότι τα θύματα της ήταντετραπλάσια από αυτά του πολέμου.
Στο βιβλίο «Γιατί φοβόμαστε τη γρίπη;» (συλλογικός τόμος σε επιμέλεια του Κ. Ι. Γουργουλιάνη, καθηγητή Πνευμονολογίας) διαβάζουμε πως : «Στις 19 Ιουλίου του 1918, σε άρθρο με τίτλο “Η ισπανική γρίπη”, έχουμε την πρώτη καταγεγραμμένη αναφορά για την εμφάνιση της γρίπης στην Ελλάδα, και συγκεκριμένα στην Πάτρα, όπου μερικές μέρες νωρίτερα εκδηλώθηκαν κρούσματα γρίπης, η οποία σε κάποιες περιπτώσεις παρουσίαζε κακοήθη χαρακτήρα. Οι γιατροί της εποχής χαρακτηρίζουν τη γρίπη όμοια με αυτήν που έχει εμφανιστεί στην Ισπανία, από όπου έχει πάρει και το όνομά της, ενώ για την προέλευση της νόσου αυτής στην Πάτρα κυκλοφορεί η πληροφορία ότι είκοσι πέντε μέρες νωρίτερα στο εκεί καπνοκοπτήριο εισήχθησαν πέντε κιβώτια συσκευασμένου καπνού που προέρχονταν από τη Θεσσαλονίκη και είχαν σφραγιστεί εκεί από το δημόσιο προκειμένου να δοθούν στην κατανάλωση. Κατά την αποσφράγιση των κιβωτίων αυτών στο καπνοκοπτήριο της Πάτρας παρών ήταν ο διευθυντής Καντερές και άλλοι δεκαπέντε εργάτες. Την επόμενη μέρα από την αποσφράγιση των κιβωτίων ο διευθυντής αρρώστησε από νόσο με συμπτώματα όμοια με αυτά της ισπανικής γρίπης, και τέσσερις μέρες αργότερα απεβίωσε. Τη μεθεπομένη του θανάτου του απεβίωσε από τους εργάτες του καπνοκοπτηρίου ο Γ. Τριανταφυλλόπουλος, ενώ οι περισσότεροι εργάτες του εργοστασίου -αν όχι όλοι- αρρώστησαν με γρίπη».
Στο βιβλίο αυτό διασώζεται επίσης ένα απόσπασμα από άρθρο στην εφημερίδα «Θεσσαλία» που τονίζει τις κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις της γριποφοβίας, με βάση όσα συνέβησαν εκείνη την εποχή στο Βόλο. «Δεν πρόκειται μόνο για την αδικαιολόγητη καταστροφή πέντε-δέκα καφενείων, ούτε των 300 καλλιτεχνών του θεάτρου που είναι καταδικασμένοι να στερηθούν τον επιούσιο. Κλονίζεται η οικονομική ζωή ολόκληρης της πόλης. Πριν απ’ όλους αυτοί που διατρέχουν κίνδυνο να πέσουν θύματα της γριποφοβίας είναι οι υπάλληλοι των καφενείων. Ακολουθούν οι εργατικές τάξεις, που είναι και αυτές καταδικασμένες να υποστούν τις συνέπειες του πανικού. Γιατί, σύμφωνα με τη λογική των αστυνομικών διατάξεων, οι καπναποθήκες, τα καπνεργοστάσια και γενικά όλα τα εργοστάσια όπου ο εργάτης κερδίζει το ψωμί του είναι εστίες θανάτου, αφού τα καφενεία και τα θέατρα, με τις μέτριες συγκεντρώσεις, τα πούλια του ταβλιού και τα χαρτιά της κολτσίνας, είναι όλα επικίνδυνα. Πώς θα ξεκινήσουν οι χειμερινές εργασίες στις καπναποθήκες, με τη δαμόκλειο σπάθη του αδικαιολόγητου αυτού πανικού; Δεν καταδικάζονται λοιπόν χιλιάδες εργάτες, στα καλά καθούμενα, σε δυσπραγία; Και η οικονομική δυσπραγία δεν είναι η καλύτερη αρωγός της νόσου;».
Η ιστορία επαναλαμβάνεται…. Αν προσέξουμε τις σκηνές πανικού από τα ράφια των super-markets στην Ιταλία, μέχρι τα ταμπλό των χρηματιστηρίων που βυθίστηκαν στο «κόκκινο» τη Δευτέρα. Οι σκηνές πανικού σε μια χώρα της Δύσης, μια πλούσια και οργανωμένη χώρα, όπως η Ιταλία, οπωσδήποτε μεγεθύνει το φόβο… Μια επιδημία αποτελεί μια ασύμμετρη απειλή και για την πλέον καλά οργανωμένη και πλούσια χώρα. Το μεγάλο ερώτημα είναι, τι θα συμβεί αν η επιδημία εμφανιστεί σε πληθυσμιακά μεγάλες χώρες λιγότερο πλούσιες και με αδύναμα συστήματα υγείας, μεγάλους πληθυσμούς και χαμηλό δείκτη κοινωνικής συμβίωσης.
Όπως και έχει ο πανικός δεν είναι καλός σύμβουλος. Τη «μαύρη» Δευτέρα οι 500 πλουσιότεροι άνθρωποι του πλανήτη εκτιμάται ότι έχασαν συνολικά 139 δισεκατομμύρια δολάρια. Οι φτωχοί έχουν να χάσουν όμως πολλά περισσότερα…