Toυ Δημήτρη Παπαδάκη
Μακάρι να γίνουμε Αργεντινή… Εξαρτάται από ποια σκοπιά βλέπει κανείς το ζήτημα. Στην Αργεντινή ο λαός χτύπαγε τις κατσαρόλες, γιατί πραγματικά πεινούσε! Eφαρμόστηκε το Corralito και οι τράπεζες έθεσαν όριο ανάληψης μετρητών την εβδομάδα για τους πρώτους μήνες και εν συνεχεία έγινε για την ημέρα τα 250 δολάρια. Επικράτησε πανικός και χάος, ντου στα σούπερ μάρκετ και γενικευμένες λεηλασίες από το όχλο. Προσωπικά δεν θα ήθελα να δω τέτοιες εικόνες στην Ελλάδα. Αλλά, ας μην γελιόμαστε δεν υπάρχει περίπτωση να δούμε τέτοιες εικόνες στην Ελλάδα.
Και αυτό γιατί ο Έλληνας έχει μια τεράστια προσαρμοστικότητα, μια προσαρμοστικότητα που έχει την καλή και την κακή όψη. Ο Έλληνας πήγε στα συσσίτια, πήγε στην εκκλησία και μπόρεσε να επιβιώσει. Και μάλιστα η αλληλεγγύη έγινε και πεδίο εκμετάλλευσης. Για παράδειγμα πόσα μακαρόνια κοινωνικών παντοπωλείων αντάλλαχθηκαν με ψήφους στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές… Φυσικά δεν είναι όλα ρόδινα! Υπάρχει κόσμος που πένεται, αλλά αυτός ο κόσμος το πολύ να φτάνει το ένα τρίτο. Υπάρχουν και έξι χιλιάδες αυτοκτονίες, φυσικά κάποιοι έχουν αξιοπρέπεια… Η διαφορά είναι ότι ο Έλληνας και λίπος είχε για να αντέξει τόσες φοροεπιδρομές και χαράτσια και τώρα που τέλειωσε και αυτό έχει προσαρμόσει τη ζωή του ως εκεί που φτάνει η τσέπη του. Και φυσικά σε μια βαθιά διεφθαρμένη κοινωνική/οικονομική δομή κάποιους η κρίση δεν τους άγγιξε.
Το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι η δικαιοσύνη. Σε περίπτωση που κάποιοι δεν το έχουν αντιληφθεί, στην Αργεντινή -σε αντίθεση με την Ελλάδα- οι πολιτικοί που οδήγησαν την χώρα στην χρεοκοπία το 2001 έφυγαν τρομαγμένοι με ελικόπτερο από την εξουσία και οδηγήθηκαν στη δικαιοσύνη. Και στην Ελλάδα κυβερνά ακόμη το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ. Αυτή είναι η διαφορά μας με την Αργεντινή. Η διαχρονική έλλειψη δικαιοσύνης και αξιοκρατίας έκανε σήμερα την πλειοψηφία του λαού να μην βγαίνει με τις κατσαρόλες στους δρόμους. Επομένως, είτε με κάποιο μαγικό τρόπο, γιατί δεν βλέπω κανένα κόμμα να θέλει να βάλει φραγμό στη διαφθορά και την αναξιοκρατία, θα αποκτήσουμε στοιχειώδη δικαιοσύνη, είτε θα περιμένουμε να φτάσουν και οι υπόλοιποι Έλληνες στο μη περαιτέρω, για να βγούν στο δρόμο με τις κατσαρόλες.