Οδοιπορικό, ιστορικά μνημεία, εκκλησίες και μοναστήρια
Οι λίμνες έπαιξαν πρωτεύοντα ρόλο στη ζωή των ανθρώπων και αναπτύχθηκε σ’ αυτές πολιτισμός από την προϊστορική εποχή. Οι πεδιάδες της αιτωλικής χώρας και οι λίμνες της αποτέλεσαν τον πόλο έλξης των αιτωλικών φύλων που ζούσαν στα ορεινά, γιατί στα γόνιμα εδάφη των πεδιάδων του νότου υπήρχαν τα πλούσια βοσκοτόπια για τα κοπάδια τους και εύφορη γη για τη διατροφή τους. Αφότου όμως οι ορεινοί κάτοικοι κατέβηκαν στο νότο και εγκαταστάθηκαν εκεί μόνιμα, ίδρυσαν συνοικισμούς και πόλεις και άλλαξαν τον τρόπο ζωής τους.
Στην περιοχή υπάρχουν σημαντικές αρχαιότητες (Θέρμο, Θεστιείς, Βουκάτιο, Τριχώνιο κ.ά.), τουλάχιστον 16 βυζαντινά και μεταβυζαντινά ιστορικά μνημεία, μονές και ναοί που χρονολογούνται από τον 12° έως και τον 18° αιώνα, καθώς και ιαματικά λουτρά.Γύρω από την λίμνη υπάρχουν πολλά χωριά και οικισμοί πνιγμένα στα νερά, τα πλατάνια, τα λιοστάσια και τις λεμονοπορτοκαλιές, με ασπρισμένα ή πέτρινα παραδοσιακά σπίτια.
Ξεκινώντας με αυτοκίνητο από την πόλη του Αγρινίου που είναι το μεγαλύτερο αστικό και εμπορικό κέντρο κοντά στη λίμνη και ακολουθώντας το δρόμο προς το Θέρμο, ανατολικά, ο πρώτος και σημαντικότερος οικισμός που συναντάμε στα βόρεια της Τριχωνίδας είναι το Παναιτώλιο, το μεγαλύτερο χωριό της Τριχωνίδας, γενέτειρα πατρίδα του μεγάλου Έλληνα γλύπτη Χρήστου Καπράλου. Αποτελεί Τοπικό Διαμέρισμα του Καποδιστριακού Δήμου Θεστιέων. Το Παναιτώλιο είναι μια ευχάριστη κωμόπολη με πολλά καλοχτισμένα πέτρινα σπίτια. Στα ανατολικά του Παναιτωλίου, στις παρυφές της λίμνης βρίσκονται τα Αμπάρια, όπου είχε αναπτυχθεί από πολύ παλιά εμπόριο χελιών και άλλων ψαριών. Άλλωστε το τοπωνύμιο Αμπάρια πιστεύεται ότι διασώζει παραφθαρμένη τη λέξη «εμπόριο».
Στα Αμπάρια ο επισκέπτης μπορεί να γευτεί τα ψάρια της λίμνης στο παραλίμνιο ταβερνάκι και να απολαύσει το μαγευτικό σκηνικό που συνθέτουν η οργιώδης βλάστηση, τα κελαηδίσματα των πουλιών, τα ψαροκάικα, τα πυροφάνια και ο ακατάπαυστος φλοίσβος. Εδώ υπήρχε το παλιό αντλιοστάσιο του Παναιτωλίου, το οποίο ανακαινίστηκε μέσω του Ευρωπαϊκού προγράμματος LIFE-ΦΥΣΗ 1999, “Δράσεις για την προστασία των ασβεστούχων βάλτων της λίμνης Τριχωνίδας” και μετατράπηκε σε ΚΕΝΤΡΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΡΙΧΩΝΙΔΑΣ (ΚΕ.ΠΕ.ΤΡΙ.).
Στο ΚΕ.ΠΕ.ΤΡΙ. λειτουργούν εκθεσιακός χώρος, αίθουσα προβολής διαφανειών και video καθώς και εργαστήριο ανάλυσης ποιότητας νερού. Εδώ γίνεται το μάθημα της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης στους μαθητές σχολείων που επισκέπτονται το Κέντρο, από όλη την Ελλάδα. Στον εκθεσιακό χώρο βρίσκονται θεματικοί πίνακες με φωτογραφίες και κείμενα σχετικά με τους Ασβεστούχους Βάλτους, τη λίμνη και την ευρύτερη περιοχή, τις δράσεις του Προγράμματος LIFE-ΦΥΣΗ και τις δραστηριότητες των κατοίκων, ενυδρείο με τα ψάρια της λίμνης καθώς και μακέτα της υδρολογικής λεκάνης της λίμνης Τριχωνίδας. Εδώ επίσης βρίσκεται και το εκθετήριο των ντόπιων, ποιοτικών, παραδοσιακών προϊόντων που παράγει ο νεοσύστατος Γυναικείος Συνεταιρισμός Παναιτωλίου. Ο επισκέπτης μπορεί να αγοράσει γλυκά κουταλιού, τραχανά, χυλοπίτες και άλλες σπιτικές λιχουδιές, όλα φτιαγμένα με μεράκι και από αγνά υλικά.Τη νύχτα στα Αμπάρια, όταν τα φώτα ανάβουν και τα απέναντι χωριά του Αράκυνθου, καθρεφτίζονται στα νερά της λίμνης σχηματίζοντας υδάτινες πολιτείες, το θέαμα είναι φαντασμαγορικό και η εικόνα μαγική.
Συνεχίζοντας το δρόμο προς το Θέρμο συναντάμε το χωριό Καινούργιο, που είναι σήμερα η έδρα του Δήμου Θεστιέων. Βόρεια του χωριού, χτισμένη σε απόκρημνη κορυφή, η Ακρόπολη των Θεστιέων, που δεν ήταν μόνο μια φυσικά οχυρή θέση αλλά και μια καταπληκτική βίγλα με θέα σε ολόκληρη την Τριχωνίδα και τη λεκάνη του κάτω ρου του Αχελώου μέχρι τις κορυφές του Αράκυνθου και του Παναιτωλικού. Η Ακρόπολη της αρχαίας πόλης έφερε το όνομα του μυθικού βασιλιά Θέστιου.
Η περιοχή και το ύψωμα, από τα βυζαντινά χρόνια μέχρι και σήμερα αναφέρονται με το όνομα Βλοχός. Στην περιοχή σύντομα θα λειτουργήσει ξενώνας και παραδοσιακό εστιατόριο μέσω του ευρωπαϊκού προγράμματος LEADER +. Εκεί βρίσκεται επίσης η μονή της Παναγίας του Βλοχού. Κάθε χρόνο, το μήνα Σεπτέμβρη, στο Δήμο Θεστιέων γίνονται εκδηλώσεις με το όνομα Θέστια.
Τρία χλμ. ανατολικά του Καινούργιου συναντάμε το χωριό Παράβολα όπου υπήρχε η αρχαία αιτωλική πόλη Βουκάτιο. Στο ύψωμα πάνω από το νεκροταφείο του χωριού σώζονται ερείπια των τειχών της Ακρόπολης του Βουκάτιου. Δίπλα στα τείχη η εκκλησία της Παναγιάς του Κάστρου, των ύστερων βυζαντινών χρόνων.
Στην Παραβόλα γίνονται κάθε χρόνο στο τέλος του καλοκαιριού εκδηλώσεις, τα “Βουκάτεια”. Από την Παράβολα μπορεί κανείς να φθάσει οδικώς στο χωριό Περιστέρι και από εκεί να ανεβεί ως το καταφύγιο του Ορειβατικού Συλλόγου του Αγρινίου όπου μπορεί να φιλοξενηθεί, αρκεί να ζητήσει την άδεια από τον Ορειβατικό Σύλλογο. Το καταφύγιο αυτό δημιουργήθηκε στα πλαίσια των Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων “INTERREG II” & LEADER +”.
Μετά την Παράβολα μπαίνουμε σε μια μεγάλη ορεινή ενότητα, που μέχρι τις αρχές του αιώνα μας ακουγόταν με το όνομα Απόκουρο. Πρώτο χωριό που συναντάμε η Νερομάνα, που πήρε το όνομα της από το μεγάλο κεφαλάρι. Το χωριό ήταν ονομαστό για τις βιοτεχνίες του νερού, από όπου περνούσαν οι ελιές, τα δημητριακά και τα υφαντά όλης της ορεινής Τριχωνίδας. Σήμερα υπάρχουν ακόμα νερόμυλοι, νεροτριβές και μαντάνια. Νότια της Νερομάνας βρίσκεται ο μισογκρεμισμένος Βυζαντινός ναός των Αγίων Αποστόλων (14ος αιώνας).Βόρεια της Νερομάνας συναντάμε το χωριό Καλλιθέα, όπου υπάρχει και ξενώνας, στη συνέχεια ανεβαίνουμε τις πλαγιές του όρους Παναιτωλικού μέχρι το χωριό Λαμπίρι. Από το Λαμπίρι υπάρχει μονοπάτι για πεζοπορία που οδηγεί ως τις ψηλότερες κορυφές του Κατελάνου και της κυρά – Βγένας.
Από την Καλλιθέα επίσης υπάρχει δρόμος που οδηγεί στο χωριό Κρύο Νερό το οποίο βρίσκεται στους πρόποδες του Παναιτωλικού Όρους. Στο χωριό, στην περιοχή “Πανόραμα”, υπάρχει παραδοσιακή ταβέρνα που ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει ντόπια εδέσματα και την εντυπωσιακή θέα της λίμνης.
Αν από την Παράβολα ακολουθήσουμε τον παραλίμνιο δρόμο, θα απολαύσουμε μια διαδρομή μέσα σε πλατάνια και λεμονοπορτοκαλιές με γραφικές ψαροταβέρνες δίπλα στη λίμνη. Στη διαδρομή συναντάμε τους συνοικισμούς Δογρί, όπου υπάρχει Ξενώνας, εστιατόρια και καφετέριες καθώς επίσης ναυταθλητικές εγκαταστάσεις που δημιουργήθηκαν στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Προγράμματος “INTERREG II”, και στη συνέχεια τη Βαρειά, όπου υπάρχει εστιατόριο, καφετέρια και Ξενώνας, δίπλα στη λίμνη, που δημιουργήθηκε από το πρόγραμμα ‘LEADER”. Συνεχίζοντας συναντάμε το χωριό Μυρτιά.
Λίγο πριν το χωριό Μυρτιά υπάρχει το μοναστήρι της Μυρτιδιώτισας ή απλά Μονή Μυρτιάς. Στο μοναστήρι αυτό σώζονται εξαιρετικής τέχνης αγιογραφίες τεσσάρων διαφορετικών εποχών (από τον 12° μέχρι 18° αιώνα). Το ίδιο το χωριό Μυρτιά έχει δύο οικισμούς, τον Παρόδιο, που είναι ο μητρικός της και έναν παραλίμνιο, την Κάτω Μυρτιά που διατηρεί το παλιό Σλάβικο όνομα Γουρίτσα, πνιγμένη κυριολεκτικά μέσα στις πορτοκαλιές και τις ελιές. Εκεί θα βρούμε Ξενώνα με παραδοσιακό εστιατόριο, όπου μπορούμε να γευτούμε τα ψάρια της λίμνης καθώς και άλλες ντόπιες νοστιμιές. Ο Ξενώνας και το εστιατόριο είναι κτισμένα μέσα σε ένα μαγευτικό κήπο όπου υπάρχει ακόμα μια ελιά χιλίων ετών και έγιναν μέσω του ευρωπαϊκού προγράμματος “LEADER”.
Από τη Γουρίτσα μπορούμε συνεχίζοντας, μέσα σε ένα τοπίο εκπληκτικής ομορφιάς να δούμε τα ονομαστά θειούχα λουτρά της Μυρτιάς και το εγκαταλελειμμένο μοναστήρι του Φωτμού που βρίσκεται κοντά στις όχθες της Τριχωνίδας και χτίστηκε το 1559. Από τα λουτρά της Μυρτιάς, για όσους αγαπούν την πεζοπορία, υπάρχει μονοπάτι που οδηγεί στο Πετροχώρι.
Επιστρέφοντας στο χωριό της Μυρτιάς, μπορούμε να επισκεφθούμε το Νερόμυλο του Θανάση Κωνσταντόπουλου που λειτουργεί από το 1771 και περνά από πατέρα σε γιο. Στο μύλο αυτό αλέθεται καλαμπόκι και σιτάρι, ενώ στη νεροτριβή του πλένονται παραδοσιακά τα κιλίμια, οι φλοκάτες και οι κουβέρτες. Οι καταρράκτες του Διχαλορέματος πέφτουν από τον απότομο βράχο της Παναγίας της Ελεούσας και τροφοδοτούν το νερόμυλο με νερό και κινητήρια δύναμη. Το καλοκαίρι οι καταρράκτες σκορπίζουν τριγύρω ανέλπιστη δροσιά.
Ακολουθώντας το δρόμο που απομακρύνεται από τις όχθες της λίμνης και ανηφορίζει προς το Θέρμο φθάνουμε στην Αγία Σοφία. Το παλιό όνομα του χωριού, Μόκιστα, έχει σλαβική προέλευση και σημαίνει πρασινάδα, βλάστηση. Στο κατάφυτο με πλατάνια ρέμα της Μόκιστας λειτουργεί ακόμη και σήμερα νεροτριβή για φλοκάτες και μάλλινα. Εκεί υπάρχει καφενείο και ψησταριά. Στην ανατολική είσοδο του χωριού βρίσκονται οι εκκλησίες των Ταξιαρχών και του Αγίου Νικολάου που χτίστηκαν στα τέλη του 13ου αρχές 14ου αιώνα, από υλικά του αρχαίου ναού της Ηγεμόνης Αρτέμιδος.
Σε υψόμετρο 360 μ. περίπου πάνω και βόρεια από τη λίμνη Τριχωνίδα, σε ένα καταπράσινο και γοητευτικό οροπέδιο, υπάρχει το ιερό λίκνο των Αιτωλών και το κέντρο της πολιτικής τους ιστορίας, ο Θέρμος ή όπως επικράτησε στην εκφώνηση του, το Θέρμο. Είναι αυτό που ο Πολύβιος ονομάζει «Ακρόπολιν συμπάσης Αιτωλίας». Το Θέρμο ήταν η πρωτεύουσα της Αιτωλικής Συμπολιτείας, της τελειότερης ίσως πολιτειακής οργάνωσης που δημιούργησαν οι Έλληνες.
Βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτής της “αιτωλικής πολιτείας” ήταν ότι η ομοσπονδιακή της διάρθρωση ήταν θεμελιωμένη στις δημοκρατικές αρχές της ισονομίας και της ισοπολιτείας και στην αναγνώριση της ισοτιμίας και της ολοκληρωτικής αυτονομίας των μελών της. Τα ερείπια που έχουν ανασκαφεί στον αρχαιολογικό χώρο περιλαμβάνουν δύο μακρύτατες στοές, το βουλευτήριο, τον ναό του Θερμίου Απόλλωνα, δυο μικρότερους ναούς, κρήνη σε πηγή που αναβλύζει ακόμα, αποστραγγιστική τάφρο καθώς και την αγορά. Μέσα στον αρχαιολογικό χώρο υπάρχει μουσείο.
Στο Θέρμο λειτουργεί επίσης το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης (ΚΠΕ) που υλοποιήθηκε από το Υπουργείο Παιδείας για τις ανάγκες της περιβαλλοντικής επιμόρφωσης των μαθητών όλης της χώρας. Οι μαθητές που έρχονται από μακριά μπορούν να διανυκτερεύσουν στον ειδικό ξενώνα του κέντρου. Στο Θέρμο υπάρχουν επίσης παραδοσιακός Ξενώνας και Ξενοδοχείο.
Το καλοκαίρι στο Θέρμο γίνονται γιορτές προς τιμή του Κοσμά του Αιτωλού.Τρία χιλιόμετρα βόρεια του Θέρμου βρίσκεται το χωριό Μέγα Δέντρο, γενέτειρα δύο σημαντικών προσωπικοτήτων, του Ευγένιου Γιαννούλη και του Κοσμά του Αιτωλού. Στο χωριό σώζονται τα θεμέλια του πατρικού σπιτιού του εθνομάρτυρα Κοσμά του Αιτωλού επίσης υπάρχει «Κέντρο Ιστορικών και Λαογραφικών Μελετών».
Στα νοτιοανατολικά του Θέρμου το Πετροχώρι, ονομαστό για το κρασί του και τα πετρόκτιστα παραδοσιακά σπίτια του, είναι κτισμένο πάνω σε ράχη που αγναντεύει τη λίμνη πανοραμικά καθώς και όλα τα γύρω βουνά.
Στις πλαγιές ανάμεσα στο Πετροχώρι και το μοναστήρι του Φωτμού, που προαναφέραμε, σώζεται ένα από τα λίγα δάση ήμερης βελανιδιάς της χώρας μας.
Από το Πετροχώρι κατεβαίνουμε νότια στα καμπίσια χωριά Σιταράλωνα, Πάμφιο, Μαραθιά και Κάτω Μακρινού. Η διαδρομή στο κομμάτι αυτό είναι πραγματικά μαγευτική και η θέα μοναδική. Από την Κάτω Μακρινού υπάρχει δρόμος ο οποίος ανεβαίνει στην ορεινή Ναυπακτία, επίσης μια περιοχή εξαιρετικού κάλλους και μεγάλης βιοποικιλίας. Ο δρόμος από την Κάτω Μακρινού καταλήγει στην πόλη της Ναυπάκτου. Στα μισά της διαδρομής προς τη Ναύπακτο συναντάμε τη γέφυρα του Μπανιά η οποία ενώνει τις δύο όχθες του ποταμού Εύηνου. Το σημείο αυτό είναι τόπος συνάντησης των φίλων του rafting, και του καγιάκ που έρχονται απ’ όλη την Ελλάδα για να πάρουν μέρος σ’ αυτά τα αθλήματα μέσα στα νερά του ποταμού. Εδώ υπάρχει παραδοσιακός Ξενώνας και ταβέρνα από το πρόγραμμα “LEADER II”.
Συνεχίζοντας τον γύρο της λίμνης μπαίνουμε στους αγροτικούς οικισμούς που βρίσκονται στα νότια της Τριχωνίδας. Από τους πρόποδες του Αράκυνθου μέχρι τις όχθες της Τριχωνίδας ανοίγεται ένας μακρόστενος κάμπος. Η εύφορη αυτή λωρίδα γης συντηρεί μια αλυσίδα μεγάλων αγροτικών οικισμών που αναπτύσσονται κατά μήκος του επαρχιακού δρόμου Μακρινού – Ζευγαράκι. Στην περιοχή αυτή και συγκεκριμένα στη θέση Καψοράχη και Δαφνιάς υπάρχουν εστιατόρια και καφετέριες.
Κοντά στη σημερινή Γαβαλού άκμασε το αρχαίο Τριχώνιο. Η πόλη των Τριχωνιαίων ήταν μια από τις πιο διακεκριμένες αιτωλικές πόλεις του 3ου π.Χ. αιώνα και ανέδειξε σπουδαίους άνδρες που είχαν αναλάβει ανώτατα αξιώματα στην Αιτωλική Συμπολιτεία. Στη Γαβαλού πριν λίγα χρόνια ανακαλύφτηκε το ιερό του Ασκληπιού, μοναδικό σ’ όλο το Νομό. Λίγα χιλιόμετρα από τη Γαβαλού συναντάμε το ιστορικό μοναστήρι της Κατερινούς από το οποίο φεύγει μονοπάτι που ανεβαίνει της πλαγιές του Αράκυνθου μέχρι την τοποθεσία Κελάκι. Συνεχίζοντας τον επαρχιακό δρόμο ακολουθούν τα χωριά Γραμματικού, Ματαράγκα και Παπαδάτες.
Στη Ματαράγκα κάθε χρόνο του Λαζάρου γίνονται πολιτιστικές εκδηλώσεις, τα ονομαστά Λαζάρεια, με παρέλαση φουστανελοφόρων καβαλάρηδων. Στις Παπαδάτες λειτουργεί Λαογραφικό Μουσείο. Απ’ εδώ μπορεί κανείς να ανέβει με το αυτοκίνητο στο όρος Αράκυνθος, ένα βουνό εξαιρετικής ομορφιάς, βιοποικιλότητας και ποικιλίας τοπίων, με μικρά, φιλόξενα, παραδοσιακά χωριά όπου μπορείς να απολαύσεις το ντόπιο κρέας (πάντα με παραγγελία), το ντόπιο κρασί και το τσίπουρο. Στον Αράκυνθο ζει μια από τις τελευταίες αποικίες όρνιων στην Ελλάδα.
Τέλος φθάνουμε στο Ζευγαράκι και ο γύρος της Τριχωνίδας έχει ολοκληρωθεί. Στο δυτικό άκρο της λίμνης Τριχωνίδας βρίσκεται η τεχνητή διώρυγα που την ενώνει με τη λίμνη Λυσιμαχεία. Εκεί υπάρχει θυρόφραγμα, στην αρχή της τάφρου, που ελέγχει μέσω της στάθμης τον όγκο του νερού που φεύγει από την Τριχωνίδα προς τη Λυσιμαχεία και από κει στον ποταμό Αχελώο, εξυπηρετώντας τις αρδευτικές ανάγκες της περιοχής. Κοντά σ’ αυτό το θυρόφραγμα είναι το πιο πιθανό να συναντήσουμε τη Βίδρα, γιατί εκεί συγκεντρώνονται μεγάλοι αριθμοί ψαριών. Εκεί έχει τοποθετηθεί και ένας σταθμηγράφος από το Εθνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών για την ημερήσια παρακολούθηση της διακύμανσης της στάθμης της λίμνης, ο οποίος συνδυάζει τα δεδομένα του υδατικού ισοζυγίου με σκοπό να δημιουργηθεί ένα μοντέλο διαχείρισης που θα περιορίσει την διακύμανση της στάθμης της λίμνης Τριχωνίδας, ώστε να προστατευτούν οι παραλίμνιοι οικότοποι. Ο σταθμηγράφος αυτός αποτελεί μέρος του ευρωπαϊκού Προγράμματος “LIFE-ΦΥΣΗ 1999″ που υλοποιήθηκε στην περιοχή.
Συνεχίζοντας τη διαδρομή προς τη λίμνη Λυσιμαχεία μπορεί κανείς να επισκεφτεί το Αγγελόκαστρο, τοπικό κέντρο της πλούσιας γεωργικής περιφέρειας της Λυσιμαχείας. Βόρεια του σημερινού χωριού υπάρχουν τα ερείπια του Αγγελόκαστρου που υπήρξε το επιφανέστερο οχυρό της Αιτωλίας στον ταραγμένο Μεσαίωνα. Κτισμένο στην ίδια θέση με την Ακρόπολη της αρχαίας Ωνώπης, που αργότερα μετονομάστηκε σε Αρσινόη, το βυζαντινό κάστρο υψώθηκε στην εποχή της ακμής του δεσποτάτου της Ηπείρου. Μέσα στο κάστρο βρίσκεται ο ναός του Αγίου Γεωργίου. Στα ανατολικά του Αγγελόκαστρου ακμάζει η Μονή Παντοκράτορα.