Του Δημήτρη Παπαδάκη
Δεν είχα καμία αμφιβολία ότι οι άνθρωποι που ασχολούνται επαγγελματικά με τον αθλητισμό δεν κοιτάζουν ποτέ τη φανέλα αλλά το συμβόλαιό τους. Έτσι δεν μου προξένησε καμία εντύπωση που ο Οτο Ρεχάγκελ που γνώρισε ημέρες δόξας στην πατρίδα μας ως προπονητής της Εθνικής Ελλάδος, δέχθηκε να γίνει πρεσβευτής της Μέρκελ. Εκείνο που μου προκάλεσε ίσως εντύπωση είναι πως άργησε τόσο η Μέρκελ να τον φέρει στην Ελλάδα ως συνοδό του Φούχτελ για να λέει πως οι γερμανοί αγαπάνε τους Έλληνες…
Πρόκειται για γκαιμπελίστικη πρακτική που η κατοχική κυβέρνηση των πρεφαδόρων πολιτικών αρχηγών, του Κομανέτσι Σαμαρά, του χασάπη με το χαράτσι Βενιζέλου και του πάστορα Κουβέλη, υιοθέτησε με χαρά αποδεικνύοντας ότι η Ελλάδα είναι αποικία. Στις συναντήσεις του Ρεχάγκελ και του Φούχτελ με τους υπουργούς που θα ακολουθήσουν θα τρέχουν από πίσω οι κάμερες για να καταγράψουν τα κομπλιμέντα του Ρεχάγκελ για τους Έλληνες… Κατοχικές κυβερνήσεις χωρίς κατοχικά media δεν γίνεται!
Όσο για τον 75χρονο Ρεχάγκελ, εκτός από αχάριστος αφού οι Έλληνες, ο Καραγκούνης, ο Ζαγοράκης, ο Δέλλας και τα άλλα παιδιά τον έκαναν μάγκα, ήταν πάντα αρνητικά διακείμενος για την Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο σχεδόν 10 χρόνια προπονητής της Εθνικής Ομάδας και δεν έμαθε ελληνικά παρά μονό το “σε γνωρίζω από κόψη” που έμαθε στα επινίκια μετά το Euro2004. Δεν είναι τυχαίο -και το γνωρίζουν αυτό όσοι παρακολουθούν τα αθλητικά δρώμενα- ότι ως προπονητής της Εθνικής Ομάδας για σχεδόν 10 χρόνια δεν διέμενε μόνιμα στην Ελλάδα, παρά έρχονταν κάτι Σαββατοκύριακα για να βλέπει αγώνες του πρωτθλήματος και κάτι εμβδομάδες ή δεκαήμερα όταν η Εθνική είχε αγώνα. Ο Ρεχάγκελ έκανε την επιλογή του. Επέλεξε να αμαυρώσει την ιστορία του στην Ελλάδα, επέλεξε να γίνει αναξιοπρεπής.
Τόσο αναξιοπρεπής, όσο αναξιοπρεπείς είμαστε οι Έλληνες που ανεχόμαστε την κατοχική κυβέρνηση της τρόικας ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ.