Τα τελευταία 50 χρόνια υπήρξαν επαναστατικές και θεμελιώδεις εξελίξεις αναφορικά με την παιδαγωγική επιστήμη και ειδικότερα την ειδική εκπαίδευση. Η κοινωνία, μέσα από το πέρασμα του χρόνου, κατόρθωσε να απαλλαγεί από ορισμένες προκαταλήψεις και αγκιστρώσεις του παρελθόντος που αφορούσαν την αντίληψη για τη διαφορετικότητα.
Αρκετοί παιδαγωγοί, ψυχολόγοι και άλλοι επιστήμονες άρχισαν να απορρίπτουν σταδιακά την ιδρυματική περίθαλψη. Αφού, λοιπόν, κατανόησαν καλύτερα την ουσία του προβλήματος, κατήγγειλαν την περιθωριοποίηση των παιδιών με δυσκολίες και έθεσαν τα θεμέλια μια νέας εκπαιδευτικής φιλοσοφίας που όλο και περισσότεροι επιστήμονες φάνηκε να υιοθετούν. Πιο συγκεκριμένα, υποστήριξαν το δικαίωμα όλων των μαθητών στην εκπαίδευση, ανεξάρτητα από τις οποιεσδήποτε δυσκολίες. Για τον σκοπό αυτό, οραματίστηκαν τη δημιουργία ενός σχολείου νέας πνοής που θα συμπεριλαμβάνει όλα τα παιδιά (συμπερίληψη), ενώ ταυτόχρονα, Θα κατανοεί τις ιδιαιτερότητες και τις ατομικές τους διαφορές, γιατί αυτές πρέπει να αποτελούν πηγή έρευνας και επιστημονικού ενδιαφέροντος και όχι να αντιμετωπίζονται ως αιτία προβλημάτων.
Βέβαια, η αλλαγή σε ό, τι αφορά τη νοοτροπία των ανθρώπων δεν αποτελεί εύκολη υπόθεση, καθώς συχνά ακολουθεί αργούς ρυθμούς ή παρεμποδίζεται από διάφορους παράγοντες. Μπορούμε, όμως, πλέον να πούμε πως έχουν τεθεί γερά οι βάσεις για την κοινή αντιμετώπιση της εκπαίδευσης όλων των παιδιών. Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια εκπαιδευτικοί, ειδικοί επιστήμονες και γονείς από όλο τον κόσμο υπηρέτησαν το όραμα της ίδρυσης σχολείων συνεκπαίδευσης και ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα της επιστήμης. Εργάζονται, ακόμη, σκληρά για την επίτευξη του εν λόγω οράματος, ξεπερνούν τις όποιες δυσκολίες και βλέπουν την προσπάθειά τους να ανταμείβεται. Ωστόσο, πάρα την πρώτη τους νίκη, δεν σταματούν να αγωνίζονται, γιατί γνωρίζουν πως ακόμη έχουν αρκετή απόσταση να διανύσουν. Άλλοτε τελείως μόνοι και άλλοτε υποστηριζόμενοι παλεύουν για τη θεσμοθέτηση της συνεκπαίδευσης. Άλλοι οπλισμένοι με τη δύναμη που τους δίνει η επιστημονική γνώση και άλλοι, προτάσσοντας, απλώς, την αγάπη για το παιδί, συνεχίζουν να μάχονται και να οικοδομούν τις προϋποθέσεις για “ένα σχολείο για όλους”.
Η πορεία της ειδικής εκπαίδευσης στην Αιτ/νία υπήρξε ανοδική. Από πέντε ειδικές τάξεις στα Δημοτικά σχολεία στο τέλος της δεκαετίας του 80, φτάσαμε να έχουμε σήμερα έξι (6) εν λειτουργία Τμήματα Ένταξης στα νηπιαγωγεία, πενήντα δύο (52) στα Δημοτικά Σχολεία και είκοσι δύο (22)στα Γυμνάσια. Υποστηρίζονται με παράλληλη στήριξη δεκατέσσερα (14) νηπιαγωγεία, πενήντα τέσσερα (54) Δημοτικά Σχολεία και είκοσι τέσσερα (24) Γυμνάσια. Παράλληλα, λειτουργούν τέσσερα (4) Ειδικά Νηπιαγωγεία, έξι (6) Ειδικά Δημοτικά Σχολεία, δύο (2) Ενιαία Ειδικά Επαγγελματικά Γυμνάσια – Λύκεια (ΕΝΕΕΓΥΛ) και δύο (2) Εργαστήρια Ειδικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (Ε.Ε.Ε.Ε.Κ.). Επίσης, πάνω από 80 σχολικές μονάδες υποστηρίζονται με Επιτροπή Διεπιστημονικής Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης και Υποστήριξης (Ε.Δ.Ε.Α.Υ.) (αποτελούμενες από εκπαιδευτικό ειδικής αγωγής, ψυχολόγο, κοινωνικό λειτουργό). Επιπλέον, ειδική εκπαίδευση προσφέρουν και εκπαιδευτικοί των γενικών σχολείων όλων των βαθμίδων – μέσα από τα προγράμματα ενισχυτικής διδασκαλίας ή από τη διαφοροποιημένη διδασκαλία που τυχόν εφαρμόζουν στην τάξη τους. Με την αγάπη τους για τα παιδιά και την εμπειρία τους, προσπαθούν με κάθε τρόπο να βοηθήσουν τους μαθητές που έχουν ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.
Στο σημείο αυτό, θέλουμε να ευχαριστήσουμε τους εκπαιδευτικούς συναδέλφους μας όλων των βαθμίδων που πασχίζουν καθημερινά για τη συνεκπαίδευση όλων των μαθητών. Δεν είναι κάτι εύκολο, όμως, η αρχή έχει γίνει. Η συνεκπαίδευση όλων των μαθητών σε ένα φυσικό σχολικό περιβάλλον και όχι σε ένα ίδρυμα – γκέτο μπορεί πλέον να μοιάζει πραγματικότητα. Είμαστε πολλοί αυτοί που προσπαθήσαμε, εκπαιδευτικοί, ειδικό εκπαιδευτικό προσωπικό, γονείς, Κ.Ε.Σ.Υ., Διευθύνσεις πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, συντονιστές εκπαίδευσης και διευθυντές σχολείων. Βέβαια, η προσπάθειά μας δεν σταματά εδώ και φυσικά θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε.
Είναι απαραίτητη η δημιουργία σχολικών δικτύων (ειδικών και γενικών σχολείων), με ενιαία κτιριακή υποδομή και λειτουργία. Για τον λόγο αυτό, οι δήμοι του Νομού Αιτ/νίας ως αρωγοί στο εγχείρημα αυτό, θα συνέβαλαν αποτελεσματικά στην πραγματοποίηση του οράματος αυτού.
Ο δρόμος για μία «εκπαίδευση για όλους» είναι, ακόμη, αρκετά μακρύς. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να σταματήσουμε να διεκδικούμε και να κερδίζουμε όλο και περισσότερα. Ο αγώνας για την κατάκτηση της ισότητας στην εκπαίδευση δεν θα πρέπει να έχει τέλος…
Με εκτίμηση
Ο Προϊστάμενος και ο Σύλλογος Εκπαιδευτικού Προσωπικού του ΚΕΣΥ Αιτωλοακαρνανίας