Ένα ακόμα ηχηρό «χαστούκι» δίνει η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (Eurostat) στην κυβέρνηση για την αγοραστική δύναμη των Ελλήνων. Η έρευνα αποκαλύπτει πως το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης συγκρίνεται με αυτό της… Βουλγαρίας, και μάλιστα σύντομα η προτελευταία θέση που καταλαμβάνει η Ελλάδα θα απειληθεί από τους βόρειους γείτονές μας!
Στις προηγούμενες αντίστοιχες εκθέσεις η κυβέρνηση αμφισβητούσε τα στοιχεία, μιλώντας για «κοπτοραπτική» στα μέσα ενημέρωσης που τις παρουσίαζαν, ισχυριζόμενη πως αφορούσαν παλαιότερα έτη (2022) και πως η κατάσταση τόσο το 2023 όσο και το 2024 έχει βελτιωθεί σημαντικά.
Η νέα έκθεση της Eurostat προχωρά σε σύγκριση των δεδομένων του 2023 με το 2022, δηλαδή καταγράφει τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία που υπάρχουν σε επίπεδο έτους, καθώς η τρέχουσα χρονιά ολοκληρώνεται σε λίγες εβδομάδες.
Το άκρως ενδιαφέρον στοιχείο είναι πως η αγοραστική δύναμη στην Ελλάδα, με βάση το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, διαμορφώθηκε το 2023 στο 69% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, από το 67% το 2022 και 66% το 2019, όταν στην «καρδιά» των Μνημονίων βρισκόταν στο 71% (έτη 2013-204). Δηλαδή, από το 2019 αυξήθηκε κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες.
Ωστόσο, η γειτονική Βουλγαρία από το 55% το 2019 έφτασε το 2022 στο 62% και το 2023 στο 64%, δηλαδή η ανοδική πορεία που ακολούθησε σε επίπεδο αγοραστικής δύναμης των πολιτών είναι πολύ πιο ισχυρή από την ελληνική, φτάνοντας τις 9 μονάδες.
Με αυτόν τον ρυθμό η Βουλγαρία απειλεί ευθέως να ρίξει τη χώρα μας στην τελευταία θέση της ευρωπαϊκής κατάταξης, ακόμα και αν η Ελλάδα συνεχίσει να αυξάνει το κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Τα παραπάνω, ωστόσο, πέρα από τα εφιαλτικά ποσοστά ακρίβειας που μαστίζουν τους Έλληνες καταναλωτές και τους καθηλωμένους μισθούς, ενδέχεται να αναδεικνύουν μια άλλη διάσταση της ελληνικής πραγματικότητας, καθώς δεν αποκλείεται να κρύβουν «μαύρα» εισοδήματα, τα οποία δεν μπορούν να καταγραφούν στις στατιστικές για το ΑΕΠ. Αυτό φαίνεται και από τα στοιχεία για την ατομική κατανάλωση των Ελλήνων (σε όρους αγοραστικής ισοτιμίας), τα οποία δείχνουν μια υψηλότερη θέση στην κατάταξη. Η κατανάλωση στην Ελλάδα αντιστοιχούσε πέρυσι στο 80% του μέσου όρου της Ε.Ε. από 78% το 2022 και 77% το 2019, και ήταν υψηλότερη από έξι χώρες: τη Σλοβακία (77%), την Κροατία (76%), την Εσθονία (75%), τη Λετονία (74%), την Ουγγαρία και τη Βουλγαρία (70%).
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το 2023 μόνο εννέα χώρες της Ε.Ε. είχαν κατά κεφαλή κατανάλωση πάνω από τον μέσο όρο, με το Λουξεμβούργο να βρίσκεται στην πρώτη θέση (36% ψηλότερα), ακολουθούμενο από την Ολλανδία και τη Γερμανία (+19%).
Τη μεγαλύτερη αύξηση στην κατανάλωση σε σχέση με τον μέσο όρο την τελευταία τριετία σημείωσαν η Ιρλανδία (στο 99% από 91% το 2021), η Κύπρος (στο 100% από 94%) και η Μάλτα (στο 90% από 85%).
Πηγή: Εφημερίδα Δημοκρατία / newsbreak.gr