Του Δημήτρη Παπαδάκη
Ο όρος ουτοπία (από το ελληνικό ου+τόπος) είναι το όνομα για μια ιδανική κοινότητα ή κοινωνία. Με την έννοια αυτή τόσο η Ατλαντίδα του Πλάτωνα όσο και η κομμουνιστική κοινωνία του Καρλ Μαρξ αποτελούν ουτοπίες.
Ο όρος έχει χρησιμοποιηθεί στη φιλοσοφία, την τέχνη, τη λογοτεχνία, την αρχιτεκτονική αλλά και την πολιτική για να περιγράψει ιδανικές καταστάσεις που είναι αδύνατον ή πολύ δύσκολο να υλοποιηθούν. Αν και οι προσεγγίσεις μπορεί να έχουν οικονομική, αισθητική, πολιτική ή κοινωνική βάση, πάντα η ουτοπία συνδέεται έντονα με μια αισιόδοξη, ιδεαλιστική, σχεδόν αδύνατη τελειότητα.
Αφού λοιπόν είναι κάτι ανέφικτο, μια αδύνατη τελειότητα, εύλογα γεννιέται το ερώτημα : “γιατί χρειαζόμαστε την ουτοπία;” Αυτή είναι είναι μια ερώτηση που λέμε “εδώ σε θέλω κάβουρα, να περπατάς στα κάρβουνα”…
Και έρχεται μια εξίσου δυνατή απάντηση…. Η ουτοπία είναι ο ορίζοντας! Σε κάθε μας βήμα προς τα μπρος, αυτή κάνει ένα βήμα πίσω και η απόστασή μας από αυτή μένει ίδια. Χρειαζόμαστε λοιπόν την ουτοπία για να περπατάμε… για να πηγαίνουμε μπροστά!
Πηγαίνοντας μπροστά δεν θα κατακτήσουμε την ουτοπία, αλλά θα κατακτήσουμε άλλα πράγματα εξίσου σημαντικά για τη ζωή μας. Η ελευθερία άραγε δεν θεωρούνταν απ’ τους δούλους ουτοπία; Ουτοπία δεν θεωρούνταν από τις γυναίκες η ψήφος και η ισότητα των δύο φύλων; Κι όμως κατακτήθηκαν! Να λοιπόν γιατί χρειαζόμαστε την ουτοπία!
Αν καταφέρουμε από αυτές τις “ενδιάμεσες” κατακτήσεις να φτιάξουμε μια ιδανική κοινωνία ή αν αυτές αρκούν για μια ιδανική κοινωνία, αυτό είναι άλλη συζήτηση…