Του Δημήτρη Παπαδάκη
Μετά την πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που για άλλη μια φορά η Τουρκία κέρδισε αναστολή για τις επαπειλούμενες κυρώσεις σε βάρος της, διάβασα στο twitter το εξής σχόλιο : «Κάποτε ένας πίνακας του Ντελακρουά αρκούσε για να συνταράξει την Ευρώπη κατά της Τουρκίας. Τώρα ούτε βίντεο με σφαγές αμάχων σε Συρία-Αρμενία αρκούν, ούτε η παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου». Αυτή είναι μια πολύ εύστοχη διαπίστωση για την αξιακή και ηθική κατάπτωση της Ευρώπης, που έχει παραδοθεί στον οικονομισμό και υποτάσσεται συνεχώς στα στενά εθνικά συμφέροντα της Γερμανίας και των κρατών «δορυφόρων» της.
Αυτό δε που είναι εξοργιστικό με την Ευρώπη είναι ο κυνισμός με το οποίο δρα. Γιατί, ο Λουκασένκο της Λευκορωσίας, που «λυσσάξανε» για να του βάλουν κυρώσεις είναι στην κυριολεξία πταίσμα, μπροστά στον Ερντογάν και την Τουρκία. Γιατί, ο Ερντογάν και στο εσωτερικό δρα ως δικτάτορας και στο διεθνή περίγυρο ως πειρατής και τρομοκράτης. Έτσι φτάσαμε στο σημείο την ώρα που οι Ευρωπαίοι κλωτσούσαν το τενεκαδάκι των κυρώσεων για παρακάτω, ο Ερντογάν στο Μπακού παρακολούθησε την παρέλαση του αζέρικου και του τουρκικού στρατού για τη νίκη στο Ναγκόρνο – Καραμπάχ, εξυμνώντας την πρωτοεργάτες της Γενοκτονίας των Αρμενίων όπως ο Εμβέρ πασάς.
Ο οικονομισμός της Ευρώπης δεν την αφήνει να δει ακόμη ούτε και αυτό. Η Ευρωπαϊκή Ένωση όμως που γεννήθηκε ως απάντηση στους παγκοσμίους πολέμους δεν μπορεί να εξετάζει τα πάντα με όρους οικονομικούς και με ορίζοντα τον επόμενο προϋπολογισμό ή τις επόμενες εκλογές. Η Ευρωπαϊκή Ένωση εξάλλου δεν έγινε για να φτάνει χωρίς δασμούς η γαλλική σαμπάνια στα ελληνικά εστιατόρια και η ελληνική φέτα στις ταβέρνες της Λισσαβόνας. Έγινε για κάτι μεγαλύτερο. Το ζήτημα όμως είναι πως η Ελλάδα τοποθετείται απέναντι σε αυτή την τακτική.
Δυστυχώς η Ελλάδα διάλεξε. Το προηγούμενο διάστημα επέλεξε ξεκάθαρα τη διαμεσολαβητική προσπάθεια της Γερμανίας και «διακριτικά» αρνήθηκε την υπογραφή αμυντικής συμφωνίας με τη Γαλλία. Το αποτέλεσμα ήταν το τουρκικό ερευνητικό σκάφος Oruc Reis να κάνει κρουαζιέρα επί τρείς μήνες νότια του Καστελόριζου και εμείς αντί για «κυρώσεις που θα δαγκώνουν» να εισπράττουμε φρούδες υποσχέσεις για κυρώσεις. Όμως η Ευρώπη δεν «δαγκώνει», αν δεν αρχίσουμε και εμείς να «δαγκώνουμε» την Ευρώπη. Και σε σχέση με την Τουρκία είναι δεδομένο ότι θα πρέπει να ασκήσουμε βέτο σε ζητήματα, που έχουν να κάνει με την ενταξιακή της πορεία, τη τελωνιακή σύνδεση και τα προενταξιακά κονδύλια. Και σε σχέση με άλλα θέματα θα πρέπει να σκεφτούμε την απειλή έστω του βέτο. Η Ελλάδα όταν για παράδειγμα επιβλήθηκαν οι ευρωπαϊκές κυρώσεις στη Ρωσία, πλήρωσε «δυσανάλογα» μεγάλο τίμημα για τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα που εξάγονταν στη Ρωσία. Δεν μπορεί λοιπόν η Ελλάδα να πληρώνει συνεχώς το μάρμαρο.
Η ελληνική ηγεσία πρέπει να καταλάβει ότι η Τουρκία δεν πρόκειται ποτέ να αλλάξει στάση, να μετριάσει τις εντάσεις ενδεχομένως, αλλά δεν μπορεί πια να υπάρχει καμία ελπίδα πως η Τουρκία θα γίνει μια Δημοκρατία που ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θα έχει σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο και σχέσεις καλής γειτονίας με τις γύρω χώρες.
«Ελπίζω να μην υπάρξουν νέες προκλήσεις ώστε να διαμορφωθεί το τοπίο για να επανεκκινήσουμε τις διερευνητικές επαφές» είπε ο Κ. Μητσοτάκης. Και η αναφορά σε ελπίδα και προοπτικών διερευνητικών επαφών δείχνει ξεκάθαρα πως η Ελλάδα δυστυχώς συνεχίζει τον κατευνασμό. Με το κατευνασμό όμως ξέρουμε από πριν τον χαμένο. Εξάλλου, ακόμη κι αν αύριο το πρωί ο Ερντογάν αποφάσιζε να εγκαταλείψει το εκκρεμές του επιτήδειου ουδέτερου και να επανέλθει στο Δυτικό στρατόπεδο, από πού η Ευρώπη και οι ΗΠΑ θα του έδιναν ανταλλάγματα, αν όχι από την Ελλάδα και την Κύπρο;