Ο καινοτόμος ιδρυτής της πρώτης ευρωπαϊκών προδιαγραφών ελληνικής καπνοβιομηχανίας αφηγείται την πολυκύμαντη ζωή του. Οι ιστορίες ελλήνων επιχειρηματιών έχουν πάντα ένα ενδιαφέρον, καθώς παρουσιάζουν ταυτόχρονα και την εικόνα της περίπλοκης και αντιφατικής οικονομικής ανάπτυξης της χώρας μας.
Η αυτοβιογραφία του Ευάγγελου Α. Παπαστράτου με τίτλο Η δουλειά και ο κόπος της (εκδόσεις Gema) είναι μια ελεγεία αλλά και ένας προαναγγελθείς επιτάφιος για την άνοδο και την πτώση της ελληνικής καπνοβιομηχανίας και του ελληνικού καπνεμπορίου.
Ο Ευάγγελος, ένα από τα πέντε παιδιά της οικογένειας Παπαστράτου, γεννήθηκε στο Αγρίνιο το 1884, σε μια εποχή που το ελληνικό κράτος προσπαθούσε ακόμη να οργανωθεί. Οι σελίδες των παιδικών του χρόνων αποτελούν μια μαρτυρία για την επαρχιακή Ελλάδα. Λίγοι έμποροι, περισσότεροι αγρότες και βοσκοί και αρκετοί μεροκαματιάρηδες ήταν το εργατικό δυναμικό της περιοχής. Ταυτόχρονα το Αγρίνιο λυμαίνονταν οι ληστές αλλά και οι κομματάρχες των δύο μεγάλων κομμάτων.
Η παιδική ηλικία του μικρού Ευάγγελου κράτησε λίγο, αφού στα δώδεκα χρόνια του αναγκάστηκε να διακόψει το σχολείο και να μπει υπαλληλάκος σε εμπορικό κατάστημα. Επειδή όμως η παιδική ηλικία μάς συνοδεύει σε όλη τη ζωή μας, ο Παπαστράτος περιγράφει αναλυτικά τις παιδικές περιπέτειές του, τις μάχες των τότε ανήλικων «συμμοριών» με πέτρες ή χαλκούνια, τις φάρσες, το πώς έπιαναν καρδερίνες: ένας κόσμος φτωχός, άδολος, ονειροπόλος.
Το όνειρο του Ευάγγελου ήταν να γίνει έμπορος. Λένε ότι δεν γίνεσαι εύκολα έμπορος αν «δεν το ‘χεις μέσα σου». Και ο μικρός φαίνεται ότι είχε το χάρισμα να κάνει λογαριασμούς, να πουλάει εμπορεύματα και κυρίως να σκαρφίζεται κερδοφόρα επιχειρηματικά ανοίγματα… Από το εμπορικάκι του Α. Παναγόπουλου το 1896, που εμπορευόταν υφάσματα, μεταπηδά στην επιχείρηση Ρόζη και Βαρνάβα, που ασχολείται με το γενικό εμπόριο, εμπορευόμενη διάφορα προϊόντα, ανάμεσά τους και καπνά, τοπικώς παραγόμενο προϊόν. Εκεί θα εντρυφήσει στο εμπόριο υψηλότερων ταχυτήτων και με ένα δάνειο 3.000 δραχμών από κάποιον θείο του θα ξεκινήσει την δική του επιχείρηση με συνέταιρο έναν άλλο έμπορο.
Η Αυγερινός και Παπαστράτος ασχολείται με το εμπόριο καπνών και ο νεαρός Ευάγγελος δείχνει να διαθέτει εκσυγχρονιστικό επιχειρηματικό πνεύμα. Το Αγρίνιο είναι τόπος παραγωγής καπνών ανεπεξέργαστων, χαμηλής ποιότητας και γι’ αυτό μικρής αξίας στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Εξίσου ανοργάνωτο είναι και το καπνεμπόριο. Ο Παπαστράτος αλλάζει τα δεδομένα. Προτρέπει τους παραγωγούς να ασχοληθούν με τα ποιοτικά καπνά, ενώ αποφεύγει τους πατρινούς μεσάζοντες και έρχεται σε άμεση επαφή με τις αγορές του εξωτερικού προσπαθώντας να αποκαταστήσει τη φήμη των καπνών του Αγρινίου. Παράλληλα αλλάζει τον τρόπο συσκευασίας, έτσι ώστε να ελέγχει τη σταθερή ποιότητα των καπνών που εμπορεύεται.
Οι προσπάθειές του θα αποδώσουν, αφού θα καταφέρει να μπει στη γερμανική αγορά τροφοδοτώντας ένα από τα μεγαλύτερα τότε εργοστάσια ελληνικών συμφερόντων στη Γερμανία, του «Κωνσταντίνου». Την επιχειρηματική ανάπτυξη του Παπαστράτου βοηθά πολύ και το υποκατάστημα της Τραπέζης Αθηνών που ιδρύθηκε το 1911 στη Γερμανία. Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι το 1912-13 θα ανακόψουν την επιχειρηματική δραστηριότητά του. Θα επιστρέψει πάνω σε νέες βάσεις τον Μάιο του 1913, οπότε και ιδρύεται η επιχείρηση Αδελφοί Παπαστράτου με τη συμμετοχή στην αρχή του αδελφού του Σωτήρη και αργότερα των άλλων αδελφών Ιωάννη και Επαμεινώνδα.
Στις 21 Μαΐου 1931 γίνονται τα επίσημα εγκαίνια του καπνεργοστασίου των Αδελφών Παπαστράτου (12.000 τ.μ.) στον Πειραιά, το οποίο έμελλε να καταστραφεί στις μάχες Αγγλων και εαμιτών, αλλά να επιδιορθωθεί και να δουλέψει λίγους μήνες αργότερα.
«Να πιστεύεις σε κάτι»
Στις αυτοβιογραφικές σελίδες του Ευ. Παπαστράτου παρελαύνουν οι τραγελαφικές γραφειοκρατικές παρεμβάσεις που συνάντησε, όπως όταν το υπουργείο τους απαγόρευσε να χρησιμοποιούν μηχανές για την επικόλληση της φορολογικής ταινίας υποστηρίζοντας ότι ξεκολλάει εύκολα, ενώ όταν τις κολλάς με το χέρι δεν ξεκολλάνε! Εξίσου αστείες ήταν οι λουδισμικές δικαιολογίες των συνδικάτων των καπνεργατών ότι η μέθοδος «Τόγκα» που χρησιμοποιούσαν για τον έλεγχο των καπνών έκανε τη δουλειά πιο εύκολη και ωφελούνταν περισσότερο οι γυναίκες.
Σε όλη την πορεία του ο Ευάγγελος Παπαστράτος αφιέρωνε πολύ χρόνο εργασίας, καθώς μπορεί να δούλευε 10 και 14 ώρες την ημέρα. Μεγάλος πια, έμαθε γερμανικά και αγγλικά με επίπονη προσπάθεια, ώστε να μπορεί να συνεννοείται απευθείας με τους αγοραστές του εξωτερικού. Κάθε καινοτομία που εισήγαγε την υποστήριζε ως το τέλος, αφού προηγουμένως είχε πραγματοποιήσει τις απαραίτητες δοκιμές.
Το μότο του ήταν «να πιστεύεις σε κάτι, να έχεις κάποιο ιδανικό πέρα από την οικονομική επιτυχία». Τις επιχειρήσεις του τις στήριξε πάντα στη σύμπνοια της οικογένειας, της στενής και της ευρύτερης. Ο ίδιος αφιέρωσε πολλή ενέργεια συμμετέχοντας σε αρκετά κοινωφελή ιδρύματα και κυρίως στις προσπάθειες του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού να βοηθήσει τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια τους έχοντες ανάγκη τροφίμων και φαρμάκων συμπολίτες του. Στο τέλος της ζωής του ανησυχούσε για το αν το τσιγάρο βλάπτει την υγεία και για την επέλαση των αμερικανικών πολυεθνικών. Η επιχείρηση Παπαστράτος δραστηριοποιείται ως σήμερα και ανήκει πια στον όμιλο Philip Morris.
Η αυτοβιογραφία του Ευ. Παπαστράτου κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1964, όταν έκλεινε τα 80 του χρόνια, και μοιράστηκε μόνο σε συγγενείς και φίλους. Σήμερα η εκδότρια και εγγονή του Μαρία Γκέρτσου την επανεκδίδει συμβάλλοντας, με κάποιον τρόπο, στην επιχειρηματική ιστορία του τόπου μας.
Πριν και μετά την αμερικανική «εισβολή»
Στη γιορτή για τα 30 χρόνια της επιχείρησης των Αδελφών Παπαστράτου, το 1936, ο Σωτήρης Παπαστράτος, ανακεφαλαιώνοντας συνοπτικά την ανάπτυξη που επέφερε η καλλιέργεια του καπνού και η καπνεμπορία, παρουσίασε τα οφέλη για την ελληνική οικονομία. «Σύμφωνα με τις στατιστικές του υπουργείου, στα καπνά ασχολούνται εργάτες και υπάλληλοι περίπου 1.000.000 άτομα, σχεδόν το 1/6 του πληθυσμού. Από την πώληση των καπνών στο εξωτερικό εισάγονταν χρήματα που αντιπροσωπεύουν το 40%-50% των χρημάτων που εισάγονται από άλλα προϊόντα (δέρματα, σταφίδα, ελιές, υφάσματα κ.ά.). Από τη φορολογία του καπνού το ελληνικό κράτος εισπράττει περίπου 2 δισ. δρχ., το 1/5 των προσόδων του από τη φορολογία».
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, όμως, θα αλλάξει τα δεδομένα. Οι αμερικανικές καπνοβιομηχανίες θα εισβάλουν στην Ευρώπη και θα αλώσουν τις αγορές, μεταξύ των οποίων και η γερμανική, στην οποία οι Αδελφοί Παπαστράτου είχαν κατακτήσει περίοπτη θέση. Η αρχή του τέλους για την ελληνική καπνοβιομηχανία είχε πολλά ακόμη στάδια, αλλά η πορεία είχε ήδη προδιαγραφεί.
πηγή : tovima.gr