Γιατί κάποιοι είδαν κάπως θετικά “το Ποτάμι”

Του Δημήτρη Παπαδάκη
Όταν “το Ποτάμι” του Σταύρου Θεοδωράκη βγήκε στο αέρα, αρχικά επικράτησε ένας “ενθουσιασμός” που μετατράπηκε γρήγορα σε κράξιμο και τρολ σχόλια για τον συμπαθή σκηνοθετικά νάρκισσο δημοσιογράφο. Και δικαίως έως ένα βαθμό γιατί όταν έχεις υπηρετήσει το σύστημα Σημίτη και τον Λαμπράκη, δεν περιμένεις να πάρει κάποιος στα σοβαρά όλα αυτά που εσύ ξαφνικά ανακάλυψες τον Φεβρουάριο του 2014.

Ωστόσο στη συνέχεια παρατήρησα -και μου έκανε εντύπωση- πως ένα κομμάτι νέων ανθρώπων που έχει βαρεθεί το κράξιμο που κάνουν όλοι για όλους, που έχει βαρεθεί την καταγγελία, είδε κάπως θετικά “το Ποτάμι” του Θεοδωράκη. Και τον είδαν κάπως θετικά επειδή αυτοί που δήλωσαν τη στήριξή τους δεν είναι πολιτικά πρόσωπα. Αρχικά απόρησα, όμως δεν είναι δύσκολο να διακρίνεις όλο και περισσότεροι έχουν ανάγκη από κάτι νέο, εντελώς νέο. Θα μου πεις πως αυτή η διαπίστωση δεν είναι καινούργια, είναι πολύ παλιά, προ μνημονίου. Όμως για σκεφτείτε: ό,τι έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια στο πολιτικό σύστημα δεν είναι νέο αλλά κατακερματισμός. Έφυγε ο Κουβέλης από το ΣΥΡΙΖΑ και έκανε τη ΔΗΜΑΡ, έφυγε ο Καμμένος από τη ΝΔ και έκανε τους ΑΝΕΛ, έφυγε ο Ζώης από τη ΝΔ και έκανε τη “Νέα Μέρα”, έφυγε ο Αλαβάνος από το ΣΥΡΙΖΑ και έκανε το “Σχέδιο Β”, έφυγε ο Λοβέρδος από το ΠΑΣΟΚ και έκανε τη ΡΙ.Κ.Σ.ΣΥ, έφυγαν και άλλοι πολλοί από το ΠΑΣΟΚ και στο τέλος μετρήθηκαν και βγήκαν “58”… Αηδία! Σκέτη μάλιστα χωρίς προτάσεις, χωρίς ρίξεις με τις παθογένειες. Όλοι αυτοί έχουν καταλάβει το δημόσιο χώρο, αναγκάζοντας όλους αυτούς που παρατήρησα να βλέπουν κάπως θετικά “το Ποτάμι” του Θεοδωράκη να ιδιωτεύουν. Παίρνω ένα ακόμη παράδειγμα από τις τοπικές εκλογές συζητούσαμε με φίλους για τα ονόματα στο συνδυασμό ενός υποψηφίους δημάρχου, εδώ στο Αγρίνιο και κράζαμε μια φαιδρή περίπτωση ενός παιδιού του κομματικού σωλήνα που υπηρέτησε ως παρατρεχάμενος σε γραφεία βουλευτών, αυτό είναι ουσιαστικά το βιογραφικό του και τώρα παρουσιάζεται ως επιτυχία του συνδυασμού που τον κατεβάζει υποψήφιο δημοτικό σύμβουλο.

Το συμπέρασμα; Δεν φτάνει να κρίνουμε, πρέπει να ανακαταλάβουμε το δημόσιο χώρο από αυτούς που τον έχουν καταλάβει εξωθώντας την υπόλοιπη κοινωνία στην ιδιώτευση. Δεν πρόκειται ποτέ να προσθέσουν τίποτα οι κρίσεις μας -όσο σωστές και είναι- για το αν ο Θεοδώρακης είναι κάπως καλός και κακός κάποιος άλλος. Με τις κρίσεις δεν γινόμαστε τίποτα άλλο από πανελίστες του καφενείου… Μπορεί να ακούγεται κλισέ, αλλά πρέπει να πάρουμε τις τύχες μας στα χέρια μας. Για να φύγουν κάποιοι πρέπει να έρθουν κάποιοι άλλοι… Ή θα πάμε ή θα καθίσουμε με το φρέντο στα χέρια να κάνουμε (σε καθεστώς κρίσης) τις κρίσεις μας.