Του Δημήτρη Παπαδάκη
Είναι από τα θέματα που ενδείκνυται εξάλλου για διχασμούς, αφορισμούς και ακρότητες. Έτσι η Θεία Κοινωνία και Ευχαριστία εν μέσω επιδημίας του κορονοϊού, προκάλεσε μεγάλη συζήτηση.
Σε πολιτικό επίπεδο τα δύο ακραία στρατόπεδα καταγράφονται μέσα από τις δημόσιες τοποθετήσεις του Παύλου Πολάκη και της Ελενας Ράπτη. Η βουλευτής της ΝΔ έσπευσε να δηλώσει αποσκοπώντας προφανώς σε ψήφους πιστών ότι κοινώνησε και το επαναλάβει. Το ό,τι θα το επαναλάβει δείχνει τη… μαγκιά που θέλει να δείξει η βουλευτής, απέναντι σε όσους επέκριναν την Εκκλησία για τη στάση της. Όμως δεν είναι μαγκιά η Θεία Κοινωνία… Από την άλλη μεριά ο Πολάκης εκπροσωπεί το μεγαλύτερο μέρος του ΣΥΡΙΖΑ, που θεωρεί μαγκιά την αθεΐα. Η μαγκιά αυτή όμως φανερώνεται σε όλο της το μεγαλείο όταν κάποιος βρίσκεται στο κατώφλι της εξουσίας. Ενδεικτικά θυμίζω τον κατά δήλωσή του άθεο Τσίπρα να αμολάει περιστέρια στα Θεοφάνεια λίγο πριν εκλεγεί Πρωθυπουργός. Ο Πολάκης λοιπόν και πολλοί στο ΣΥΡΙΖΑ προκαλούν διαρκώς τη θρησκευτική συνείδηση και κατηγορούν την Εκκλησία για σκοταδισμό, ουσιαστικά συκοφαντώντας συνολικά την Ορθοδοξία, με αφορμή τα λεγόμενα μεμονωμένων φωνών ανάμεσα στους Μητροπολίτες.
Ας έρθουμε όμως στο προκείμενο. Αυτό που ζητείται από την Εκκλησία στην παρούσα στιγμή είναι να αποθαρρύνει τους πιστούς από το να κοινωνήσουν, λόγω του κορονοϊού. Είναι προφανές ότι με βάση του νόμους της επιστήμης και της λογικής το να κοινωνήσει κανείς είναι ένας σχεδόν βέβαιος τρόπος να κολλήσει ένα ιό με υψηλή μεταδοτικότητα, που βρίσκεται σε αυξανόμενη εξάπλωση. Όμως η Θεία Κοινωνία δεν είναι ένα θρησκευτικό πάρεργο, αλλά η ουσία της χριστιανικής πίστης. Και όταν κάποιος πιστεύει ότι κάθε Κυριακή στις Εκκλησίες συντελείται ένα θαύμα, όπου το κρασί και το ψωμί μετατρέπονται σε Σώμα και Αίμα Χριστού, είναι δύσκολο αυτός ξαφνικά να παραδεχθεί ότι το Σώμα και Αίμα Χριστού μπορεί να μεταδώσει ιούς. Η Εκκλησία της Ελλάδος από ό,τι φάνηκε από την ανακοίνωση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου δεν είναι ακόμη έτοιμη να προβεί σε τέτοιες παραδοχές, έστω κι αν υπάρχουν έκτακτες συνθήκες, όπως ο κορονοϊός. Σίγουρα στο μέλλον και ίσως όχι το απώτερο θα γίνουν τέτοιες παραδοχές.
Αν όμως είναι κανείς καλοπροαίρετος και δεν αποσκοπεί ούτε σε ψηφάλακια, ούτε σε πολιτικάντικες μαγκιές, θα δει πίσω από τις γραμμές του ανακοινωθέντος της Ιεράς Συνόδου αυτή τη δυσκολία. Επίσης θα παρατηρήσει ότι η Ιερά Σύνοδος πριν κάνει τη διατύπωση που προκάλεσε, αφιερώνει μια ολόκληρη παράγραφο για να καλέσει τους πιστούς που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες, όπως κάνουν και οι ειδικοί, να μείνουν σπίτι τους. Η Ορθοδοξία όμως δεν είναι μόνο οι συντηρητικές φωνές της Εκκλησίας στην Ελλάδα. Ορθοδοξία είναι και το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Αρχιεπισκοπή της Αμερικής και οι πολλές φωνές Μητροπολιτών στην Ελλάδα όπως ο Ιγνάτιος. «Τα ίδια υλικά στοιχεία που μπορούν να μεταφέρουν τις ευλογίες του Θεού υπόκεινται επίσης στην πεπτωκυία φύση του πεπτωκότος κόσμου. Η επιστήμη και η λογική που μας έδωσε ο Θεός απαιτούν να χρησιμοποιούμε όλα τα διαθέσιμα μέσα για να προστατεύσουμε τους εαυτούς μας και τις οικογένειές μας από την εξάπλωση του κορονοϊού και κάθε άλλης ασθένειας» είπε ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ελπιδοφόρος, αποδεικνύοντας έτσι ότι μπορεί να συνυπάρξουν πίστη και επιστήμη.
Το να έρχονται όμως οι Πολάκηδες και να κατηγορούν για σκοταδισμό την Ορθοδοξία, να λένε ότι οι χριστιανοί έφεραν τον κορονοϊό (εξ’ αιτίας των κρουσμάτων σε Αχαΐα και Ηλεία από την εκδρομή στο Ισραήλ) πάει πολύ. Γιατί, την ίδια ώρα δεν τους έχουμε ακούσει να ψελλίζουν το παραμικρό για το μεσαίωνα του Ισλάμ και της Σαρίας, που κουβαλούν οι μετανάστες και οι πρόσφυγες για τους οποίους άνοιξαν τα σύνορα. Οι δικαιωματιστές, που ευαγγελίζονταν μάλιστα το ουδετερόθρησκο κράτος, δεν έχουν πει τίποτα για το γεγονός η Ελλάδα καταδικάστηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για την εφαρμογής της Σαρίας ως παράλληλο δικαιικό σύστημα.
Η Ορθοδοξία, μπορεί να έχει βέβαια κάποιες συντηρητικές φωνές, αλλά τουλάχιστον έχει τη λεβεντιά του «όστις θέλει οπίσω μου ελθείν», που είναι και το μεγαλύτερο ανθρώπινο δικαίωμα, η ελευθερία.
ΥΓ: Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά το διάγγελμά του χειρίστηκε το θέμα με την σοβαρότητα που αρμόζει σε ένα δυτικό Πρωθυπουργό.